η επίσκεψη Πελόζι ερμηνεύεται περισσότερο «ως ένα σύμπτωμα μίας ασυνάρτητη αμερικανικής πολιτικής απέναντι στην Κίνα - τον σημαντικότερο με διαφορά αντίπαλο της χώρας σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Ένα ταξίδι που ίσως σχεδιάστηκε να εκπέμψει σήμα ισχύος, διακινδυνεύει να αποκαλύψει την σύγχυση και την απουσία στρατηγικής της κυβέρνησης Μπάιντεν».
Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Η Ταϊβάν δεν είναι ανεξάρτητο κράτος. Αλλά είναι μία φιλοδυτική δημοκρατία 24 εκατομμυρίων πολιτών που διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην παγκόσμια οικονομία, κατασκευάζοντας ορισμένα από τα πιο προηγμένα και περιζήτητα μικροτσίπ στον κόσμο. Λειτουργεί επίσης ως ένας πυλώνας για την αμερικανική πολιτική και επιδιώξεις στην περιοχή. Μπορεί λοιπόν κανείς εύκολα να καταλάβει γιατί οι ΗΠΑ θέλουν να την προστατέψουν από την κινεζική επιθετικότητα. Πόση λογική έχει όμως για τους Αμερικανούς να προκαλούν τη δεδομένη στιγμή μία νέα εστία αναταραχής στην διεθνή σκηνή; Τι μήνυμα ακριβώς θέλουν να στείλουν;
Πιθανότατα ούτε και η κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν μπορεί να απαντήσει σε αυτό το ερώτημα. Και τούτο γιατί έδειξε να αιφνιδιάζεται από την επίσκεψη της Νάνσι Πελόζι στην Ταϊβάν, αλλά και να αδυνατεί είτε να την αποτρέψει είτε να στηρίξει, να λάβει τέλος πάντως μία ξεκάθαρη θέση. Θα μπορούσε κανείς να δει το ταξίδι της Πελόζι ως ένα τολμηρό μήνυμα των ΗΠΑ ότι δεν αφήσουν την Κίνα να κάνει μπούλινγκ στην Ταϊβάν και τις χώρες που διατηρούν με αυτήν σχέσεις, σχολάζει ο Economist. Όπως όμως εξελίχθηκαν τα πράγματα η επίσκεψη Πελόζι ερμηνεύεται περισσότερο «ως σύμπτωμα μίας ασυνάρτητης αμερικανικής πολιτικής απέναντι στην Κίνα - τον σημαντικότερο με διαφορά αντίπαλο της χώρας σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Ένα ταξίδι που ίσως σχεδιάστηκε να εκπέμψει σήμα ισχύος, διακινδυνεύει να αποκαλύψει την σύγχυση και την απουσία στρατηγικής της κυβέρνησης Μπάιντεν».
Ο ίδιος ο Μπάιντεν όταν ρωτήθηκε για την επίσκεψη, παραδέχθηκε, επικαλούμενος στρατιωτικές πηγές, πως «δεν είναι πολύ καλή ιδέα αυτή τη στιγμή». Εκείνη αποφάσισε να αγνοήσει την υπόδειξη κάνοντας έτσι έναν πρόεδρο που βλέπει την δημοτικότητά του να κατρακυλά να φαίνεται ακόμη πιο αδύναμος. Το Κογκρέσο στις ΗΠΑ έχει τη δυνατότητα με την ψήφο του να περιορίζει την εξουσία ενός πρόεδρου ή και να τον πιέζει σε κινήσεις. Είναι ωστόσο πολύ διαφορετικό αυτό από το να αναλαμβάνει μόνη της μία πρωτοβουλία η πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων η οποία όχι μόνο φαίνεται να συγκρούεται με τη γραμμή του Λευκού Οίκου, αλλά και πυροδοτεί μία κλιμάκωση που θα είναι ίσως δύσκολο να επιτρέψει στα εμπλεκόμενα μέρη να κάνουν πίσω.
Τώρα η Ουάσιγκτον προσπαθεί να σβήσει τις φωτιές που άναψε η Πελόζι λέγοντας πως το ταξίδι της «δεν αλλάζει το status quo» στην περιοχή ούτε σηματοδοτεί αλλαγή της πολιτικής των ΗΠΑ (που δεν αναγνωρίζουν την Ταϊβάν επισήμως ως ανεξάρτητο κράτος, ακόμη και εάν στην πράξη την αντιμετωπίζουν ως τέτοιο).
Αλλά η μπάλα βρίσκεται ήδη στο γήπεδο του Κινέζου προέδρου, Σι Τζινπίνγκ, όπως σημειώνει και το BBC. Kαι ο πρόεδρος Σι, αντιμέτωπος με μία οικονομία που κατεβάζει απότομα ταχύτητα και άλλες εσωτερικές προκλήσεις, αλλά και έχοντας μπροστά του το Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος, που θα του δώσει τρίτη θητεία, δεν είναι καθόλου βέβαιο προς πού θα την κλωτσήσει.