Απόψεις
Σάββατο, 02 Απριλίου 2022 08:23

«Δεν είναι δική μου δουλειά»

Θυμάμαι όταν η κόρη μου φοιτούσε στο Δημοτικό, ένας συμμαθητής της, ο Β., ερχόταν καθημερινά στο σχολείο κατηφής και παρέμενε έτσι ως το σχόλασμα. Επίσης κυκλοφορούσε με μακριά μανίκια και παντελόνια και παρέμενε έτσι ακόμη και όταν καλοκαίριαζε. Γράφει η Χριστίνα Χρυσανθοπούλου.

Της Χριστίνας Χρυσανθοπούλου
[email protected]

Θυμάμαι όταν η κόρη μου φοιτούσε στο Δημοτικό, ένας συμμαθητής της, ο Β., ερχόταν καθημερινά στο σχολείο κατηφής και παρέμενε έτσι ως το σχόλασμα. Επίσης κυκλοφορούσε με μακριά μανίκια και παντελόνια και παρέμενε έτσι ακόμη και όταν καλοκαίριαζε.

Τα ρούχα του ήταν καθαρά και η σχολική του τσάντα μοντέρνα βέβαια, καθ’ όλα ένα παιδί που δεν διέφερε από τα υπόλοιπα. Πίσω από τα υφάσματα όμως, αποδείχτηκε πως έκρυβε μια καλοδιπλωμένη ντροπή. Και πως μαζί με τα βιβλία, στην πλάτη του κουβαλούσε ένα τεράστιο βάρος.

Το μελανό μυστικό του βίαιου πατέρα ανακάλυψαν -τόπους-τόπους αποτυπωμένο στο κορμάκι του μικρού- κάποιοι φίλοι του στην τουαλέτα, και από στόμα σε στόμα, το γεγονός κυκλοφόρησε στους γονικούς κύκλους της γειτονιάς. Υπήρξε κάποια κινητοποίηση, όμως μέχρι να συγκροτηθεί το πλάνο δράσης, η οικογένεια του μικρού μετακόμισε άρον άρον, πιθανότατα για να αποφύγει τις συνέπειες…

Αυτό που θυμάμαι εντόνως από την περίοδο εκείνη είναι πως δεν έλειψαν, ίσως και να υπερτερούσαν ποσοτικά (σίγουρα το έκαναν σε οξύτητα διατύπωσης), φράσεις που αντηλλάγησαν και που ακούγονταν κάπως έτσι:

«Δεν είναι δική μου δουλειά». «Τι με νοιάζει εμένα;» «Μην ανακατεύεσαι γιατί θα μπλέξεις». «Δεν μου πέφτει λόγος τι κάνει ο καθένας στο σπίτι του».

Σήμερα, παρακολουθώντας τις εξελίξεις με την περιβόητη υπόθεση της Πάτρας, σκέφτομαι πως αν κάτι θα μπορούσε ίσως να αφυπνίσει αυτή η ιστορία, είναι το αίσθημα της ευθύνης. Να επαναφέρει την συνώνυμη της ασφάλειας αίσθηση της γειτονιάς.

«Δεν είναι δική μου δουλειά». «Τι με νοιάζει εμένα;» «Μην ανακατεύεσαι γιατί θα μπλέξεις». «Δεν μου πέφτει λόγος τι κάνει ο καθένας στο σπίτι του».

Μόνο που κάποιες φορές ο οίκος δεν μπορεί εξ ορισμού να είναι το απόλυτο άβατο. Ενίοτε πρέπει να «ανοίξουν» πόρτες και παράθυρα, να «ανέβουν» σίτες και να «μετακινηθούν» παραπετάσματα.

Τα όρια βέβαια είναι λεπτά και μια αδιόρατη κλωστή μπορεί να διαχωρίσει εκείνον που ανακατεύει και ανακατεύεται από τον άλλο που ενδιαφέρεται και πράττει.

Η παρέμβαση όμως, όταν γίνεται συγκροτημένα και με αρωγό τους εντεταλμένους φορείς, δεν μπορεί να συνιστά παραβίαση ορίων, ούτε κάνει τα του οίκου εν δήμω. Αποτελεί χρέος.

Και έχω έντονη την αίσθηση, ανακαλώντας χιλιάδες παραδείγματα, σκόρπια αλλά υπαρκτά όπως οι μελανιές στο κορμάκι του Β., πως το «Δεν είναι δική μου δουλειά» σαν να ’χει γίνει φράση πασπαρτού που διογκώνεται ακριβώς εξαιτίας της ιδιότητάς της να απενοχοποιεί.

Και αυτό που μένει είναι στόματα που σωπαίνουν όταν πρέπει να μιλήσουν και που κραυγάζουν όταν πια είναι αργά. Και μια κοινωνία ευαίσθητων ψυχών που μια χαρά ξέρουν να μαίνονται αλλά…εκ των υστέρων.