Βότκα. Καύσιμα για τζετ. Απολυμαντικό χεριών. Αρώματα. Ένας αυξανόμενος αριθμός εταιρειών μετατρέπει το διοξείδιο του άνθρακα που συλλαμβάνεται από τον αέρα ή τις καπνοδόχους των εργοστασίων σε καθημερινά προϊόντα, ώστε τα αέρια που ευθύνονται για το φαινόμενο του θερμοκηπίου να μη διαφεύγουν στην ατμόσφαιρα και να θερμαίνουν τον πλανήτη - ή τουλάχιστον να ανακυκλώνονται μερικές φορές προτού το κάνουν, σύμφωνα με το Bloomberg.
Της Έφης Τριήρη
[email protected]
Μία νέα αγορά αξίας κοντά στο 1 τρισ. δολάρια μόνο στις ΗΠΑ βρίσκεται στα «σπάργανα», με εντυπωσιακές προοπτικές: θα μπορούσε να συμβάλει τα μέγιστα στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Η νέα αγορά αφορά την αποθήκευση και χρήση του διοξειδίου του άνθρακα για την παραγωγή διάφορων αγαθών.
Βότκα. Καύσιμα για τζετ. Απολυμαντικό χεριών. Αρώματα. Ένας αυξανόμενος αριθμός εταιρειών μετατρέπει το διοξείδιο του άνθρακα που συλλαμβάνεται από τον αέρα ή τις καπνοδόχους των εργοστασίων σε καθημερινά προϊόντα, ώστε τα αέρια που ευθύνονται για το φαινόμενο του θερμοκηπίου να μη διαφεύγουν στην ατμόσφαιρα και να θερμαίνουν τον πλανήτη - ή τουλάχιστον να ανακυκλώνονται μερικές φορές προτού το κάνουν, σύμφωνα με το Bloomberg.
Η τεχνολογία δέσμευσης και αποθήκευσης του άνθρακα λειτουργεί με τον διαχωρισμό του CO2 από άλλα αέρια, χρησιμοποιώντας ακριβούς διαλύτες που προσελκύουν τα μόρια, όπως τα ρινίσματα σιδήρου, σε έναν μαγνήτη. Μόλις συλληφθεί, το CO2 μπορεί να θαφτεί βαθιά μέσα στο έδαφος, σε μέρη όπως εξαντλημένα πηγάδια εξόρυξης πετρελαίου, όπου παραμένει για αιώνες. Αλλά αυτή η διαδικασία έχει τις προκλήσεις της. Εκτός από το υψηλό κόστος, οι εταιρείες πρέπει επίσης να καταλάβουν πώς να μεταφέρουν το CO2 και να βρουν τις κατάλληλες γεωλογικές δομές στις οποίες θα το αποθηκεύσουν.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ορισμένες νεοφυείς επιχειρήσεις στρέφονται σε αυτό που είναι γνωστό ως «δέσμευση και χρήση άνθρακα», όπου το CO2 χρησιμοποιείται για την παραγωγή αγαθών που μπορούν να πωληθούν για να χρηματοδοτήσουν τη βελτίωση των τεχνολογιών τους. Υπάρχει αυτή τη στιγμή μια δυνητική αγορά αξίας 1 τρισ. δολαρίων μόνο στις ΗΠΑ για προϊόντα που παράγονται από δεσμευμένες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, σύμφωνα με τη μη κυβερνητική οργάνωση Carbon180, που κυμαίνονται από πλαστικά και δομικά υλικά μέχρι τρόφιμα και ποτά.
Οι τεχνολογίες δέσμευσης, χρήσης και αποθήκευσης άνθρακα είναι κρίσιμες για να τεθούν τα ενεργειακά συστήματα σε όλο τον κόσμο σε μια βιώσιμη πορεία. Παρά την τεράστια σημασία αυτών των τεχνολογιών για τη μετάβαση σε καθαρές μορφές ενέργειας, η ανάπτυξη άργησε να απογειωθεί - υπάρχουν μόνο 20 εμπορικές επιχειρήσεις δέσμευσης, χρήσης και αποθήκευσης άνθρακα παγκοσμίως. Ωστόσο, παρατηρείται έντονη κεκτημένη ταχύτητα αυτή τη στιγμή, με σχέδια για περισσότερες από 30 εμπορικές εγκαταστάσεις να έχουν ανακοινωθεί τα τελευταία χρόνια και παρά την κρίση Covid-19, το 2020 οι κυβερνήσεις και η βιομηχανία δέσμευσαν περισσότερα από 4,5 δισ. δολάρια για το συγκεκριμένο τομέα.
Σήμερα, υπάρχουν μόνο 27 επιχειρησιακά έργα δέσμευσης άνθρακα παγκοσμίως, με 13 στις ΗΠΑ, που αξιοποιούν μόνο μία μικρή αναλογία των εκπομπών CO2. Αυτό θα χρειαστεί να αυξηθεί σε εκατοντάδες ή και χιλιάδες εγκαταστάσεις παγκοσμίως. Από ένα σύνολο 40 εκατ. τόνων CO2 που δεσμεύτηκαν το 2020, ο κόσμος θα χρειαστεί να επιτύχει 1.670 εκατ. τόνους CO2 έως το 2030 και 7.600 εκατ. τόνους CO2 έως το 2050, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας (IEA).
Το CO2 μπορεί να μετατραπεί σε έξι τύπους προϊόντων: οικοδομικά υλικά, χημικά, πρόσθετα άνθρακα, καύσιμα, πολυμερή και πρωτεΐνες. «Τα οικοδομικά υλικά θα αναδειχθούν στον μεγαλύτερο τομέα για χρήση του διοξειδίου του άνθρακα, εκπροσωπώντας το 86% της συνολικής αξίας της αγοράς έως το 2040. Σε αυτό θα βοηθήσει και το γεγονός ότι η χρήση του CO2 έχει χαμηλά τεχνικά εμπόδια. Για παράδειγμα, το διοξείδιο του άνθρακα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή αδρανών για ανάμιξη με τσιμέντο ή για να εγχυθεί απευθείας σε υγρό σκυρόδεμα», εξηγεί αναλυτής της αμερικανικής εταιρείας τεχνολογικών ερευνών Lux Research. Η ίδια προέβλεψε τον Φεβρουάριο ότι η παγκόσμια αγορά για τη χρήση CO2 θα αυξηθεί από περίπου 10 δισ. δολάρια το 2019 σε 70 δισ. δολάρια έως το 2030, πριν εκτιναχθεί στα 550 δισ. δολάρια το 2040 και να φθάσει κάποια στιγμή την αξία του 1 τρισ. δολαρίων. Επί του παρόντος, ο μεγαλύτερος μεμονωμένος καταναλωτής είναι ο τομέας των λιπασμάτων που χρησιμοποιεί το CO2 για την παραγωγή ουρίας.
Οι διεθνείς αγορές άνθρακα μπορούν να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο στη μείωση των παγκόσμιων εκπομπών αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Ο αριθμός των συστημάτων εμπορίας εκπομπών παγκοσμίως αυξάνεται συνεχώς. Εκτός από το σύστημα εμπορίας εκπομπών της Ε.Ε. (EU ETS), ήδη λειτουργούν -ή βρίσκονται σε εξέλιξη- εθνικά ή υποεθνικά συστήματα στον Καναδά, την Κίνα, την Ιαπωνία, τη Νέα Ζηλανδία, τη Νότια Κορέα, την Ελβετία και τις ΗΠΑ. Το Χρηματιστήριο Ρύπων της Ε.Ε., η οποία αποτελεί την πρώτη και μεγαλύτερη αγορά άνθρακα παγκοσμίως, άρχισε τη λειτουργία του το 2005 και καλύπτει τα 3/4 εμπορίας εκπομπών άνθρακα παγκοσμίως.
Τα πιο γνωστά χρηματιστήρια ενέργειας της Ευρώπης είναι το Nord Pool, το οποίο εξυπηρετεί τις σκανδιναβικές χώρες και κράτη της Βαλτικής και το χρηματιστήριο της Λειψίας ΕΕΧ, στο οποίο έχει συγχωνευτεί και το γαλλικό χρηματιστήριο Powernext. Στα χρηματιστήρια αυτά διενεργούνται συναλλαγές ηλεκτρικής ενέργειας, φυσικού αερίου και δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων. Το TTF είναι το μεγαλύτερο χρηματιστήριο φυσικού αερίου στην Ευρώπη και από αυτό καθορίζονται οι τιμές του φυσικού αερίου και του ηλεκτρικού ρεύματος σε όλες της χώρες της ηπείρου. Στο χρηματιστήριο TTF εντάσσεται πλέον και το ηλεκτρικό ρεύμα της Ευρώπης.
Το ιταλικό χρηματιστήριο ενέργειας GME (Gestore dei Mercati Energetici) ανήκει στο υπουργείο Οικονομικών της χώρας και ιδρύθηκε το 2000. Η Ισπανία και η Πορτογαλία έχουν κοινό χρηματιστήριο το OMIE (OMI-Polo Espanol), έπειτα από διεθνή συμφωνία των δύο χωρών, το οποίο καλύπτει επομένως ολόκληρη την Ιβηρική Χερσόνησο και βρίσκεται υπό ισπανική δικαιοδοσία. Το OΜΙΡ με έδρα επίσης τη Μαδρίτη συστήθηκε το 2006 και απαρτίζεται από 12 χώρες (Πορτογαλία, Ισπανία, Βρετανία, ΗΠΑ, Γερμανία, Ελβετία, Ολλανδία, Μάλτα, Βέλγιο, Δανία, Λουξεμβούργο, Νησιά Κέιμαν). Η EPEX Spot Market συστήθηκε το 2008 με έδρα το Παρίσι και απαρτίζεται από οκτώ χώρες (Γαλλία, Γερμανία, Αυστρία, Βέλγιο, Λουξεμβούργο, Βρετανία, Ελβετία, Ολλανδία).
Εκτός Ευρώπης, η EMC με έδρα τη Σιγκαπούρη αποτελεί την πρώτη απελευθερωμένη αγορά ηλεκτρικής ενέργειας της Ασίας, ενώ υπάρχουν ακόμη η τουρκική EXIST με έδρα την Κωνσταντινούπολη, το ICE (Ιntercontinental Exchange) σε ΗΠΑ, Ευρώπη και της Σιγκαπούρη που συστήθηκε το 2000, η IEX της Ινδίας, η JEPX της Ιαπωνίας και η Mosenex της Ρωσίας.
Τα χρηματιστήρια ενέργειας προσφέρουν σε παραγωγούς και προμηθευτές πρόσβαση στη χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, χωρίς την ανάγκη προγενέστερης σύμβασης πώλησης ή αγοράς ενέργειας.
Τα βασικά προϊόντα που τίθενται υπό διαπραγμάτευση σε ένα χρηματιστήριο ενέργειας μπορεί να είναι:
*** στη φυσική αγορά - συμβόλαια της επόμενης μέρας και εντός της ημέρας,
*** στη χρηματοπιστωτική αγορά - συμβόλαια παραγώγων όπως συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης, συμβάσεις ανταλλαγής και δικαιώματα προαίρεσης, και
*** Εξωχρηματιστηριακή εκκαθάριση σε προθεσμιακές αγορές.
Οι φυσικές αγορές περιλαμβάνουν την εμπορία και την πληρωμή για τα φυσικά εμπορεύματα, ενώ οι χρηματοοικονομικές αγορές περιλαμβάνουν την αγορά και πώληση χρηματοοικονομικών προϊόντων που βασίζονται σε φυσικό αέριο και ηλεκτρική ενέργεια. Τα φυσικά προϊόντα είναι αυτά των οποίων οι συμβάσεις περιλαμβάνουν τη φυσική παράδοση φυσικού αερίου ή ηλεκτρικής ενέργειας. Τα χρηματοοικονομικά προϊόντα δεν περιλαμβάνουν την παράδοση φυσικού αερίου ή ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά μόνο την ανταλλαγή χρημάτων. Ορισμένα από τα χρηματιστήρια ενέργειας εντός της Ε.Ε. λειτουργούν τόσο στη φυσική όσο και στη χρηματοοικονομική αγορά, ενώ άλλα χρηματιστήρια λειτουργούν μόνο σε ένα από τα δύο τμήματα της αγοράς.
Το Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας (ΕΧΕ) λειτουργεί στο πλαίσιο του Μοντέλου-Στόχου (Target Model), σε εφαρμογή των Ευρωπαϊκών Κανονισμών και Οδηγιών για την ολοκλήρωση της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.
Περιλαμβάνει τέσσερις επιμέρους αγορές:
*** Την Αγορά Επόμενης Ημέρας (Day-Ahead Market), όπου γίνονται αγοραπωλησίες ηλεκτρικής ενέργειας με υποχρέωση φυσικής παράδοσης την επόμενη μέρα (spot).
*** Την Ενδοημερήσια Αγορά (Intra-Day Market) όπου οι συμμετέχοντες μπορούν να υποβάλλουν προσφορές αγοράς και πώλησης για αυθημερόν φυσική παράδοση (spot).
*** Την Αγορά Εξισορρόπησης (Balancing Market). Πρόκειται στην ουσία για την αγορά που εξισορροπεί την προσφορά με τη ζήτηση και τις απώλειες.
*** Την Προθεσμιακή Αγορά όπου διαπραγματεύονται μηνιαία, τρίμηνα, εξάμηνα και ετήσια Συμβόλαια Μελλοντικής Εκπλήρωσης με φυσική παράδοση. Αυτή η αγορά δεν έχει λειτουργήσει ακόμη, με αποτέλεσμα να προκαλούνται στρεβλώσεις στη διαμόρφωση των τιμών.
Το ΕΧΕ είναι υπεύθυνο για τη λειτουργία των τριών αγορών (Επόμενης Ημέρας, Ενδοημερήσια, Προθεσμιακή) και ο ΑΔΜΗΕ για την Αγορά Εξισορρόπησης. Η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) έχει την εποπτεία και μπορεί να επιβάλλει μέτρα και όρους σε ενεργειακές επιχειρήσεις για τη διασφάλιση υγιούς ανταγωνισμού και την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς.
Οι ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να παίξουν σημαντικό ρόλο τόσο στην καθιέρωση καλύτερων νομικών προδιαγραφών όσο και στην υποστήριξη των τιμών διοξειδίου του άνθρακα, καθιστώντας τις εκπομπές πιο ακριβές. «Πρωτίστως, χρειαζόμαστε μία πραγματική αγορά, με σταθερή και προβλέψιμη τιμή CO2. Αυτό θα προσφέρει στη βιομηχανία το κίνητρο για να επενδύσει, να δημιουργήσει οικονομίες κλίμακος και να επεκταθεί», αναφέρουν παράγοντες της αγοράς δέσμευσης και χρήσης διοξειδίου του άνθρακα. Μεταξύ άλλων, θα χρειαστούν και αλλαγές στο υπάρχον Σύστημα Εμπορίας Ρύπων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ένα από τα βασικά εμπόδια στην υλοποίηση προγραμμάτων δέσμευσης και χρήσης διοξειδίου του άνθρακα είναι η έλλειψη ενός νομικού πλαισίου.«Χρειαζόμαστε έναν μηχανισμό για την ιχνηλασιμότητα του CO2 σε όλη τη βιομηχανία, λαμβάνοντας υπόψη την αξία της ανακύκλωσης του CO2. Πρέπει να εναρμονιστεί μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών και να συμβάλει στην αποδοχή του επαναχρησιμοποιούμενου CO2 και στην αναγνώριση της αξίας του για τη μετάβαση σε πιο καθαρές μορφές ενέργειας. Με τον ίδιο τρόπο που οι καταναλωτές εκτιμούν το γεγονός ότι ένα φλις είναι κατασκευασμένο από ανακυκλωμένα μπουκάλια, τα προϊόντα που κατασκευάζονται από ανακυκλωμένο CO2 θα πρέπει να αναγνωρίζονται και να αξιολογούνται ανάλογα», επισημαίνουν οι ίδιοι παράγοντες. Για παράδειγμα, η χρήση διοξειδίου του άνθρακα για την παραγωγή ουρίας σε εργοστάσια αμμωνίας θα πρέπει να αναγνωρίζεται στις αναφορές για τις εκπομπές ρύπων ως CO2 που έχει αποφευχθεί παρά ως απαιτούμενο δικαίωμα εκπομπών ρύπων.