Ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται για πάνω από έξι εβδομάδες, με την δεύτερη φάση του να φέρνει στο φως χτυπήματα κατά αμάχων που, όπως έχει δηλώσει το Κίεβο, αλλάζουν την ουκρανική διάθεση στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Της Ιωάννας Βαρδαλαχάκη
[email protected]
Ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται για πάνω από έξι εβδομάδες, με την δεύτερη φάση του να φέρνει στο φως χτυπήματα κατά αμάχων που, όπως έχει δηλώσει το Κίεβο, αλλάζουν την ουκρανική διάθεση στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Οι εικόνες από την Μπούτσα έχουν κάνει τον γύρο του κόσμου, καταλήγοντας σε νέες κυρώσεις σε βάρος της Μόσχας. Την ίδια ώρα οι ουκρανικές αρχές μιλάνε για χειρότερη σφαγή στη Μποροντιάνκα, ενώ την Παρασκευή ρωσικές δυνάμεις κατηγορούνται ότι βομβάρδισαν σιδηροδρομικό σταθμό στο Κραματόρσκ στην ανατολική Ουκρανία, με τον αρχικό απολογισμό να εκτιμάται σε πάνω από 30 νεκρούς και 100 τραυματίες.
Η Μόσχα αρνείται τις κατηγορίες ότι στοχεύει αμάχους, ενώ σε μια πρώτα ένδειξη ότι το Κρεμλίνο επιθυμεί να τερματιστεί γρήγορα ο πόλεμος, ο Ντμίτρι Πεσκόφ δήλωσε χθες ότι ο ρωσικός στρατός κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί για να τερματίσει αυτή την «επιχείρηση». «Και ελπίζουμε ότι τις επόμενες ημέρες, στο άμεσο μέλλον, αυτή η επιχείρηση θα επιτύχει τους στόχους της ή θα την ολοκληρώσει με τις διαπραγματεύσεις μεταξύ της ρωσικής και της ουκρανικής αντιπροσωπείας», είπε χαρακτηριστικά.
Στο μεταξύ ήδη ορισμένοι αναλυτές έχουν υποστηρίξει ότι ο Βλαντίμιρ Πούτιν επιδιώκει να επιτύχει «κάποιο είδος νίκης» πριν από την ετήσια παρέλαση της Ρωσίας στην Κόκκινη Πλατεία για την Ημέρα της Νίκης, στις 9 Μαΐου, που σηματοδοτεί την ήττα της Ναζιστικής Γερμανίας στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Από την άλλη, αρκετοί θεωρούν ότι ο πόλεμος έχει εισέλθει σε μια φάση που θα έχει μεγάλη διάρκεια. «Στην παρούσα φάση είναι ανοιχτό το ερώτημα για το πώς τελειώνει», σχολίασε ο Αμερικανός στρατηγός Μαρκ Μίλι.
Στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγει το Eurasia Group, αναφέροντας πως πλέον το πιο πιθανό αποτέλεσμα είναι «ένα ασταθές, βίαιο αδιέξοδο». Τη φάση του αδιεξόδου είχαν διακρίνει επίσης οι αναλυτές του Ινστιτούτου για τη Μελέτη του Πολέμου, προειδοποιώντας ότι όσο περισσότερο διαρκέσει τόσο πιο βίαιη και αιματηρή γίνεται.
Όπως σημειώνει το Eurasia Group, αυτή η φάση δημιουργεί μελλοντικούς κινδύνους για την Ουκρανία, τη Ρωσία και τον ολόκληρο τον κόσμο. Εξηγώντας τους λόγους που οι δύο πλευρές δεν αναμένεται να απεμπλακούν από το αδιέξοδο αναφέρει ότι:
Βραχυπρόθεσμα η έκβαση των μαχών στην Ουκρανία παραμένει αβέβαιη, σημειώνει το Eurasia Group, εξηγώντας πως καμία πλευρά δεν έχει σαφές πλεονέκτημα, παρόλο που η Ρωσία φαίνεται να στρέφεται προς λιγότερο φιλόδοξους στόχους. Αν η Ρωσία δεν καταφέρει να καταστρέψει τον στρατό της Ουκρανίας ή η Ουκρανία δεν μπορέσει να εκδιώξει εντελώς τις ρωσικές δυνάμεις -αμφότερα απίθανα αποτελέσματα- οι μάχες θα παγώσουν και θα επικρατήσει ένα ασταθές στρατιωτικό αδιέξοδο.
Χωρίς μια ειρηνευτική συμφωνία που μπορεί να έχει διάρκεια- σημειώνει- η Ουκρανία (και οι σύμμαχοι) γνωρίζουν ότι ο Πούτιν θα μπορούσε να ξεκινήσει ανά πάσα στιγμή ένα νέο πόλεμο- κάτι που από τη μία θα πλήξει την προθυμία χρηματοδότησης της ανοικοδόμησης της χώρας και από την άλλη θα διατηρήσει τις κυρώσεις και την ευρωπαϊκή επιθυμία για απεξάρτηση από τη ρωσική ενέργεια.
Μέσα σε αυτό το σκηνικό υπάρχουν δύο στοιχεία που θα μπορούσαν να εκτροχιάσουν αυτή την αδιέξοδη κατάσταση:
Σύμφωνα με το Eurasia Group, η Ρωσία πιθανότατα θα καταφέρει να καταλάβει την περιοχή του Ντονμπάς. Εάν, από την άλλη πλευρά, οι Ουκρανοί μαχητές μπορέσουν να στερήσουν τον έλεγχο της περιοχής από τους Ρώσους στο κεντρικό σημείο της αρχικής αιτιολόγησης του Πούτιν για την εισβολή, υπάρχει «σημαντικός κίνδυνος [η Ρωσία] να χρησιμοποιήσει χημικά όπλα» για να αντιστρέψει την κατάσταση.
Ακόμα κι αν η σύγκρουση στην Ουκρανία παραμείνει στην αδιέξοδη κατάταση, η αδυναμία του Πούτιν να φέρει την Ουκρανία πλήρως υπό τον έλεγχό του μπορεί να τον ενθαρρύνει να χρησιμοποιήσει άλλου είδους όπλα εναντίον Αμερικανών και Ευρωπαίων, προειδοποίει Eurasia Group.
Ο κυβερνοχώρος είναι μια αρένα στην οποία η Ρωσία και η Δύση βρίσκονται ήδη σε ανοιχτή σύγκρουση. Ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν προειδοποίησε στις 21 Μαρτίου ότι οι κυβερνοεπιθέσεις αποτελούν «μέρος του προγράμματος της Ρωσίας» και «η ρωσική κυβέρνηση διερευνά τις εναλλακτικές για πιθανές επιθέσεις στον κυβερνοχώρο».