Για να αποφύγει μια άμεση εμπλοκή στον πόλεμο το Βερολίνο διστάζει στην επιβολή κυρώσεων και την αποστολή όπλων. Πόσο πετυχημένη είναι αυτή η σχοινοβασία;
Για να αποφύγει μια άμεση εμπλοκή στον πόλεμο το Βερολίνο διστάζει στην επιβολή κυρώσεων και την αποστολή όπλων. Πόσο πετυχημένη είναι αυτή η σχοινοβασία;
Για βάναυση επιθετικότητα και ιμπεριαλισμό κατηγόρησε πριν λίγες μέρες τη Ρωσία ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς σε συνέντευξη στην DW αναφερόμενος στην εισβολή στην Ουκρανία. Ο γερμανός καγκελάριος υπογράμμισε μάλιστα ότι «δεν πρέπει να υπάρξει ποτέ ξανά επιτυχημένη προσπάθεια μετατόπισης συνόρων με τη βία».
Ο καγκελάριος αντιμετωπίζεται ωστόσο ως διστακτικός, τόσο στο εσωτερικό όσο και το εξωτερικό. Όσον αφορά για παράδειγμα την αποστολή βαρέος οπλισμού στην Ουκρανία είναι οι συγκυβερνώντες Πράσινοι και Φιλελεύθεροι, οι οποίοι ασκούν πιέσεις στην καγκελαρία για λήψη άμεσων αποφάσεων.
Ο ειδικός σε θέματα εξωτερικής πολιτικής Γιοχάνες Βάρβικ από το Πανεπιστήμιο Χάλε περιγράφει τη στρατηγική της ομοσπονδιακής κυβέρνησης ως προσπάθεια «να ακολουθήσει τους εταίρους, παρά να ηγηθεί». Ως προς το εμπάργκο σε βάρος της Μόσχας καθώς και τις παραδόσεις όπλων στην Ουκρανία, «δεν αναλαμβάνει πρωτοβουλία, αλλά ασπάζεται αποφάσεις, οι οποίες λίγο νωρίτερα έχουν ληφθεί από σύμμαχες χώρες».
Μηδενική η πιθανότητα ειρηνευτικών συνομιλιών
Η κατηγορία ότι ο Όλαφ Σολτς θέλει απλά να κερδίσει χρόνο διατυπώνεται και από γερμανούς πολιτικούς της αντιπολίτευσης. Ο χριστιανοδημοκράτης βουλευτής Φλόριαν Χαν, μέλος της κοινοβουλευτικής Επιτροπής Άμυνας, δηλώνει σε συνέντευξη στο πολιτικό περιοδικό Cicero: «Ο καγκελάριος θέλει να μεταθέσει στο μέλλον, όσο γίνεται περισσότερο, τις προμήθειες όπλων ».
Κατά την εκτίμηση του Γιοχάνες Βάρβικ όμως ο γερμανός καγκελάριος «ανήκει στις συνετές φωνές, οι οποίες θέλουν από τη μια πλευρά να είναι αλληλέγγυες με το Κίεβο, αλλά από την άλλη εξετάζουν σοβαρά τους μεγάλους κινδύνους και τις τυχόν παρενέργειες που θα μπορούσαν να προκύψουν από την παράδοση βαρέος οπλισμού στην Ουκρανία».
Στη συνέντευξη στην DW ο καγκελάριος Σολτς απευθύνει έκκληση στον ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν να σκεφτεί και το συμφέρον της Ρωσίας, τονίζοντας ότι «οι κυρώσεις προκαλούν σημαντικές ζημιές στην οικονομία της χώρας». Και μόνο γι αυτό το λόγο η Μόσχα θα έπρεπε να σταματήσει τον πόλεμο, δηλώνει ο καγκελάριος. Τίποτα όμως δεν δείχνει προς την κατεύθυνση μιας ειρήνευσης. Η Ρωσία συνεχίζει με αμείωτη ένταση τις στρατιωτικές επιχειρήσεις στα ανατολικά και τα νότια τμήματα της Ουκρανίας. Την ίδια στιγμή ο ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι προτρέπει την Μόσχα να επιστρέψει όσα εδάφη κατέχει παραβιάζοντας το διεθνές δίκαιο συμπεριλαμβανομένης της Κριμαίας, η οποία προσαρτήθηκε το 2014. Η Ρωσία ωστόσο αποκλείει ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Όπως όλα δείχνουν η πιθανότητα ειρηνευτικών συνομιλιών ισούνται στην παρούσα φάση με μηδέν.
Ευνόητο ότι το Κίεβο θέλει να εμπλέξει την Γερμανία σε ένα πόλεμο
Ο Γιοχάνες Βάρβικ θεωρεί «σοβαρό λάθος να είμαστε προσδεμένοι στο άρμα της Ουκρανίας, μιας και η Γερμανία έχει και διαφορετικά συμφέροντα από την Ουκρανία, όπως είναι η αποφυγή ενός άμεσου πολέμου με τη Ρωσία, στον οποίο το Κίεβο θα ήθελε να μας παρασύρει για ευνόητους λόγους. Αυτό θα πρέπει να αποφευχθεί πάση θυσία». Ο γερμανός ειδικός θεωρεί ότι «δεν θα πρέπει να αποτελεί ταμπού να πιέζουμε την Ουκρανία να αναζητήσει συμβιβαστική λύση με τη Ρωσία, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει απώλεια μέρους της επικράτειάς της. Προς το παρόν, αυτό το σενάριο είναι προτιμότερο από μια μακροπρόθεσμη κλιμάκωση με απρόβλεπτες συνέπειες».
Σε περίπτωση που οι όροι του Κιέβου για μια ειρήνευση είναι μη ρεαλιστικοί και η Ρωσία επιλέξει να συνεχίσει τον πόλεμο τότε η Ουκρανία θα βρεθεί αντιμέτωπη με ένα πόλεμο διαρκείας. Η κατάσταση αυτή θυμίζει την μακρόχρονη αποστολή στο Αφγανιστάν, η οποία πραγματοποιήθηκε από τους δυτικούς συμμάχους χωρίς προοπτική τέλους. Είναι συνεπώς περισσότερο από εμφανές ότι ούτε η Μόσχα, ούτε το Κίεβο, αλλά ούτε και το Βερολίνο διαθέτουν στρατηγική εξόδου από τον πόλεμο στην Ουκρανία.