Πολιτιστικά
Τρίτη, 16 Αυγούστου 2022 12:21

Ο θρυλικός Σκυλλίας πίσω από τους Πολεμιστές του Riace

Ο Σκυλλίας, αυτός ο άγνωστος μεγάλος Έλληνας, ο οποίος καταγράφεται διεθνώς ως ο πρώτος καταδύτης, κυνηγός εναλίων θησαυρών, ύφυδρος πολεμιστής και βασικός πρωταγωνιστής στα γεγονότα της ναυμαχίας στο Αρτεμίσιο το 480 π.Χ. και όχι μόνο, πιθανόν λύνει το γρίφο της ταυτοποίησης των 2 χάλκινων αγαλμάτων γνωστών ως Riace Warriors.
 

Του Δρ. Ιωάννη Παλάντζα* 

Ο Σκυλλίας, αυτός ο άγνωστος μεγάλος Έλληνας, ο οποίος καταγράφεται διεθνώς ως ο πρώτος καταδύτης, κυνηγός εναλίων θησαυρών, ύφυδρος πολεμιστής και βασικός πρωταγωνιστής στα γεγονότα της ναυμαχίας στο Αρτεμίσιο το 480 π.Χ. και όχι μόνο, πιθανόν λύνει το γρίφο της ταυτοποίησης των 2 χάλκινων αγαλμάτων γνωστών ως Riace Warriors.

Προσωπική μου ταπεινή συμβολή στον ατέρμονα κύκλο επιστημονικών αποπειρών για την ταυτοποίησή τους, 50 χρόνια μετά την ανακάλυψή τους και εν μέσω εορταστικών επετειακών εκδηλώσεων.

Οι Πολεµιστές του Ριάτσε είναι σχετικά άγνωστοι στο ευρύ κοινό. Είναι αυτοί που ο Στέφανο Μαριοτίνι βρήκε το 1972 στο βυθό. Τώρα εκτίθενται στο Ρέτζιο, στην πιο νότια άκρη της Ιταλίας. Είναι αναµφίβολα τα καλύτερα γλυπτά που φτιάχτηκαν ποτέ. Είναι πραγµατικά δύσκολο να πιστέψεις ότι αυτά δεν έγιναν λίγο πριν την Ιταλική Αναγέννηση αλλά 2.000 χρόνια πριν. Ο Παυσανίας κατά τη περιήγησή του, στα µέσα του 2ου αι. µ.Χ, στο Μαντείο των ∆ελφών µάς πληροφορεί ότι η ∆ελφική Αµφικτιονία, η πιο ισχυρή πολιτικοστρατιωτική σύµπραξη της αρχαιότητας, είχε αναθέσει, λόγω των υπηρεσιών τους, τις γλυπτικές τους εικόνες δηλαδή τα χάλκινα αγάλµατά του Σκυλλία και της κόρης του Ύδνας στο Μαντείο των ∆ελφών.

Ο ίδιος ο ιστορικός δεν πρέπει να είδε  την  γλυπτική  του  απεικόνιση  στους  ∆ελφούς αλλά, πιθανό, το βάθρο, όπου ήταν τοποθετηµένη και την προκείµενη επιγραφή της. Ωστόσο,  πιθανολογείται  ότι ο ανδριάντας του αποτελούσε τµήµα «συντάγµατος» (οµαδικού αναθήµατος) 16 αγαλµάτων του Φειδία που έστησαν οι Αθηναίοι στους ∆ελφούς, µετά τη νικητήρια µάχη του Μαραθώνα. Το άγαλµά του είχε ήδη µεταφερθεί και αυτό από την λεηλασία του Νέρωνα (67 μ.Χ.) ή ίσως από την προγενέστερη παρόµοια σύληση ελληνικών καλλιτεχνικών θησαυρών του Σύλλα. Μια άλλη πιθανότητα είναι η µεταφορά του αγάλµατός του στην Αρχαία Ολυµπία, προκειµένου να τοποθετηθεί σε µνηµείο µαζί µε 10 άλλους Οµηρικούς Ήρωες, ανάθηµα των Αχαιών το 460 π. Χ., κοντά στο Ναό του ∆ία. Ίσως, η τοποθέτησή του εκεί δικαιολογεί και την απουσία αντιγράφων του πρωτοτύπου, γιατί το Ιερατείο απαγόρευε ρητά την αναπαραγωγή των γλυπτικών αναθηµάτων του. Τα στοιχεία που υπάρχουν δεν είναι πολλά. Ελλείψει τεκµηριωµένων αποδείξεων µπαίνουµε στον πειρασµό να προσπαθήσουµε να ανασυνθέσουµε στη σκέψη του γλύπτη, τη γενική κατεύθυνση απόδοσης του Σκυλλία και των σωματομετρικών του στοιχείων στο τελικό του αποτέλεσµα. Εξάλλου, σε αυτή την απόπειρά µας µάς οδηγεί και η ίδια η λειτουργία της αρχαίας ελληνικής πλαστικής, η οποία πάντα µεριµνά να αντανακλά στο γλυπτό χαρακτηριστικά στοιχεία της ανατοµίας, της προσωπικότητας, της δράσης και της ιδιαίτερης φύσης του εικονιζόµενου εν ζωή.

Αναζητούµε, µε λίγα λόγια κάποιο αταυτοποίητο γλυπτό ή γλυπτά που συµπυκνώνουν µια τέλεια απόδοση, αν όχι υπέρβαση, της καθιερωµένης σωµατικής ανθρώπινης φύσης και των ύφυδρων χαρακτηριστικών του Σκυλλία. Αναζητούµε τη στιγµή που η Αρχαία Ελλάδα δηµιούργησε κάτι πιο ανθρώπινο και από τον άνθρωπο. Το πεπρωµένο του ήρωά µας µάς οδηγεί στο στοιχείο στο οποίο µεγαλούργησε. Στη θάλασσα. Τα αγάλµατα του Ριάτσε εµπνευσµένα από τους κανόνες του Πολυκλείτου, είναι δύο από τα πέντε µόνο πρωτότυπα χάλκινα αγάλµατα του 5ου αιώνα, µοναδικά και ταυτόχρονα ξεχωριστά. Ενώ χαρακτηρίζονται ως Πολεµιστές, ωστόσο είναι απολύτως γυµνοί. Κανένα ίχνος από την πολεµική τους εξάρτηση δε φέρουν, ενώ διακατέχονται από µια ποσειδώνια ηρεµία, αντίφαση µε την ψυχική ένταση ενός µαχόµενου πεζού. Η ανατοµία των σωµάτων τους προσεγγίζει την ανατοµική διαµόρφωση σώµατος κολυµβητών, εικόνα πολύ πιο οικεία σήµερα, λόγω της διάδοσης του αθλήµατος, παρά στην αρχαιότητα όπου η γνώση και η προκύπτουσα σµίλευση του αθλητικού σώµατος ήταν σπάνια. Η σωµατική διαµόρφωση ενός σηµερινού πρωταθλητή κολύµβησης και ενός διάσηµου «ύφυδρου» πολεµιστή της αρχαιότητας µε τα συγκεκριµένα γλυπτά είναι απρόσµενα κοινή. Το τµήµα ανάµεσα στο άνω και κάτω µέρος του σώµατος έχει υπερτονισθεί µε την αύξηση των µυών γύρω από τη µέση που είναι πιο έντονα σχηµατισµένοι απ’ όσο θα µπορούσαν να είναι ποτέ σε έναν πραγµατικό άνθρωπο.Τα πόδια είναι αφύσικα µακριά και ταιριάζουν τέλεια µε το µεγάλο µήκος του σώµατος…

Και τα δύο αγάλµατα φέρουν µακριά µαλλιά µε εµφανή τον τρόπο συγκράτησή τους. Με ταινία στον Πολεµιστή Α και µε ένα είδος σκούφου-πύλου στον Β. Καµιά ένδειξη περικεφαλαίας αλλά χρήση µέσων για την συγκράτηση των µαλλιών, τα οποία γίνονταν εµπόδιο στην κολύµβηση ή στην κατάδυση στη θάλασσα. Τα αντικείµενα που κρατούσαν στα δύο τους χέρια δεν έχουν διασωθεί, χυτεύθηκαν σε µεταγενέστερη εποχή και ή αντικατέστησαν τα αυθεντικά χέρια, που ίσως είχαν φθαρεί, ή τροποποίησαν τη θέση των χεριών για να την προσαρµόσουν σε µια διαφορετική χρήση.

Οπότε νοµιµοποιούµαστε τη συνήθη συµπλήρωση µε ασπίδα και δόρυ, να την αντικαταστήσουµε µε άλλα πιο υδροχαρή αντικείµενα, όπως µε ένα εγχειρίδιο και κάποιο είδος καταδυτικού έρµατος µε σχοινί («σκανταλόπετρα»). Οι Πολεµιστές του Ριάτσε αντανακλούν ένα µεγαλείο, το οποίο αντί να ατενίζει αφ’ ψηλού τον ορίζοντα προσηλώνεται πολύ χαµηλότερα στο επίπεδο της γης ή της θάλασσας ή και στο µαγευτικό βυθό κάτω από την επιφάνειά της. Εκεί που πάµπολλοι θησαυροί περίµεναν να ανασυρθούν από πρώιµους δύτες ή ύφυδρους ήρωες. Αυτή η συνειρµική συσχέτιση των αρχαίων Ελλήνων, της υποβρύχιας ανθρώπινης δραστηριότητας µε τον αλιευόµενο, ναυαγικού χαρακτήρα, πλούτου αντανακλάται περιέργως και στα 2 αγάλµατα. Στα ένθετα ασημένια δόντια αλλά και στις βλεφαρίδες από ασήμι, στα χείλη και στις θηλές από καθαρό κόκκινο χαλκό, στις κόρες των ματιών που είναι από ελεφαντόδοντο και ασβεστόλιθο, στις τρύπες που φέρουν στη βάση των αυτιών τους. Γνωστές δηλαδή αισθητικές επιτηδεύσεις που επισημαίνονται και σε άλλες γνωστές ναυτικές προσωπικότητες, οι οποίες έχουν, κατά καιρούς, αναδειχθεί σε Θρύλους της Θάλασσας.

Η επιχειρούμενη, όμως, ταύτιση προσκρούει στην ύπαρξη του αριθμού των δύο αγαλμάτων, του Πολεμιστή Α και Πολεμιστή Β, και όχι ενός. Πράγμα που θα διευκόλυνε την προσπάθεια. Πως, λοιπόν, μπορεί να δικαιολογηθεί η ύπαρξη του δευτέρου αγάλματος, το οποίο πουθενά δεν αναφέρεται; Η εμβέλεια των κατορθωμάτων του Σκυλλία δημιούργησε, ίσως, την ανάγκη φιλοτέχνησης και δεύτερου αγάλματός του, για να εκτεθεί και σε άλλο χώρο (Αθηναϊκή Αγορά, Ολυμπία). Τα δύο αγάλματα του Ριάτσε μπορεί να απεικονίζουν το ίδιο και το αυτό πρόσωπο του Σκυλλία αλλά σε διαφορετική ηλικία. Εξάλλου, σε αυτό μας οδηγούν και τα κοινά σωματομετρικά τους χαρακτηριστικά, όπως το ίδιο ύψος των αγαλμάτων και πολλές άλλες ανατομικές ομοιότητες. Ο ίδιος ο Ηρόδοτος παραδέχεται ότι ήταν δέκτης πολλών θρυλικών διαδόσεων για τον Σκυλλία και για πολλούς άλλους άθλους του, για τους οποίους περιέργως, ενώ φαίνεται να τους κατέχει, όμως δεν μάς τους αναφέρει. Ποιες, λοιπόν, μπορεί να ήταν αυτές οι διηγήσεις, τις οποίες αποσιωπά ο Ηρόδοτος ο Αλικαρνασσεύς;

Ο Σκυλλίας γνωστός στις Τάξεις της Περσικής Στρατιωτικής Αριστοκρατίας, για τις απίθανες καταδυτικές του και όχι µόνο επιδόσεις, πολλά χρόνια πριν την τελευταία εκστρατεία των Περσών στην Ελλάδα ίσως είχε συνεργαστεί µαζί τους παλαιότερα και σε συναφείς «ύφυδρες» επιχειρήσεις όπως στη ζεύξη του Ελλησπόντου, στη διάνοιξη της διώρυγας του Ξέρξη, στην ανέλκυση φορτίων από τα ναυαγισμένα περσικά πλοία στο Άγιο όρος. Αυτή η περίοδος έντονης δραστηριοποίησης του Σκυλλία για τουλάχιστον 15 χρόνια είναι και η φαινομενική ηλικιακή διαφορά μεταξύ των 2 αγαλμάτων. Σίγουρα ο Σκυλλίας απολάμβανε στην εποχή του διαρκή αναγνωρισιμότητα πολύ ευρύτερη από αυτήν που σήμερα μπορούμε να κατανοήσουμε και πιθανόν υπερέβαινε και τα όρια του Ελληνικού Κόσμου, αφού πιθανόν ταυτίζεται με τον Σκύλακα τον Καρυαδνέα (Σκύλαξ ο Καρυαδνεύς). Ο τελευταίος, ήταν ο πρώτος ∆υτικός Γεωγράφος, ο οποίος σύµφωνα µε τον Ηρόδοτο γύρω στο 510 π.Χ., αφού περιέπλευσε όλη την αραβική ακτογραµµή µέχρι τη Μεσόγειο (Ισθµό του Σουέζ) παρέδωσε τις καταγραφές του ταξιδιού του στον ∆αρείο, σε µορφή Χρονικού, στην Ελληνική Γλώσσα µε τον τίτλο «Περίπλους». Οι Πολεμιστές του Ριάτσε φέρουν έντονα τα σημάδια μια θαλάσσιας-υδάτινης αύρας, η οποία κατακλύζει την ελληνική πλαστική του 1ου μισού του 5ου αι. και επισημαίνεται και σε άλλα πρωτότυπα χάλκινα αγάλματα και κυρίως στον Ποσειδώνα του Αρτεμισίου. Τα δύο αγάλματα, σύμφωνα με τους ειδικούς, δημιουργήθηκαν στο ίδιο εργαστήριο και, πιθανόν, από το ίδιο καλούπι. Ακόµα και το σηµείο εύρεσής τους δεν είναι αρκούντως συμπτωματικό. Ποιος μανιώδης Ρωμαίος συλλέκτης διοργάνωσε ειδική αποστολή εύρεσης και μεταφοράς των δύο γλυπτών στην Ιταλία; Πως δικαιολογείται το σημείο απόρριψης τους σε απόσταση λιγότερο από 100 μέτρα από την ακτή και σε βάθος μόλις 8 μέτρων; Γιατί δεν βρέθηκαν στο σημείο άλλα ευρήματα ή άλλα γλυπτά; Γιατί δεν βρέθηκε το ναυάγιο που τα μετέφερε; Είναι προφανές ότι όποιος τα αναζήτησε και τα μετέφερε προς τη Ρώμη ενδιαφέρονταν μόνο για αυτά και εμπνέονταν από την ιδέα της ιδιοποίησης και της συμπλήρωσης κάποιας συγκεκριμένης θρυλικής οντότητας. Αλλά ποτέ δεν μπόρεσε να επιστρέψει για να τα ανακτήσει από το μικρό βάθος στο οποίο σκόπιμα τα είχε αποθέσει, δημιουργώντας έκτοτε έναν από τους δυσεπίλυτους αρχαιολογικούς γρίφους. Η αινιγματική φυσιογνωμία του Σκυλλία με κάποιον τρόπο πρέπει να εμπλέκεται σε αυτόν…

*Ο κ. Παλάντζας είναι Διδάκτορας Φιλοσοφίας στο Freie Universitat  Berlin
Εμπνευστής της Διοργάνωσης Μαραθώνιας Κολύμβησης Ανοικτής Θαλάσσης «ΣΚΥΛΛΙΑΣ» στη Λίμνη Ευβοίας