Πολιτιστικά
Τετάρτη, 13 Απριλίου 2022 08:01

Στάθης: «…Η γελοιογραφία […] Γεννιέται από τη θλίψη. […] Και γεννάει την ελπίδα…»

​Με τις καινούργιες γελοιογραφίες του, ο Στάθης (Στάθης Δ. Σταυρόπουλος) αποτυπώνει τη σύγχρονη πραγματικότητα όπως διαμορφώνεται από την πανδημία, την οικονομική ύφεση, την πολιτιστική ένδεια και τη συστημική διαχείρισή τους στην Ελλάδα και τον κόσμο.

Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]


«Τα Αδέσποτα - Σκίτσα για έναν αδικοχαμένο καιρό», το νέο λεύκωμα του Στάθη,  κυκλοφορεί από τις Μωβ Εκδόσεις. Όπως πάντα, πηγή έμπνευσης του μεγάλου σκιτσογράφου αποτελεί η ιστορική σύγκρουση του μέσου ανθρώπου με τους πανίσχυρους μηχανισμούς της εξουσίας.

Με τις καινούργιες γελοιογραφίες του, ο Στάθης (Στάθης Δ. Σταυρόπουλος) αποτυπώνει τη σύγχρονη πραγματικότητα όπως διαμορφώνεται από την πανδημία, την οικονομική ύφεση, την πολιτιστική ένδεια και τη συστημική διαχείρισή τους στην Ελλάδα και τον κόσμο. Με εργαλεία τον χρωστήρα και τη γραφίδα, το ανατρεπτικά παντοδύναμο χιούμορ του  προσφέρει επίκαιρες απαντήσεις στον κοινωνικοπολιτικό προβληματισμό για λογαριασμό όλων μας.

Ο Στάθης μίλησε μαζί μας.

Γιατί «Αδέσποτα» τα σκίτσα και γιατί «Σκίτσα για έναν αδικοχαμένο καιρό»;

«Το πολυτιμότερο αγαθό για τον άνθρωπο είναι ο χρόνος του. Επιπλέον, ο άνθρωπος είναι ό,τι θυμάται και ο τρόπος που το διαχειρίζεται. Αν λοιπόν κλέψουν μία, πόσω μάλλον δύο, από τις δεκαετίες της ζωής μας, το πράγμα ζορίζει. Αν σε αυτό προσθέσουμε και την “παρακαταθήκη” που αφήνουν αυτές οι απολεσθείσες δεκαετίες, το πράγμα ζορίζει πολύ. Χάνεται η ελπίδα και η προοπτική του καλύτερου. Αυτό, επομένως, περιγράφω με τα χάρτινα ανθρωπάκια μου, παρόλο που αυτά συνεχίζουν να ελπίζουν. Και μαζί τους –ίσως– κι εγώ».

Αν, λοιπόν, αυτά είναι τα σκίτσα που δημιουργήσατε τα δύο τελευταία χρόνια της κρίσης, τώρα που ξέσπασε ο πόλεμος, τι σκέφτεστε για τα χάρτινα ανθρωπάκια-εμάς;

«Εν πρώτοις, κάποιοι έλεγαν όταν ξέσπασε η κρίση το 2008 και στη χώρα μας με τα Μνημόνια το 2010, πως το χειρότερο θα ήταν να ξεσπάσουν κρίσεις μέσα στην κρίση. Ξέσπασαν. Κάποιοι, λίγοι πάντα, έλεγαν ότι το σύστημα γεννά κρίσεις και ζει απ’ αυτές. Προσέτι, κάποιοι έλεγαν ότι το σύστημα είναι οι κρίσεις του. Και είχαν δίκιο όλοι. Οι κρίσεις οδηγούν στον πόλεμο και περιέχουν πολέμους. Πόλεμοι έγιναν πολλοί. Στην Κύπρο, τη Γιουγκοσλαβία, το Ιράκ, τη Συρία, τη Λιβύη. Όμως αυτοί οι πόλεμοι που δημιούργησε η παγκοσμιοποίηση ήταν, ταυτοχρόνως, η εντροπία της. Με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η παγκοσμιοποίηση μας άφησε χρόνους. Μία νέα γεωπολιτική διαμορφώνεται, ένας νέος κόσμος».

Αν δεχτούμε ότι όλα αυτά είναι σωστά, πώς θα είναι αυτός ο νέος κόσμος;

«Ακόμη κάνουμε υποθέσεις. Το φαινόμενο βρίσκεται στην αρχή του. Ένας, ακόμη, γενικευμένος και απόλυτα καταστροφικός πόλεμος, δεν έχει αποκλειστεί ως ενδεχόμενο. Αν όμως τα πράγματα σχηματοποιηθούν προς τη δυστοπική έτσι κι αλλιώς κατεύθυνση που δείχνουν, πάμε για ένα νέο “Σιδηρούν Παραπέτασμα” μεταξύ των κρατών. Με τις κοινωνίες να δυσπραγούν μέσα σε νεοφεουδαλικές οικονομικές και κοινωνικές σχέσεις και με τις δημοκρατίες να διολισθαίνουν σε μεταδημοκρατίες με ολοκληρωτικά χαρακτηριστικά. Άνυδρο μέλλον –διότι και το νερό θα γίνει αιτία πολέμου. Εκτός κι αν ξυπνήσουν οι άνθρωποι από τον ύπνο της ομογενοποιημένης σκέψης και ξαναβάλουν τον άνθρωπο στο κέντρο της πολιτικής».  

Ας έρθουμε στη γελοιογραφία. Τι μπορεί να κάνει η γελοιογραφία για όλα αυτά, έτσι όπως τα βλέπετε;

«Η γελοιογραφία δεν μπορεί να αλλάξει τον κόσμο. Βοηθάει όμως εκείνους που θέλουν να τον αλλάξουν. Αυτό ήταν ανέκαθεν η σάτιρα. Γεννιέται από τη θλίψη. Αναζητάει την αλήθεια. Και γεννάει την ελπίδα. Για αυτό αρέσουν οι γελοιογραφίες. Διότι λυτρώνουν. Και οπλίζουν».

Και η γελοιογραφία στην Ελλάδα σήμερα;

«Δυνατή όπως πάντα, “εφάμιλλος του Εξωτερικού”! Όμως με λιγότερη επιρροή. Όχι εξαιτίας της, αλλά εξαιτίας της εξέλιξης του Τύπου. Μία εξέλιξη δραματική για τα πολιτικά μας πράγματα, την παιδεία μας και το φιλοσοφημένο ή αφιλοσόφητο της κοινωνίας μας. Στην εποχή των social media, μία υστέρηση του Τύπου γίνεται καταστροφική και συμβάλει στη μετάλλαξη των πολιτών σε οπαδούς ή απέχοντες και παρίες…»