Από την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, στις 24 Φεβρουαρίου, ο πόλεμος αφορούσε τη σύγκρουση μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας. Πολύ γρήγορα όμως το αφήγημα μετατρέπεται σε σύγκρουση μεταξύ Ρωσίας και ΝΑΤΟ.
Από την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, στις 24 Φεβρουαρίου, ο πόλεμος αφορούσε τη σύγκρουση μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας. Πολύ γρήγορα όμως το αφήγημα μετατρέπεται σε σύγκρουση μεταξύ Ρωσίας και ΝΑΤΟ.
Η επίσημη γραμμή του Κρεμλίνου είναι ότι όλο και περισσότερο ότι η σύγκρουση στην Ουκρανία γίνεται στην πραγματικότητα μάλλον ευρύτερη. Σύμφωνα με τα λόγια του Ρώσου υπουργού Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ στις 26 Απριλίου: «Το ΝΑΤΟ, στην ουσία, εμπλέκεται σε πόλεμο με τη Ρωσία δια αντιπροσώπου και εξοπλίζει αυτόν τον πληρεξούσιο. Πόλεμος σημαίνει πόλεμος». Μιλώντας σε ρωσικά μέσα ενημέρωσης, ο Λαβρόφ πήγε λίγο παραπέρα, προειδοποιώντας ότι υπάρχει «σημαντικός» κίνδυνος να κλιμακωθεί αυτή η σύγκρουση σε ανταλλαγή πυρηνικών.
Ο Λαβρόφ υπήρξε κάποτε τιτάνας στη διπλωματική σκηνή, σχολιάζει ο καθηγητής Μαρκ Γκαλεότι, ωστόσο, όπως εξηγεί, η αξία του μειώνεται ολοένα και περισσότερο. Έτσι υποβιβάζεται καταλήγοντας απλώς να παπαγαλίζει τα πιο χοντροκομμένα σημεία του αφηγήματος του Κρεμλίνου, και σίγουρα σε αυτές τις τελευταίες προειδοποιήσεις ακολουθεί το παράδειγμα του Πούτιν, σημειώνει ο καθηγητής που ειδικεύεται στη Ρωσία.
Το ρητορικό οπλοστάσιο του Ρώσου προέδρου περιλαμβάνει εδώ και χρόνια βαρείς υπαινιγμούς πυρηνικών αντιποίνων. Η Ρωσία έριξε επίσης από νωρίς στον πόλεμο της Ουκρανίας το χαρτί των πυρηνικών. Έκτοτε το «αποσιωποίησε», για να το επαναφέρει και πάλι τώρα, σοβαρεύοντας τον τόνο και αυξάνοντας τον ρυθμό αυτών των απειλών.
Στις 27 Φεβρουαρίου, τρεις ημέρες μετά τον πόλεμο, για παράδειγμα, ο Πούτιν διέταξε τον υπουργό Άμυνας της Ρωσίας, Σεργκέι Σόιγκου, να φέρει τις ρωσικές πυρηνικές δυνάμεις σε «ειδικό καθεστώς μάχης».
Όταν η Φινλανδία και η Σουηδία ανέφεραν ότι κινούνταν προς την ένταξη στο ΝΑΤΟ, ο αντιπρόεδρος του Συμβουλίου Ασφαλείας της Ρωσίας και πρώην πρόεδρός του, Ντμίτρι Μεντβέντεφ, προειδοποίησε ότι αυτό θα σήμαινε ότι «δεν μπορεί να γίνει πλέον λόγος για ένα καθεστώς χωρίς πυρηνικά για τη Βαλτική».
Στο μεταξύ, η Δύση ανησυχεί ολοένα και περισσότερο ότι για να σπάσει το αδιέξοδο στην Ουκρανία, ο Πούτιν θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει ένα μικρότερο αλλά και πάλι καταστροφικό, τακτικό πυρηνικό όπλο.
Στις 27 Απριλίου, ο Ρώσος πρόεδρος προειδοποίησε ότι οποιεσδήποτε προσπάθειες από τρίτες χώρες να επέμβουν στον πόλεμο που «δημιουργεί απαράδεκτες απειλές στρατηγικής φύσης για εμάς» θα αντιμετωπιστεί με μια «αστραπιαία» στρατιωτική απάντηση. «Έχουμε όλα τα εργαλεία για αυτό, που κανείς άλλος δεν μπορεί να καυχηθεί ότι έχει… Θα τα χρησιμοποιήσουμε, αν χρειαστεί», πρόσθεσε, σε μια προφανή αναφορά στο οπλοστάσιο υπερηχητικών πυραύλων της Ρωσίας.
Όλα αυτά τα σημάδια είναι ανησυχητικά, σημειώνει ο Γκαλεότι, παρόλα αυτά, εκτιμά, θα πρέπει να θεωρούνται ως μια προσπάθεια εκφοβισμού της Δύσης καθώς δεν υπάρχει τίποτα πίσω από τις δηλώσεις, όπως πχ η ενεργοποίηση του «ειδικού καθεστώτος μάχης» που αποδείχθηκε ότι ήταν απλά αύξηση του επιπέδου συναγερμού, αλλά κατάφερε να προκαλέσει την ανησυχία στους δυτικούς- που ήταν και το ζητούμενο.
Όπως εξηγεί ο καθηγητής, η γλώσσα του Πούτιν είναι πάντα διατυπωμένη με φαινομενικά αμυντικούς όρους: αν κάνετε κάτι που θεωρούμε απειλή, τότε θα απαντήσουμε έτσι. Μετά την πρόσφατη επιτυχή δοκιμή του πυραύλου RS-28 Sarmat (που ονομάστηκε «Satan II»), για παράδειγμα, δήλωσε ότι ο πύραυλος θα «προσέφερε τροφή για σκέψη σε όσους, στη φωτιά της φρενιασμένης επιθετικής ρητορικής, προσπαθούν να απειλήσουν τη χώρα μας».
Αυτή η γλώσσα όμως είναι σημάδι αδυναμίας, σύμφωνα με τον Γκαλεότι. Σε αντίθεση με τη Σοβιετική Ένωση, η σημερινή Ρωσία προσπαθεί να παίξει το ρόλο μιας μεγάλης δύναμης με πολύ λίγα να μπορούν να στηρίξουν τις φιλοδοξίες της. Τα πυρηνικά της όπλα, ωστόσο, ή τουλάχιστον η απειλή τους, παραμένουν ένα χαρτί που μπορεί ακόμα να παίξει η Μόσχα, υποστηρίζει ο καθηγητής, παρατηρώντας από την άλλη ότι ο Σόιγκου δεν φαινόταν ιδιαίτερα χαρούμενος όταν λάμβανε τις εντολές του τον Φεβρουάριο.
Ίσως και ο ίδιος να μην ξέρει πόσο μακριά θα μπορούσε να φτάσει ο Πούτιν, αναφέρει. Πριν από τρεις μήνες φαινόταν αδιανόητο να χρησιμοποιήσει πυρηνικό όπλο, έστω και τακτικό. Ωστόσο, ο σημερινός Πούτιν δεν είναι η ουσιαστικά προσεκτική φιγούρα του παρελθόντος και η επόμενη κίνησή του είναι πολύ πιο δύσκολο να προβλεφθεί. Φαίνεται ακόμα τερατώδες απίθανο, αλλά όχι πλέον αδιανόητο, καταλήγει.
naftemporiki.gr