Η ένταση στα Στενά της Ταϊβάν άρχισε μετά την επίσκεψη της Νάνσι Πελόζι, επικεφαλής της αμερικανικής Βουλής των Αντιπροσώπων, την περασμένη εβδομάδα και δεν λέει να καταλαγιάσει.
Η ένταση στα Στενά της Ταϊβάν άρχισε μετά την επίσκεψη της Νάνσι Πελόζι, επικεφαλής της αμερικανικής Βουλής των Αντιπροσώπων, την περασμένη εβδομάδα και δεν λέει να καταλαγιάσει. Σε μία μάλλον απρόσμενη εξέλιξη οι κινεζικές ένοπλες δυνάμεις παρατείνουν για δεύτερη εβδομάδα τα στρατιωτκά γυμνάσια που άρχισαν προ ημερών, παραβιάζοντας συνεχώς τον εναέριο χώρο της Ταϊβάν, η οποία από την πλευρά της αποφάσισε να «απαντήσει» με δική της στρατιωτική άσκηση που ολοκληρώνεται την Πέμπτη, εκτός απροόπτου.
Επιπλέον η Κίνα καταφεύγει στο όπλο των οικονομικών κυρώσεων, σε μία προσπάθεια να γονατίσει την οικονομία της γειτονικής Ταϊβάν, την οποία δεν αναγνωρίζει ως ανεξάρτητη χώρα. Από την προηγούμενη εβδομάδα έχει απαγορευθεί η εισαγωγή εκατό διαφορετικών ειδών τροφίμων από την Ταϊβάν προς την ηπειρωτική Κίνα. Τώρα επιβάλλεται απαγόρευση στις εξαγωγές ...άμμου από την Κίνα, που θεωρείται απαραίτητη για τον κατασκευαστικό τομέα στην Ταϊβάν. Θα προχωρήσει όμως το Πεκίνο στην αποφασιστική κίνηση να επιβάλει περιορισμούς και στις εισαγωγές ημιαγωγών και ηλεκτρονικών συσκευών; Κάτι τέτοιο μάλλον δεν θα συνέφερε ούτε την ίδια την Κίνα.
Σε έκταση, αλλά και πληθυσμό η Ταϊβάν των 23 εκατομμυρίων κατοίκων φαίνεται ...νάνος μπροστά στην αχανή ηπειρωτική Κίνα. Η συνολική επιφάνεια της χώρας δεν ξεπερνά το ένα τέταρτο της ελληνικής επικράτειας και ισοδυναμεί περίπου με το νοτιοδυτικό γερμανικό κρατίδιο της Βάδης-Βυρτεμβέργης. Και όπως η Βάδη-Βυρτεμβέργη, έτσι και η Ταϊβάν έχει εξελιχθεί σε μία δυναμική, εξωστρεφή οικονομία που βασίζεται στις εξαγωγές. Η βιομηχανία ημιαγωγών (μικροτσίπς) είναι τόσο σημαντική για την Ταϊβάν, όσο η αυτοκινητοβιομηχανία για τη Γερμανία. Το 70% της οικονομίας βασίζεται στις εξαγωγές. Το 2021 το κατά κεφαλήν εθνικό εισόδημα στην Ταϊβάν έφτασε τα 33.775 δολάρια, ποσό σχεδόν τριπλάσιο από το αντίστοιχο στην Κίνα.
Σήμερα ο πιο σημαντικός εμπορικός εταίρος της Ταϊβάν δεν είναι οι ΗΠΑ, αλλά η Κίνα. Εκεί κατευθύνεται το 42% των εξαγωγών της, από εκεί προέρχεται το 22% των εισαγωγών. Συνολικά το 2020 «άλλαξαν χέρια» μεταξύ Κίνας και Ταϊβάν προϊόντα και υπηρεσίες αξίας 166 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Σημειωτέον ότι η Ταϊβάν είναι και ένας από τους μεγαλύτερους ξένους επενδυτές για το Πεκίνο. Από το 1992 μέχρι το 2021 επιχειρήσεις της Ταϊβάν έχουν υλοποιήσει 44.577 επενδυτικά προγράμματα, συνολικής αξίας 194 δισεκατομμυρίων δολαρίων στην ηπειρωτική Κίνα. Μία από τις πιο σημαντικές επενδύσεις θεωρείται εκείνη του τεχνολογικού κολοσσού Foxconn, που κατασκευάζει στην Κίνα iPhones για την Apple, αλλά και κινητά τηλέφωνα Galaxy για την Samsung, καθώς και κονσόλες για τη Sony. Το γεγονός ότι το 50% των εξαγωγών της Ταϊβάν αφορά ημιαγωγούς και άλλα προϊόντα υψηλής τεχνολογίας, αποδεικνύει πόσο σημαντική είναι η Ταϊβάν για όλον τον κόσμο, περιλαμβανομένης της Κίνας.
Η ηπειρωτική Κίνα από την πλευρά της εξάγει στην Ταϊβάν σπάνιες γαίες και άλλες πολύτιμες πρώτες ύλες, για να εισάγει στη συνέχεια βιομηχανικά προϊόντα υψηλής τεχνολογίας, για τα οποία δεν διαθέτει τεχνογνωσία. Όχι ακόμη, για την ακρίβεια. Διότι στόχος της κεντρικά κατευθυνόμενης κινεζικής οικονομίας, που εκφράζεται ρητώς σε πολυετή οικονομικά προγράμματα όπως το Made in China 2025, είναι να αποκτήσει η χώρα το συντομότερο δυνατόν την απαραίτητη τεχνογνωσία, ώστε να μην χρειάζεται τις εισαγωγές από την Ταϊβάν.
Αναλυτές εκφράζουν φόβους ότι, μόλις αυτό συμβεί, η Κίνα δεν θα έχει πλέον ενδοιασμούς να προχωρήσει στη βίαιη «επανένωση» με τη νήσο της Ταϊβάν. Άλλωστε η «επανένωση» αποτελεί διακηρυγμένο στόχο του Πεκίνου, με προοπτική να υλοποιηθεί μέχρι το 2049, οπότε εορτάζονται τα 100 χρόνια από την ίδρυση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας. Ο Ρόντεριχ Κίζεβετερ, βουλευτής του γερμανικού χριστιανοδημοκρατικού κόμματος (CDU) και ειδικός σε θέματα ασφάλειας, καθώς και μέλος της κοινοβουλευτικής επιτροπής για την επιτήρηση των μυστικών υπηρεσιών, εκτιμά ότι μία επιθετική κίνηση του Πεκίνου θα μπορούσε να γίνει νωρίτερα.
«Μέχρι σήμερα θεωρούσαμε ότι η Κίνα ίσως επιτεθεί, όταν θα είναι σε θέση να κατασκευάζει ημιαγωγούς με την ίδια ακρίβεια, ταχύτητα αλλά και ποσότητα όπως η Ταϊβάν και αυτό δεν αναμένεται να συμβεί πριν το 2027», λέει ο Κίζεβετερ στο τηλεοπτικό πρόγραμμα της γερμανικής εφημερίδας Die Welt. «Από την άλλη πλευρά κάποιοι εκτιμούν ότι ειδικά τώρα, σε μία περίοδο που η Δύση έχει εστιάσει το ενδιαφέρον της στην Ουκρανία και τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας, η συγκυρία ίσως ευνοεί την Κίνα». Ο ίδιος ο Κίζεβετερ δεν πιστεύει ότι επίκειται άμεση εισβολή της Κίνας. Θεωρεί ότι «πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι για μία μελλοντική κλιμάκωση, αν και όχι απαραίτητα στους επόμενους μήνες».
Παρόμοια πρόβλεψη εκφράζει ο καθηγητής Κισόρε Μαμπουμπάνι, πρώην εκπρόσωπος της Σιγκαπούρης στον ΟΗΕ και συγγραφέας του βιβλίου «Έχει ήδη κερδίσει η Κίνα; Η ανάδειξη της Κίνας σε νέα υπερδύναμη». Κατά την άποψή του «οι Κινέζοι κινούνται περισσότερο με τη λογική του εμπόρου και όχι του ιδεολόγου» και αντιλαμβάνονται ότι στην παρούσα φάση «οι κίνδυνοι είναι πολύ μεγαλύτεροι από τις ευκαιρίες» μίας στρατιωτική εμπλοκής. Από την άλλη πλευρά, προειδοποιεί ο Κισόρε Μαμπουμπάνι, «σκέπτονται με ορίζοντα δεκαετιών, όχι ετών. Όταν θα αισθάνονται ισχυροί, τότε θα πάρουν εκδίκηση για όλες τις ταπεινώσεις που είχαν υποστεί στο παρελθόν».