Της Λένας Μόκα,
Οικονομολόγου (Msc) και επιστημονικού στελέχους του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων Ελλάδος
Της Λένας Μόκα,
Οικονομολόγου (Msc) και επιστημονικού στελέχους του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων Ελλάδος
Η οκονομική και κοινωνική ευημερία της χώρας είναι απόλυτα εξαρτημένη από τον βαθμό αξιοποίησης των ψηφιακών τεχνολογιών και του βαθμού επίτευξης της ψηφιακής μετάβασης. Παρότι οι επιδόσεις της Ελλάδας όσον αφορά την ψηφιακή της ωριμότητα συνεχώς βελτιώνονται, η κατάταξή της συνεχίζει να βρίσκεται κάτω από τον μέσο όρο της E.E. Σύμφωνα με τον δείκτη Ψηφιακής Οικονομίας και Κοινωνίας (Digital Economy and Society Index -DESI) για το 2021, η χώρα μας κατατάσσεται 25η μεταξύ των 27 κρατών-μελών της Ε.Ε. Αυτό σημαίνει ότι η χώρα στερείται χρόνου ωρίμανσης των ψηφιακών της σχεδίων και θα πρέπει να επιβιβαστεί άμεσα στο όχημα της ψηφιακής μετάβασης προκειμένου να επιτύχει μεγαλύτερα ψηφιακά άλματα από τις άλλες χώρες.
Η «Βίβλος Ψηφιακού Μετασχηματισμού 2020-2025» του υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης αποτελεί το στρατηγικό πλάνο για την ψηφιακή μετάβαση της χώρας και το εργαλείο επίτευξης της σταδιακής σύγκλισης των επιδόσεων της Ελλάδας με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Η Βίβλος δείχνει να χαρακτηρίζεται από στοιχεία που προσδίδουν ολοκληρωμένο χαρακτήρα στην προσπάθεια αυτή, καλύπτοντας βασικούς και αλληλοσυνδεόμενους άξονες παρέμβασης, όπως η βελτίωση πρόσβασης στο διαδίκτυο, η διεύρυνση των ψηφιακών υπηρεσιών στους πολίτες, η ανάπτυξη ψηφιακών δεξιοτήτων, η διευκόλυνση ψηφιακής επιχειρηματικότητας και η ενίσχυση ψηφιακής καινοτομίας.
Όσον αφορά την επιχειρηματικότητα, η Βίβλος εστιάζει στη δημιουργία του γενικότερου πλαισίου των προϋποθέσεων που θα διευκολύνουν την ψηφιακή μετάβαση των επιχειρήσεων με έργα όπως η ενίσχυση και η ολοκλήρωση των διαθέσιμων ψηφιακών υπηρεσιών προκειμένου το σύνολο των φορολογικών, ασφαλιστικών, εργασιακών και άλλων ειδών υποχρεώσεων των επιχειρήσεων να εξυπηρετείται ψηφιακά και με τον ελάχιστο δυνατό φόρτο για τις επιχειρήσεις.
Βέβαια, πρέπει να σημειωθεί πως σύμφωνα με στοιχεία του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών, Εμπόρων, Βιοτεχνών Ελλάδος (ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ) για τον ψηφιακό μετασχηματισμό, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις διαφέρουν σημαντικά ως προς την ψηφιακή τους ωριμότητα βάσει ορισμένων παραμέτρων, όπως είναι ο κλάδος, το μέγεθος, η γεωγραφική θέση, το επιχειρηματικό μοντέλο κ.ά. Αναδύεται λοιπόν ένα σαφές τεχνο-παραγωγικό χάσμα σε επίπεδο μικρών επιχειρήσεων ανάμεσα σε αυτές που προσαρμόζονται ταχύτερα στις τεχνολογικές εξελίξεις και στο ευρύτερο τμήμα των μικρών επιχειρήσεων που παρουσιάζουν περιορισμένη δραστηριότητα ψηφιακής προσαρμογής.
Η τάση αυτή επιβεβαιώνεται και από τη Βίβλο, στην οποία αποτυπώνεται ότι ο ψηφιακός μετασχηματισμός πραγματοποιείται με διαφορετικό ρυθμό ανά κλάδο και επιχειρηματική οντότητα, προτείνοντας για την εξισορρόπηση αυτής της κατάστασης τη δημιουργία ενός εργαλείου αποτίμησης του βαθμού ωριμότητας των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων.
Απαραίτητο καταλύτη στην προσπάθεια αυτή αποτελούν οι φορείς εκπροσώπησης και υποστήριξης των μικρών επιχειρήσεων και εν προκειμένω το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, το οποίο μπορεί να συμβάλει καθοριστικά σε δύο άξονες:
Απώτερος στόχος από την ενεργοποίηση και τη συμβολή του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ σε ζητήματα που άπτονται της ψηφιακής ωριμότητας και ετοιμότητας των μικρών επιχειρήσεων είναι η εδραίωση ενός μόνιμου, αλλά εξελισσόμενου μοντέλου συνεργασίας και τροφοδότησης με τη δημόσια διοίκηση.