«Έκθετος» σε ότι αφορά τους χειρισμούς για τα κολέγια και τα Κέντρα Ελευθέρων Σπουδών, χαρακτηρίζεται από το ΤΕΕ ο υπουργός Παιδείας Ευριπίδης Στυλιανίδης, με αφορμή σημερινή απόφαση του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων επί προδικαστικού ερωτήματος που είχε υποβάλλει το Συμβούλιο της Επικρατείας τον περασμένο Μάρτιο.
«Έκθετος» σε ότι αφορά τους χειρισμούς για τα κολέγια και τα Κέντρα Ελευθέρων Σπουδών, χαρακτηρίζεται από το ΤΕΕ ο υπουργός Παιδείας Ευριπίδης Στυλιανίδης, με αφορμή σημερινή απόφαση του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων επί προδικαστικού ερωτήματος που είχε υποβάλλει το Συμβούλιο της Επικρατείας τον περασμένο Μάρτιο.
Σε ανακοίνωσή του το ΤΕΕ υποστηρίζει ότι από την απόφαση του ΔΕΚ προκύπτει πως «ο υπουργός Παιδείας παραπλανούσε τη Βουλή και την κοινή γνώμη όταν τον Ιούλιο έσπευδε να αναγορεύσει νομοθετικώς τα Κολέγια ως εκπαιδευτικά ιδρύματα, ισχυριζόμενος ότι με αυτό τον τρόπο συμμορφωνόταν προς τις επιταγές της Ε.Ε. και τις κοινοτικές οδηγίες».
Στη σημερινή του απόφαση το ΔΕΚ τονίζει ότι «δεν θέτει υπό αμφισβήτηση την αρμοδιότητα της Ελληνικής Δημοκρατίας όσον αφορά το περιεχόμενο της διδασκαλίας και την οργάνωση του εκπαιδευτικού συστήματος».
Τα παραπάνω αποδεικνύουν –σύμφωνα με το ΤΕΕ- ότι η απόφαση του κ. Στυλιανίδη για τα κολέγια «ήταν επιλογή και όχι κοινοτική δέσμευση».
«Με άλλα λόγια, αν δεν είχε σπεύσει η κυβέρνηση να αναγνωρίσει ως εκπαιδευτικά ιδρύματα τα Κολέγια με το νόμο 3696/2008, κανένα απολύτως πρόβλημα δεν θα υπήρχε ούτε με το Ευρωπαϊκό Δίκαιο, ούτε με την παραβίαση του Ελληνικού Συντάγματος».
Στηριζόμενο και πάλι στην απόφαση του ΔΕΚ, το ΤΕΕ υποστηρίζει ότι κανένα κράτος-μέλος της Ε.Ε. δεν μπορεί να αναγνωρίζει «διπλώματα» που έχουν αποκτηθεί από φορέα, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται σε κάποια άλλη χώρα ως εκπαιδευτικό ίδρυμα, καθώς σ’ αυτό (το κράτος-μέλος) «εναπόκειται να διασφαλίζει την ποιότητα της σχετικής εκπαίδευσης» (παράγραφος 31).
«Τα “διπλώματα” που αναγνωρίζονται μετά από “σπουδές” εκτός εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και δεν διασφαλίζουν την απαιτούμενη ποιότητα εκπαίδευσης - συνάγεται από την απόφαση του ΔΕΚ - μπορούν να αμφισβητηθούν από τα κράτη-μέλη και να ζητηθεί η ακύρωσή τους με προσφυγή στα δικαστήρια των χωρών που τα προωθούν εν είδη εμπορεύματος».
«Με δυο λόγια –καταλήγει το ΤΕΕ- το ΔΕΚ αναγνωρίζει το αυτονόητο: ότι για να αναγνωριστεί ένας τίτλος σπουδών και να αποδοθούν επαγγελματικά δικαιώματα απαιτείται ο ενδιαφερόμενος να έχει τύχει της ίδιας (ή αντίστοιχης) διάρκειας και περιεχομένου σπουδών με αυτά που απαιτούνται για όσους αποφοιτούν από τα ελληνικά δημόσια ΑΕΙ και ΤΕΙ».