Απόψεις
Πέμπτη, 18 Αυγούστου 2022 10:15

Τέσσερις κίνδυνοι για μια παράπλευρη απώλεια

Με τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η Ευρώπη μπήκε στο «μάτι» ενός οικονομικού, γεωπολιτικού  και στρατιωτικού τυφώνα. Στο «μάτι» ενός παγκόσμιου πολέμου διά αντιπροσώπων που διεξάγεται στην Ουκρανία μεταξύ Αμερικανών και Ρώσων,  αλλά και με την Κίνα να έχει σε ένα βαθμό εμπλακεί, είτε ως κρυφός  σύμμαχος της Μόσχας είτε ως ανταγωνιστής της Ουάσιγκτον.

Του Μιχάλη Ψύλου
[email protected] 


Με τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η Ευρώπη μπήκε στο «μάτι» ενός οικονομικού, γεωπολιτικού  και στρατιωτικού τυφώνα. Στο «μάτι» ενός παγκόσμιου πολέμου διά αντιπροσώπων που διεξάγεται στην Ουκρανία μεταξύ Αμερικανών και Ρώσων,  αλλά και με την Κίνα να έχει σε ένα βαθμό εμπλακεί, είτε ως κρυφός  σύμμαχος της Μόσχας είτε ως ανταγωνιστής της Ουάσιγκτον.

Προς το παρόν, η χειρότερη απώλεια για την Ευρώπη είναι το τεράστιο ενεργειακό κόστος που πληρώνει, λόγω αυτού του πολέμου. Με το φάσμα του «δελτίου» στο φυσικό αέριο να απειλεί το μέλλον της Γηραιάς ηπείρου. Αλλά και πέρα από τις επώδυνες επιπτώσεις σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά- έχει υπονομεύσει κάθε σενάριο ανάπτυξης, με τον πληθωρισμό να ετοιμάζεται να σκαρφαλώσει σε διψήφια νούμερα στην ευρωζώνη.

Οι προσδοκίες ανάπτυξης των χωρών της ευρωζώνης για το 2022 έχουν αναθεωρηθεί προς τα κάτω λόγω των αυξανόμενων τιμών της ενέργειας. Φαίνεται ότι η ΕΕ έχει υπολογίσει λάθος στην μακροχρόνια εκτίμησή της ότι η οικονομία μπορεί να υποκαταστήσει την πραγματική εξωτερική πολιτική.

Η Ευρώπη, ως «αντιπρόσωπος» των Ηνωμένων Πολιτειών στον ουκρανικό πόλεμο,κινδυνεύει να είναι απλά μια παράπλευρη απώλεια, έχοντας βρεθεί στην πραγματικότητα σε ένα πεδίο μάχης άλλων δυνάμεων : Μια μάχη στρατιωτική, οικονομική και γεωπολιτική που εξελίσσεται μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών, Κίνας και Ρωσίας.

Τέσσερις εξελίξεις το αποδεικνύουν:
 

Πρώτον,  η τελευταία ισοτιμία ευρώ-δολαρίου. Για πρώτη φορά από το 2002, η υποτίμηση του ευρώ σημαίνει ότι για τους Ευρωπαίους έχει γίνει πολύ πιο ακριβότερο να αγοράζουν εισαγόμενα προϊόντα. Ειδικά τα πετρελαιοειδή που διακινούνται στην παγκόσμια αγορά μόνο σε δολάρια. Από την άλλη πλευρά, το αμερικανικό νόμισμα ενισχύθηκε με την σημαντική αύξηση των επιτοκίων από την Fed το τελευταίο διάστημα για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού της πλεονάζουσας ζήτησης που μαστίζει τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Τα υψηλότερα επιτόκια σημαίνουν περισσότερες επενδύσεις από το εξωτερικό που ενισχύουν περαιτέρω το αμερικανικό νόμισμα. Τις τελευταίες εβδομάδες, η ΕΚΤ μπορεί να  αύξησε επίσης τα επιτόκια μετά από περίπου δέκα χρόνια, επιτυγχάνοντας μερική ανατίμηση του ευρώ, αλλά οι αιτίες του πληθωρισμού στην ευρωζώνη έχουν να κάνουν με το ενεργειακό κόστος, παρά την αυξημένη καταναλωτική ζήτηση. Με λίγα λόγια, ακόμη και οι Ευρωπαίοι επενδυτές θα βρουν τώρα  ένα ασφαλές καταφύγιο στο δολάριο και θα στηρίξουν την αμερικανική οικονομία αντί για την ευρωπαϊκή.

Ηδη, σε δίνη πιέσεων βυθίζονται τα ομόλογα της Ευρωζώνης με τις τιμές τους να υποχωρούν και τις αποδόσεις τους ανεβαίνουν πάλι αλματωδώς.

Ανεβαίνει ακόμη και απόδοση του γερμανικού 10ετούς ομολόγου, για να μην μιλήσουμε για τα  ελληνικά κρατικά χρεόγραφα, με την απόδοση του 10ετούς να διαμορφώνεται στις  πλατφόρμες διεθνών συναλλαγών πάνω από 3,30%.

 

«Παγετώνες με την Κίνα»
 

Η δεύτερη εξέλιξη του νέου παγκόσμιου «πολέμου» έχει πρωταγωνιστή το Πεκίνο. Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει επιδεινώσει σημαντικά τις σχέσεις μεταξύ ΕΕ και Κίνας. Τα περισσότερα κράτη μέλη της ΕΕ ,μετά από δεκαετίες οικονομικών σχέσεων με την Κίνα εξακολουθούν να διστάζουν να εμβαθύνουν την αντιπαράθεση. Οταν το 8% των γερμανικών εξαγωγών και  το 3% των ιταλικών, κατευθύνονται ετησίως στην Κίνα, είναι εμφανές ότι Βερολίνο και Ρώμη δεν στοχεύουν σε πλήρη οικονομική αποσύνδεση από το Πεκίνο. Αλλά τώρα οι δυο χώρες είναι λιγότερο εχθρικά διακείμενες στις πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Κίνα από ό,τι στο παρελθόν. Η συναίνεση μεταβάλλεται ως αποτέλεσμα της κλιμακούμενης σύγκρουσης στην Ουκρανία.


Σε αντίθεση με παλαιότερες εποχές, με την προτροπή των Ηνωμένων Πολιτειών,  η ΕΕ δείχνει έτοιμη να αποστασιοποιηθεί οικονομικά από το Πεκίνο.
Η δεύτερη και η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου βρίσκονται βέβαια σε αντιπαράθεση από τον Μάρτιο του 2021, όταν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν επικύρωσε την επενδυτική συμφωνία ΕΕ-Κίνας, λόγω ανησυχιών για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Αλλά από τότε που οι ρωσικές δυνάμεις εισέβαλαν στην Ουκρανία, οι σχέσεις έχουν επιδεινωθεί περαιτέρω.
Στη σύνοδο κορυφής ΕΕ-Ιαπωνίας τον Μάιο , οι Βρυξέλλες και το Τόκιο δεσμεύτηκαν να «εμβαθύνουν τις σχέσεις τους απέναντι στην Κίνα, ιδιαίτερα για τη δυναμική της ασφάλειας».

Τα θεσμικά όργανα της ΕΕ διαπραγματεύονται επί του παρόντος έναν νέο μηχανισμό που θα επιτρέψει στην Ένωση να αξιολογεί τις βιομηχανικές επιδοτήσεις των εμπορικών της εταίρων και να επιβάλει αντισταθμιστικούς δασμούς. Οι Βρυξέλλες θα μπορούσαν σίγουρα να χρησιμοποιήσουν το μέτρο αυτό κατά της Κίνας, η οποία έχει επιδοτήσει σε μεγάλο βαθμό πολλές από τις εγχώριες βιομηχανίες της που είναι προσανατολισμένες στις εξαγωγές.
Αν και μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι στην ΕΕ θα συνεχίσουν να εργάζονται παρασκηνιακά για να αποτρέψουν μια αποσύνδεση με την Κίνα, το 2022 θα μείνει στη μνήμη μας ως η χρονιά που ξεκίνησε μια νέα Εποχή των Παγετώνων ανάμεσα στις Βρυξέλλες και το Πεκίνο .

 

Η Μόσχα καίει το αέριο
 

Η τρίτη αρνητική εξέλιξη που αφορά και την Ευρώπη ,συνδέεται με τη στάση της Ρωσίας. Σύμφωνα με πληροφορίες, που επιβεβαιώνονται από δορυφορικές εικόνες και μαρτυρίες αυτόπτων μαρτύρων, η Gazprom προτιμά να καίει το αέριο ,που εικάζεται ότι εξορύσσεται πέρα από τις σημερινές ανάγκες της αγοράς,χωρίς να το χρησιμοποιήσει. Προφανώς αυτό σημαίνει ότι η Ρωσία δεν έχει αγορά για όλο το φυσικό της αέριο και ως εκ τούτου το καταστρέφει με μια επιχείρηση που ονομάζεται «Flaming». Η Μόσχα δεν το χρειάζεται άλλωστε, γιατί  χάρη στην αλματώδη αύξηση των τιμών του αερίου , μπορεί να συντηρεί την οικονομία της αλλά και τον πόλεμο. Αλλά την ίδια ώρα , στο χρηματιστήριο του Άμστερνταμ η τιμή του φυσικού αερίου  έχει αυξηθεί κατά 800% από τις αρχές του 2021.

 

Στο επίκεντρο η Αδριατική και το Ιόνιο
 


Υπάρχει βέβαια και μια τέταρτη εξέλιξη που μπορεί να εμπλέξει στρατιωτικά την Ευρώπη και μάλιστα άμεσα. Το τελευταίο διάστημα έχει αυξηθεί σημαντικά η παρουσία του ρωσικού στόλου στην Αδριατική και στο Ιόνιο Δυτικές πηγές αναφέρουν ότι δύο ρωσικά καταδρομικά,δύο φρεγάτες, μια κορβέτα, τουλάχιστον δύο υποβρύχια και τρία κατασκοπευτικά πλοία, έχουν καταπλεύσει στην Αδριατική. Στα τέλη Ιουλίου, εθεάθη ανοικτά των Ιταλικών ακτών στο Αμπρούτσο , το ρωσικό αντιπυραυλικό « Admiral Tributs»ακολουθούμενο από το καταδρομικό Varyag,που παρέμεινε νότια του Οτραντο.

Η Μεσόγειος αποτελούσε πάντα  προτεραιότητα για τη Ρωσία, αλλά από τότε που ξεκίνησε ο πόλεμος στην Ουκρανία ακόμη περισσότερο. Το πρόβλημα είναι ότι η Μεσόγειος έχει γίνει το σημείο όπου Ρώσοι και ΝΑΤΟ βρίσκονται πραγματικά σε επαφή: «Ένα ατύχημα σε ένα τέτοιο πλαίσιο είναι πάντα δυνατό», λένε στην «Ναυτεμπορική» έμπειροι στρατιωτικοί αναλυτές. « Πάνω από τα ρωσικά πλοία πετούν αμερικανικά drones που αναχωρούν από τη βάση της Σιγκονέλα. Ένα “ατύχημα” λοιπόν, είναι πιθανό και δεν μπορεί να αποκλειστεί.

Στην Αδριατική βρίσκεται άλλωστε και η μόνιμη ναυτική δύναμη του ΝΑΤΟ (Standing NATO Response Force Marittime Group) που περιλαμβάνει κυρίως χώρες της Μεσογείου και αποτελείται τέσσερις έως οκτώ φρεγάτες και αντιτορπιλικά, και είναι πάντα έτοιμη να επέμβει. Επιπλέον, σε μια επιδείνωση του ουκρανικού πολέμου, τι θα εμπόδιζε τους Ρώσους να χρησιμοποιούσαν πυραύλους για να πλήξουν την Ουκρανία; Πύραυλοι που θα περνούσαν πάνω από τα Βαλκάνια»…