Απόψεις
Σάββατο, 16 Ιουλίου 2022 08:32

Το πρόβλημα με τις μετεγγραφές φοιτητών

Δύο είναι οι βασικές κατηγορίες μετεγγραφών: Με οικονομικά και κοινωνικά κριτήρια και οι μετεγγραφές αδελφών φοιτητών. Η μεγάλη τους διαφορά είναι ότι η πρώτη κατηγορία έχει περιορισμένο αριθμό μετεγγραφών που μπορεί να ικανοποιήσει· μόνο το 15% των θέσεων μπορεί να καλυφθεί, ώστε να μην υπερφορτώνονται κάποια Πανεπιστήμια και αδειάζουν άλλα. Είναι λογικό, λοιπόν, να υπάρχει κάποια μοριοδότηση, ώστε να προηγηθούν κάποιοι έναντι των άλλων σε περίπτωση που δεν επαρκούν οι θέσεις. 

Του Στράτου Στρατηγάκη 
Μαθηματικού - Ερευνητή
[email protected]
www.stadiodromia.gr

Δύο είναι οι βασικές κατηγορίες μετεγγραφών: Με οικονομικά και κοινωνικά κριτήρια και οι μετεγγραφές αδελφών φοιτητών. Η μεγάλη τους διαφορά είναι ότι η πρώτη κατηγορία έχει περιορισμένο αριθμό μετεγγραφών που μπορεί να ικανοποιήσει· μόνο το 15% των θέσεων μπορεί να καλυφθεί, ώστε να μην υπερφορτώνονται κάποια Πανεπιστήμια και αδειάζουν άλλα. Είναι λογικό, λοιπόν, να υπάρχει κάποια μοριοδότηση, ώστε να προηγηθούν κάποιοι έναντι των άλλων σε περίπτωση που δεν επαρκούν οι θέσεις. 

Η δεύτερη κατηγορία οι μετεγγραφές αδελφών φοιτητών, δηλαδή, δεν έχει κανένα περιορισμό θέσεων. Όποιος εκπληρώνει τις προϋποθέσεις μπορεί να πάρει μετεγγραφή. Σκοπός του νομοθέτη είναι να μην υπάρχει καμία οικογένεια με κατά κεφαλήν εισόδημα μικρότερο των 12.500 ευρώ που θα χρειάζεται να συντηρεί τρία σπίτια (την οικογενειακή εστία και δύο σπίτια φοιτητών σε διαφορετικές πόλεις). Είναι προφανές ότι όσοι μπορούν να ενταχθούν σ’ αυτή την κατηγορία μπορεί να είναι σίγουροι, και συνεπώς ήσυχοι, ότι θα πάρουν οπωσδήποτε μετεγγραφή· όσοι εντάσσονται στην πρώτη κατηγορία ζουν στην αβεβαιότητα.

Βασικές προϋποθέσεις και για τις δύο κατηγορίες είναι το τμήμα προορισμού να είναι αντίστοιχο με το τμήμα προέλευσης και να “πιάνει” ο υποψήφιος τη βάση της μετεγγραφής. Η αντιστοιχία του τμήματος προκύπτει από ένα πίνακα, που δημοσιεύει κάθε χρόνο το Υπουργείο Παιδείας, και είναι σαφής, δεν αφήνει, δηλαδή, περιθώρια αμφιβολιών. Αντίθετα η βάση μετεγγραφής είναι απροσδιόριστη τη στιγμή υποβολής του Μηχανογραφικού δελτίου του υποψηφίου, καθώς για τον υπολογισμό της χρειάζεται να γνωρίζουμε τη βάση που θα έχει το τμήμα προορισμού, όταν, με το καλό, ανακοινωθούν οι βάσεις. Από τη βάση του τμήματος προορισμού αφαιρούμε 2.750 μόρια και ο υποψήφιος πρέπει να συγκεντρώνει περισσότερα μόρια από αυτή τη διαφορά. Αν, δηλαδή, μία σχολή έχει βάση (τον Αύγουστο που θα ανακοινωθούν οι βάσεις) 15.000 μόρια τότε 15.000-2.750=12.250. Αν ο υποψήφιος έχει έστω και ένα μόριο λιγότερο, τότε δεν μπορεί να κάνει αίτηση μετεγγραφής για το συγκεκριμένο τμήμα. 

Μέχρι τώρα υπήρχε μία αμφιβολία στους γονείς, που αγχώνονται περισσότερο, αφού αυτοί πληρώνουν, αν θα πάρει ή όχι τη μετεγγραφή το παιδί τους. Φέτος τα πράγματα δυσκόλεψαν πάρα πολύ για τις μετεγγραφές. Η ακρίβεια και η οικονομική κρίση που ακολουθεί έκαναν πολλούς γονείς να μην αφήσουν τα παιδιά τους να δηλώσουν σχολές εκτός έδρας. Όσοι δήλωσαν σχολές εκτός έδρας έχουν πολύ μεγάλο άγχος, διότι τα πράγματα φέτος είναι πιο δύσκολα με τις μετεγγραφές. Η αλλαγή του τρόπου υπολογισμού των μορίων έκανε τους υποψηφίους να έχουν διαφορετικά μόρια για κάθε τμήμα. Πώς να υπολογίσουν τη διαφορά από το τμήμα προορισμού; Δεν υπάρχει κάποια ανακοίνωση από το Υπουργείο Παιδείας, που να λέει το λογικό και αναμενόμενο: η βάση της μετεγγραφής υπολογίζεται από τη βάση του τμήματος προορισμού μείον τα μόρια που έχει ο υποψήφιος για το συγκεκριμένο τμήμα. Ξεπερνώντας αυτό το εμπόδιο, η επόμενη ερώτηση των γονιών είναι και ποια θα είναι η βάση του τμήματος. Εδώ πολλοί γονείς και υποψήφιοι κάνουν ένα κρίσιμο λάθος: Αφαιρούν από τη βάση του 2021 τα μόρια που συγκεντρώνει φέτος ο υποψήφιος και συμπεραίνουν ότι μπορεί ή δεν μπορεί να κάνει αίτηση μετεγγραφής, ώστε να αποφασίσουν ή όχι αν θα δηλώσουν τη σχολή. 

Φέτος, όμως, κάθε υποψήφιος έχει διαφορετικά μόρια για κάθε τμήμα, με την καθιέρωση των συντελεστών βαρύτητας, κάτι που δεν ίσχυε πέρυσι. Έτσι οι περσινές βάσεις μπορεί να μην έχουν καμία σχέση με τις φετινές. Η αβεβαιότητα είναι, λοιπόν, πολύ μεγαλύτερη φέτος από τις προηγούμενες χρονιές. Το Υπουργείο Παιδείας όχι μόνο δεν βοηθά τα πράγματα αλλά τα χειροτερεύει. Είναι η πρώτη φορά εδώ και είκοσι (20) χρόνια που αρνείται να δώσει συγκεντρωτικά στοιχεία για τις επιδόσεις των υποψηφίων. Όλα τα προηγούμενα τουλάχιστον 20 χρόνια δημοσίευε ή την κλιμάκωση των μορίων ή το βαθμό πρόσβασης (το μέσο όρο των υποψηφίων), πόσοι υποψήφιοι, δηλαδή, έχουν μέσο όρο από 15 έως 15,5. Φέτος δεν δημοσιεύει αυτά τα στοιχεία. Οι λόγοι αυτής της άρνησης μου είναι άγνωστοι και ακατανόητοι. Θέλουν να κρύψουν ότι ένας στους τρεις υποψηφίους δεν μπορεί να υποβάλει μηχανογραφικό και θα μείνει εκτός ΑΕΙ; Μήπως είναι περισσότεροι οι υποψήφιοι που αποκλείονται από έναν στους τρεις; Θα το μάθουμε σε λιγότερο από ένα μήνα. Αυτή η άρνηση δυσχεραίνει τα πράγματα διότι, εκτός των άλλων, δεν μπορούν οι υποψήφιοι να αντιληφθούν αν οι βάσεις θα τραβήξουν την ανηφόρα, οπότε το όριο των 2.750 μορίων μπορεί να είναι άπιαστο ή οι βάσεις θα πέσουν οπότε ίσως είναι εφικτό το όριο. 

Είναι προφανές ότι η βάση της μετεγγραφής, η βάση του τμήματος -2.750 μόρια, είναι προβληματική. Θεσπίστηκε για να μην επιτρέπει σε υποψηφίους με πολύ λίγα μόρια να περνούν σε υψηλόβαθμες σχολές, που δεν μπορούν εκ των πραγμάτων να παρακολουθήσουν. Λογικός ο στόχος του μέτρου, αλλά λάθος η υλοποίηση. Κατ’ αρχάς το 2.750 είναι αυθαίρετο όριο. Θα μπορούσε να είναι 2.000 ή 3.000 ή οποιοδήποτε άλλο. Δεν υπάρχει, δηλαδή, κανείς λόγος για να είναι αυτό το όριο. Ας το δεχτούμε για να μην παίζουμε την κολοκυθιά. Ο προσδιορισμός της βάσης μετεγγραφής στηρίζεται σε στοιχεία που δεν γνωρίζει ο υποψήφιος τη στιγμή που συμπληρώνει το μηχανογραφικό του, αφού η βάση του τμήματος θα ανακοινωθεί όταν βγουν τα αποτελέσματα εισαγωγής. Αυτό κάνει το μέτρο λάθος εξ ορισμού. Είναι παράλογο να παίρνεις αποφάσεις χωρίς να έχει την απαραίτητη πληροφόρηση. Δεν στέκει με καμία λογική. Κάποιος άλλος τρόπος πρέπει να βρεθεί για να μην παίρνουν μετεγγραφή υποψήφιοι με πολύ χαμηλά μόρια σε υψηλόβαθμες σχολές. Και, φυσικά, πρέπει το Υπουργείο Παιδείας να σέβεται τον κόπο και την αγωνία των υποψηφίων και των γονέων και να φροντίζει το σύστημα εισαγωγής να είναι διαφανές και δίκαιο, όπως είναι η υποχρέωσή του.