«Ποτέ μην αφήνεις μια καλή κρίση να πάει χαμένη», έλεγε ο Ουίνστον Τσόρτσιλ και ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν φαίνεται να εφαρμόζει στο ακέραιο τη ρήση του «πατέρα της νίκης».
Του Μιχάλη Ψύλου
[email protected]
«Ποτέ μην αφήνεις μια καλή κρίση να πάει χαμένη», έλεγε ο Ουίνστον Τσόρτσιλ και ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν φαίνεται να εφαρμόζει στο ακέραιο τη ρήση του «πατέρα της νίκης».
Για τον Τούρκο πρόεδρο «η καλή κρίση» είναι ο πόλεμος της Ουκρανίας. Προσπαθώντας να πλασαριστεί ως «μεσολαβητής» σε εχθρούς και φίλους, ο Τούρκος πρόεδρος εκμεταλλεύεται φυσικά στο έπακρον τα όποια «εύσημα» παίρνει διεθνώς, για να προωθήσει την νέο-Οθωμανική εξωτερική του πολιτική. «Κάνοντας εχθρούς όλους τους γείτονές του», όπως εύστοχα γράφει η γερμανική Die Zeit. Με επιθετικές δηλώσεις στο Αιγαίο προκαλεί την Αθήνα, απειλεί να αποσταθεροποιήσει την νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ, αλλά και να ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς του με τους Κούρδους στη Συρία», τονίζει η γερμανική εφημερίδα. «Σχεδόν καθημερινά, τουρκικά μαχητικά αεροσκάφη πετούν πάνω από ελληνικά νησιά, όπως η Ρόδος, η Σάμος και η Κω. Στα τέλη Μαΐου, δύο τουρκικά βομβαρδιστικά πλησίασαν ακόμη και το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης, όπου έχει βάση ο αμερικανικός στρατός», τονίζει με φανερή έκπληξη η Die Zeit.
Στο ίδιο μήκος κύματος, η επίσης γερμανική Tagesschau σημειώνει ότι «αυτή η φραστική κλιμάκωση αφήνει σε πολλούς Έλληνες ένα πολύ άσχημο προαίσθημα. Οι περισσότεροι ελπίζουν ότι η πολεμική ρητορική του Τούρκου προέδρου είναι απλώς μέρος της προεκλογικής του στρατηγικής. Το επόμενο έτος διεξάγονται προεδρικές εκλογές στην Τουρκία και ο Ερντογάν ανακοίνωσε ότι σκοπεύει να είναι ξανά υποψήφιος», γράφει η Tagesschau και προσθέτει με έκδηλη αγωνία: «Ουδείς τολμά πραγματικά να προβλέψει πόσο μακριά θα φτάσει ο Ερντογάν».
Αναζωπύρωση εθνικισμού
Αναμφίβολα, πίσω από την κλιμάκωση που πυροδοτεί ο Τούρκος πρόεδρος κρύβεται η απόγνωσή του για το ίδιο το πολιτικό του μέλλον, μετά από 20 χρόνια ηγεμονικής παρουσίας στην πολιτική σκηνή στη Γείτονα. Το αργότερο ως τον Ιούνιο του 2023, θα πρέπει να προκηρύξει προεδρικές εκλογές και αυτή τη στιγμή η άσχημη οικονομική κατάσταση στη χώρα, λειτουργεί σε βάρος του. Με τον πληθωρισμό να τρέχει επισήμως με ρυθμό πάνω από 73% και ανεπισήμως πάνω από 160%- ο Ερντογάν δύσκολα μπορεί να πείσει ακόμη και την εκλογική βάση του κόμματός του για την αξιοπιστία της οικονομικής του πολιτικής. «Γιατί λοιπόν να μην αναζωπυρώσει μια σύγκρουση που σιγοκαίει εδώ και δεκαετίες ως αντιπερισπασμό;» διερωτάται η Tagesschau. Μπορεί να αποκλειστεί λοιπόν μια προβοκάτσια από την πλευρά της Τουρκίας; Η ιστορία των ελληνο-τουρκικών σχέσεων δεν το αποκλείει. Σε κάθε περίπτωση καθοριστική μπορεί να αποδειχτεί η σύνοδος κορυφής του ΝΑΤΟ, στις 29 και 30 Ιουνίου, στη Μαδρίτη, όπου ο Ερντογάν θα επιχειρήσει να παίξει όλα τα χαρτιά του, εκβιάζοντας για την ένταξη Σουηδίας και Φινλανδίας στη Συμμαχία. Θα επικρατήσει η λογική του «βρείτε τα» με την Τουρκία ή θα πιεστεί ο Ερντογάν να σταματήσει την πολεμική του ρητορική; Δύσκολη η εξίσωση, καθώς η Αγκυρα δείχνει ότι ετοιμάζεται να εκμεταλλευτεί την 100η επέτειο της Μικρασιατικής Καταστροφή για να πυροδοτήσει κι άλλο το κλίμα και να αναζωπυρώσει το μόνο όπλο που του έχει απομείνει: τον εθνικισμό. Ειδικά, όταν η τελευταία δημοσκόπηση της εταιρείας Metropoll έδειξε ότι οι προσκείμενοι στην αντιπολίτευση, δύο δημοφιλείς δήμαρχοι-ο Μανσούρ Γιαβάς της Αγκυρας και ο Εκρέμ Ιμάμογλου της Κωνσταντινούπολης, θα μπορούσαν ενδεχομένως να κερδίσουν τον Ερντογάν, στις εκλογές του 2023.
«Εύλογες ανησυχίες»
Στις κινήσεις του Ερντογάν για την αναζωπύρωση του εθνικιστικού κλίματος, εντάσσεται και η σχεδιαζόμενη νέα εισβολή στη βορειοανατολική Συρία. Ο Τούρκος πρόεδρος δηλώνει πώς στόχος της νέας στρατιωτικής επιχείρησης στο συριακό έδαφος είναι η δημιουργία μιας «ζώνης ασφαλείας» πλάτους 30 χιλιομέτρων στη μεθόριο των δύο χωρών, για την αποτροπή «τρομοκρατικών» επιθέσεων από τους Κούρδους της Συρίας στην Τουρκία. «Ελπίζουμε ότι ουδείς από τους αληθινούς συμμάχους ή φίλους μας θα αντιταχθεί σε αυτές τις νόμιμες ανησυχίες για την ασφάλεια της χώρας μας, ενάντια στις τρομοκρατικές οργανώσεις», δήλωσε ο Ερντογάν. Ποιοι δήλωσαν πώς κατανοούν τις «ανησυχίες» του Τούρκου προέδρου; Ο ΓΓ του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτεμπεργκ και η …Μόσχα. «Όταν ένας ζωτικής σημασίας βασικός σύμμαχος, όπως η Τουρκία, εγείρει ανησυχίες για την τρομοκρατία, τότε φυσικά πρέπει να καθίσουμε και να τις λάβουμε στα σοβαρά. Και αυτό ακριβώς κάνουμε», είπε ο ΓΓ του ΝΑΤΟ, προσπαθώντας να «καλοπιάσει» την Αγκυρα, για να άρει τις ενστάσεις της στην ένταξη της Φινλανδίας και της Σουηδίας στη Συμμαχία. Ο Στόλτενμπεργκ βέβαια,έτσι κι αλλιώς δεν εξέπληξε κανέναν με δεδομένα τα γνωστά αισθήματά του έναντι της Αγκυρας. Περισσότερη «έκπληξη» προκάλεσε φαινομενικά η στάση της Μόσχας, με δεδομένο ότι Ρωσία και Τουρκία έχουν αντίθετα συμφέροντα στη Συρία.
Η Μόσχα όμως, λόγω της απομόνωσής της από τη Δύση για τον πόλεμο της Ουκρανίας, ελπίζει να κρατήσει στο πλευρό της την Αγκυρα, παρά τα πολλά σημεία τριβής, συμπεριλαμβανομένων των πωλήσεων τουρκικών drones στην Ουκρανία. Υπάρχει άλλωστε και το «αγκάθι» των Στενών του Βοσπόρου και της εξάρτησης του διάπλου των ρωσικών πολεμικών σκαφών από τις ορέξεις του Ερντογάν, λόγω της Συνθήκης του Μοντρέ.
Αντιδρούν ΗΠΑ και Ιράν
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, εξέφρασε πάντως τη «βαθιά ανησυχία» του για τον αντίκτυπο μιας νέας τουρκικής στρατιωτικής εισβολής στους αμάχους, τις αμερικανικές, αντιτρομοκρατικές επιχειρήσεις και τις προσπάθειες προώθησης της πολιτικής σταθερότητας στη Συρία. Εντονη αντίθεση σε μια νέα τουρκική στρατιωτική επιχείρηση στη Συρία εξέφρασε και το Ιράν. Η Τεχεράνη έστειλε μάλιστα «ενισχύσεις σε δύο σιϊτικούς οικισμούς, βορειοδυτικά του Χαλεπίου, όχι μακριά από την Κουρδική περιοχή, που βρίσκεται στο στόχαστρο της Άγκυρας.
Το σενάριο είναι ανατριχιαστικό, αλλά κυκλοφορεί σε αντιπολιτευόμενους κύκλους στην Κωνσταντινούπολη: Αν η οικονομία δεν ανακάμψει και οι δημοσκοπήσεις εξακολουθούν να δίνουν σαφές προβάδισμα στην αντιπολίτευση, ο Τούρκος πρόεδρος θα μπορούσε να επικαλεστεί το άρθρο του Συντάγματος που του επιτρέπει να αναβάλει τις εκλογές, αν η χώρα βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση.