Η σερβική πολιτική ενδέχεται να έρθει αντιμέτωπη με έναν θεμελιώδη επαναπροσδιορισμό των σχέσεων της με τη Ρωσία. Οι δεσμοί με τη Δύση παραμένουν ισχυροί.
Η Σερβία θεωρείται παραδοσιακά ο στενότερος σύμμαχος της Ρωσίας στην Ευρώπη. Η βαλκανική χώρα διατηρεί επίσης εξαιρετικές σχέσεις της με την Κίνα, η οποία στήριξε πολλά έργα υποδομής με τεράστια δάνεια, όπως για παράδειγμα την επέκταση των σερβικών σιδηροδρόμων, αλλά και οδικά έργα ή σε σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Η Σερβία είναι επίσης υποψήφια χώρα για ένταξη στην ΕΕ. Αυτή η διφορούμενη πολιτική της χώρας των Δυτικών Βαλκανίων έχει βέβαια μακρά παράδοση.
Ο πρώην πρόεδρος και νυν πολιτικός της αντιπολίτευσης Μπόρις Τάντιτς ακολούθησε ήδη μια ανάλογη πολιτική, την οποία περιέγραψε ως «εξωτερική πολιτική των τεσσάρων πυλώνων». Εκτός από τη Ρωσία, την Κίνα και την ΕΕ, ως τέταρτος εταίρος επιλέχθηκαν οι Ηνωμένες Πολιτείες.
Ωστόσο η πολιτική στάση της Σερβίας, η οποία συχνά επικρίνεται από τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο ως «πολιτική ισορροπιών», μπορεί τώρα να λήξει οριστικά. Η Σερβία θα πρέπει να αποφασίσει σε ποια πλευρά θέλει να βρίσκεται.
Μέχρι στιγμής τα σερβικά φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ έδιναν μια σαφή εικόνα: Ρωσία και Κίνα ήταν φίλοι, ενώ η απειλή προερχόταν από τη Δύση. Ωστόσο από την περασμένη εβδομάδα, τα συγκεκριμένα μέσα ενημέρωσης ακολούθησαν μια διαφορετική γραμμή. «Ο Πούτιν ξέχασε τους Σέρβους και το Κοσσυφοπέδιο λόγω του πολέμου του», ήταν ο τίτλος της «Blic», ενώ η «Telegraf» ήταν ακόμη πιο ξεκάθαρη: «Ο Πούτιν μαχαιρώνει πισώπλατα τους Σέρβους».
Τι συνέβη όμως; Ο Ρώσος πρόεδρος δικαιολόγησε τους ισχυρισμούς του για την Κριμαία και την ανατολική Ουκρανία, λέγοντας ότι η Δύση θέλησε να αποσχισθεί το Κοσσυφοπέδιο από το σερβικό κράτος και το αναγνώρισε βάσει διεθνούς δικαίου. Ή πιο απλά: Εσείς διευκολύνατε την απόσχιση του Κοσσυφοπεδίου από τη Σερβία, το ίδιο κάνουμε και εμείς τώρα με την Κριμαία και την ανατολική Ουκρανία. Μία συλλογιστική πορεία που θα οδηγούσε στο συμπέρασμα ότι ενδεχομένως να αναγνωριστεί ανάλογα και η ανεξαρτησία του Κοσσυφοπεδίου.
Τις τελευταίες εβδομάδες, η πίεση στο Βελιγράδι έχει αυξηθεί. Ουάσιγκτον και Βρυξέλλες επαναλάμβαναν σχεδόν καθημερινά ότι εάν η Σερβία θέλει να ενταχθεί στην ΕΕ, θα πρέπει να ακολουθήσει και την γραμμή της ΕΕ σε θέματα εξωτερικής πολιτικής. Το Ευρωκοινοβούλιο άσκησε μάλιστα σφοδρή κριτική στις κινεζικές παραδόσεις όπλων στη χώρα. Το Βελιγράδι δεν έχει ανάγκη το συγκεκριμένο πυραυλικό σύστημα εδάφους-αέρος, καθώς γεωγραφικά περιβάλλεται από χώρες του ΝΑΤΟ και της ΕΕ. Και τότε δημιουργήθηκε η απορία: Μήπως η χώρα έχει άλλα σχέδια;
Τον Μάρτιο ο υπουργός Εσωτερικών Αλεξάνταρ Βουλίν, γνωστός ως εκφραστής των θέσεων του προέδρου Αλεξάνταρ Βούτσιτς, τοποθετήθηκε. Απαίτησε από τη Σερβία να σταματήσει οποιαδήποτε περαιτέρω προσέγγιση της ΕΕ και να γίνει πολιτικά ουδέτερη.
Στην πραγματικότητα, οι Σέρβοι εξαρτώνται πλήρως από τη Δύση και οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους. Μέχρι στιγμής η ΕΕ έχει δώσει στη χώρα 4 δις ευρώ αναπτυξιακή βοήθεια. Σύμφωνα με το Βελιγράδι, 24.000 σερβικές εταιρείες με σχεδόν 900.000 υπαλλήλους συνδέονται με την ΕΕ. Οι σερβικές εταιρείες διοχετεύουν τα 2/3 των εξαγωγών τους σε χώρες της ΕΕ. Οι επικριτικοί σχολιαστές στο εσωτερικό της χώρας περιμένουν από τον Βούτσιτς να μην διακινδυνεύσει να διακόψει αυτούς τους ισχυρούς δεσμούς για να μην τεθεί σε κίνδυνο η οικονομία της χώρας. Ως εκ τούτου, δεν αποκλείεται με τη σειρά του ο Βούτσιτς να γυρίσει την πλάτη του στη Ρωσία, ώστε να προσανατολιστεί πια ξεκάθαρα προς τη Δύση.