Ένα συχνό σύμπτωμα των ασθενών που προσέρχονται στον οφθαλμίατρο είναι οι μυοψίες που κάποιες φορές συνοδεύονται από φωταψίες. Όταν συμβαίνει για πρώτη φορά το σύμπτωμα αυτό ανησυχεί ιδιαίτερα τους ασθενείς και το σωστό είναι μέσα σε 1-2 ημέρες από την έναρξη των συμπτωμάτων να ελεγχθούν οφθαλμολογικά.
Της Έλενας Κεφάλα, MD, MICOpth
Χειρουργός Οφθαλμίατρος
Ένα συχνό σύμπτωμα των ασθενών που προσέρχονται στον οφθαλμίατρο είναι οι μυοψίες που κάποιες φορές συνοδεύονται από φωταψίες. Όταν συμβαίνει για πρώτη φορά το σύμπτωμα αυτό ανησυχεί ιδιαίτερα τους ασθενείς και το σωστό είναι μέσα σε 1-2 ημέρες από την έναρξη των συμπτωμάτων να ελεγχθούν οφθαλμολογικά.
Στην συντριπτική τους πλειοψηφία τα συμπτώματα αυτά έχουν να κάνουν με μια κατάσταση γνωστή ως αποκόλληση του υαλοειδούς. Το υαλοειδές ή υαλώδες σώμα, αποτελεί ένα είδος “gel” που γεμίζει τον βολβό του ματιού πίσω από τον φακό μέχρι τον αμφιβληστροειδή.
Με την πάροδο της ηλικίας η σύσταση του υαλοειδούς αλλάζει και αυτό κατά τόπους ρευστοποιείται. Η ρευστοποίηση αυτή έχει ως αποτέλεσμα να αποκολλάται εύκολα από τον αμφιβληστροειδή, τον οποίο κανονικά επαλείφει. Αυτό συνεπάγεται οπτικές διαταραχές, όπως λάμψεις και μυοψίες ( μυγάκια ή τριχούλες ή ιστό αράχνης) στο οπτικό πεδίο των ασθενών.
Να σημειώσουμε εδώ ότι οι μύωπες και ιδιαίτερα οι υψηλοί μύωπες (με μυωπία μεγάλων βαθμών), μπορεί να παρουσιάσουν τα συμπτώματα αυτά και σε μικρές ηλικίες, λόγω της μεγαλύτερης ρευστοποίησης που παρουσιάζει το υαλοειδές τους.
Εκλυτικοί παράγοντες για την αποκόλληση του υαλοειδούς μπορεί να είναι η άρση μεγάλου βάρους, η πίεση από έντονη δυσκοιλιότητα και συνυπάρχουσες παθήσεις των οφθαλμών, όπως διαβητική αμφιβληστροειδοπαθεια και σοβαρές φλεγμονές, όπως ραγοειδίτιδες.
Η σημαντικότερη εξέταση σε αυτές τις περιπτώσεις είναι η βυθοσκόπηση έτσι ώστε να διασφαλιστεί η ακεραιότητα του αμφιβληστροειδούς, ότι δηλαδή δεν υπάρχουν ρωγμές ή αποκόλληση αμφιβληστροειδούς. Κάποιες φορές, καθώς το υαλοειδές αποκολλάται από την επιφάνεια του αμφιβληστροειδούς, μπορεί να ασκηθούν κάποιες έλξεις, οι οποίες μπορεί να οδηγήσουν σε ένα μικρό «σκίσιμο» του αμφιβληστροειδούς με αποτέλεσμα τη δημιουργία οπής ή ρωγμής στον αμφιβληστροειδή. Εάν μια οπή και ιδιαιτέρως μια ρωγμή μείνει χωρίς θεραπεία, μπορεί να οδηγήσει σε μεγάλη αποκόλληση αμφιβληστροειδούς.
Εφόσον ο αμφιβληστροειδής κατά τη βυθοσκόπηση είναι εντάξει, χρειάζεται ο ασθενής να αποφύγει την έντονη σωματική κόπωση και την άρση βάρους για 1-2 μήνες και να ελεγχθεί εκ νέου με βυθοσκόπηση κατά το πέρας αυτού του διαστήματος. Εφόσον και η επαναληπτική βυθοσκόπηση είναι εντάξει, δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας και ο ασθενής μπορεί να επιστρέψει κανονικά σε όλες τις δραστηριότητές του, κάνοντας όμως έναν ετήσιο πρoληπτικό, οφθαλμολογικό έλεγχο.
Εάν κατά την πρώτη βυθοσκόπηση διαπιστωθεί η ύπαρξη μιας ρωγμής ή μιας οπής στην περιφέρεια του αμφιβληστροειδούς , ο ασθενής πρέπει να υποβληθεί σε μια συνεδρία argon laser, ώστε το σημείο αυτό να περιχαρακωθεί και να μην εξελιχθεί σε σοβαρή αποκόλληση αμφιβληστροειδούς. Η διαδικασία αυτή με το argon laser είναι απλή, γίνεται με τη χρήση αναισθητικών σταγόνων στον εν λόγω οφθαλμό και λαμβάνει χώρα στα εξωτερικά ιατρεία, χωρίς εισαγωγή σε χειρουργείο. Ο ασθενής μπορεί να επανέλθει στις δραστηριότητές του από την επόμενη ημέρα, προσέχοντας πάντα τα μεγάλα βάρη για 1 μήνα και θα χρειαστεί 1-2 επαναληπτικές εξετάσεις για να επιβεβαιωθεί η καλή αντίδραση του αμφιβληστροειδούς στο σημείο εφαρμογής του laser.
Στην περίπτωση ωστόσο που διαπιστωθεί μια μεγαλύτερου μεγέθους αποκόλληση αμφιβληστροειδούς , η κατάσταση είναι πολύ σοβαρή και χρειάζεται επέμβαση από χειρουργό οφθαλμίατρο, ειδικό στη χειρουργική αμφιβληστροειδούς.
Πρόκειται για χειρουργική επέμβαση διάρκειας 45-70 λεπτών , ανάλογα με το είδος, την έκταση της αποκόλλησης και τη χειρουργική τεχνική που θα εφαρμοστεί. Κάποιες φορές χρειάζεται παραμονή 1 ημέρας στην κλινική και κάποιες άλλες μπορεί να αποχωρήσει κανείς την ίδια μέρα, μετά την πάροδο κάποιων ωρών.
Μετά την επέμβαση αποκόλλησης αμφιβληστροειδούς η αποκατάσταση της όρασης είναι βραδύτερη και μπορεί να πάρει 10-30 ημέρες, άρα για ένα σημαντικό διάστημα ο ασθενής δεν μπορεί να επιστρέψει στην εργασία του.
Αν και η αποκόλληση αμφιβληστροειδούς δεν είναι τόσο συχνή, μπορεί κανείς να αντιληφθεί τη σημασία της έγκαιρης διάγνωσης και στη συνέχεια της αντιμετώπισής της, ώστε να μην υπάρξουν μόνιμες επιπτώσεις στην όραση και βλάβες στον οφθαλμό. Ιδανικά, μια αποκόλληση αμφιβληστροειδούς πρέπει να χειρουργηθεί το αργότερο εντός πέντε ημερών από την έναρξη των συμπτωμάτων.
Για όλους τους παραπάνω λόγους αντιλαμβάνεται κανείς για μια ακόμη φορά τη σημασία του προληπτικού οφθαλμολογικού ελέγχου και της έγκαιρης διάγνωσης διαφόρων οφθαλμικών παθήσεων. Ιδιαίτερα, υψηλοί μύωπες και διαβητικοί ασθενείς πρέπει να ελέγχονται οφθαλμολογικά μία φορά το χρόνο ακόμη κι αν δεν παρουσιάζουν κανένα σύμπτωμα από τα μάτια τους και καμία οπτική διαταραχή.
Στην περίπτωση μυοψιών και φωταψιών, πρέπει κανείς, χωρίς πανικό, να αναζητήσει ενδελεχή οφθαλμολογικό έλεγχο, ώστε να συνεχίσει με ηρεμία και ασφάλεια τις δραστηριότητές του. Προσέχουμε λοιπόν, για να έχουμε και για την υγεία των ματιών μας.