Οι οικονομικές προβλέψεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου σίγουρα δεν είναι συναρπαστικές για την Ευρώπη. Για τις τρεις μεγαλύτερες χώρες της Ευρωζώνης - Γερμανία, Γαλλία και Ιταλία - οι εκτιμήσεις δεν ξεπερνούν το 3%. Το κρίσιμο ερώτημα όμως για την ευρωπαϊκή οικονομία είναι πότε θα τελειώσει ο πόλεμος στην Ουκρανία, γράφει ο Μιχάλης Ψύλος.
Του Μιχάλη Ψύλου
[email protected]
Οι οικονομικές προβλέψεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου σίγουρα δεν είναι συναρπαστικές για την Ευρώπη. Για τις τρεις μεγαλύτερες χώρες της Ευρωζώνης - Γερμανία, Γαλλία και Ιταλία - οι εκτιμήσεις δεν ξεπερνούν το 3%. Το κρίσιμο ερώτημα όμως για την ευρωπαϊκή οικονομία είναι πότε θα τελειώσει ο πόλεμος στην Ουκρανία.
Γιατί, ανάλογα με την ημερομηνία λήξης του πολέμου, οι προβλέψεις κυμαίνονται: από τις πιο απαισιόδοξες, με τον πόλεμο να συνεχίζεται επίσης το 2023, έως τις πιο αισιόδοξες που κάνουν λόγο για έναρξη διαπραγματεύσεων σε 1-2 μήνες μεταξύ των δύο εμπολέμων και έτσι να «σωθεί» το δεύτερο εξάμηνο του έτους. Μέχρι τότε, η Ευρώπη δεν μπορεί να στείλει ένα σαφές μήνυμα - τι θα γίνει για παράδειγμα με την αλλαγή των κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας, ενόψει του συνεχιζόμενου πολέμου. Θα παραμείνει το Σύμφωνο σε αναστολή και την επόμενη χρονιά;
Το τέλος των εχθροπραξιών μπορεί πραγματικά να αλλάξει τις προοπτικές για τον πληθωρισμό και την ανάπτυξη για το δεύτερο εξάμηνο. Άλλωστε, τότε η Ουκρανία, τη στιγμή της ανοικοδόμησης, θα στραφεί προς τις ευρωπαϊκές χώρες. Προς το παρόν όμως, η ΕΕ μάλλον βρίσκεται αντιμέτωπη με σενάρια, παρά με προβλέψεις.
Οι Ουκρανοί αναζητούν βοήθεια για να αντέξουν όσο το δυνατόν περισσότερο, ενώ οι Ρώσοι προσπαθούν να πάρουν το μέγιστο αποτέλεσμα πριν καθίσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Το κακό είναι πάντως ότι η Ευρώπη φαίνεται να είναι παντελώς απούσα, ενώ θα μπορούσε να προσπαθήσει να διαδραματίσει έναν σημαντικό ρόλο που θα βοηθούσε και τη δική της οικονομία.
Αν ο Εμανουέλ Μακρόν νικήσει την Κυριακή στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών στη Γαλλία - όπως προβλέπουν οι δημοσκοπήσεις-, ελπίζουμε πως κάτι θα κινηθεί και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Γιατί μέχρι τώρα οι δηλώσεις για κυρώσεις αντιπροσωπεύουν περισσότερο μια απειλή και δεν έχουν συμβάλει στην εξεύρεση λύσης. Όσο περνούν οι μήνες, οι Ευρωπαίοι βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τιμές ενέργειας που αυξάνονται ή έχουν σταθεροποιηθεί σε υψηλά επίπεδα. Την ίδια ώρα, όμως, η αμερικανική οικονομία πηγαίνει καλά, δεν υπάρχουν σύννεφα στον ορίζοντα από τώρα έως το τέλος του έτους, ενώ στην Ευρώπη έχουμε μια κατάσταση στην οποία βλέπουμε μόνο ένα θετικό στοιχείο: ένα ασθενέστερο ευρώ που θα μπορούσε να βοηθήσει τις εξαγωγές. Αν και αυτό δεν είναι αρκετό, γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι πληρώνουμε το πετρέλαιο σε δολάρια.
Η Fed έχει ήδη αρχίσει να αυξάνει τα επιτόκια, ενώ η ΕΚΤ αγοράζει χρόνο, κυρίως επειδή τα πραγματικά επιτόκια στην Ευρώπη εξακολουθούν να είναι αρνητικά. Θα μπορούσε να είναι μια επαρκής πολιτική, με την έννοια ότι από τώρα έως το φθινόπωρο η κατάσταση θα μπορούσε να σταθεροποιηθεί προς μια ευνοϊκότερη κατεύθυνση, αν φυσικά τελειώσει ο πόλεμος.
Κατανοεί άραγε η Ευρώπη την κατάσταση οικονομικής αδυναμίας σε σύγκριση με τις Ηνωμένες Πολιτείες αλλά και την Κίνα; Ή βρίσκεται στο «σύνδρομο του χρυσόψαρου»; Καθώς κάποιοι πολιτικοί φαίνεται να έχουν ξεχάσει τη ζημιά στην οικονομία από τις πολιτικές λιτότητας την προηγούμενη δεκαετία! Με κίνδυνο να μη γίνει τίποτα ουσιαστικά για την τόνωση της οικονομίας σε αυτή την επικίνδυνη συγκυρία.