Σε έντονα φορτισμένο κλίμα διεξάγεται η δίκη του Δημήτρη Λιγνάδη, ο οποίος κατηγορείται για τέσσερις βιασμούς. Στο βήμα καταθέτει ο δεύτερος μάρτυρας που τον καταγγέλλει για βιασμό, στην Επίδαυρο, το 2015, όταν ήταν 17 ετών.
Σε έντονα φορτισμένο κλίμα διεξάγεται η δίκη του Δημήτρη Λιγνάδη, ο οποίος κατηγορείται για τέσσερις βιασμούς.
Στο βήμα καταθέτει ο δεύτερος μάρτυρας που τον καταγγέλλει για βιασμό, στην Επίδαυρο, το 2015, όταν ήταν 17 ετών.
«Το κάνω μόνο για να υπάρξει δικαιοσύνη. Δεν γίνεται ένα ακόμη άτομο να με εκμεταλλευτεί και να μην υπάρξει δικαιοσύνη» είπε φορτισμένος σε σημείο της κατάθεσής του ο μάρτυρας.
Για τον βιασμό που καταγγέλλει ανέφερε ότι δεν περίμενε απο έναν άνθρωπο με τον οποίο ήταν ερωτευμένος να φθάσει σε τετοιο σημείο. Υποστήριξε ότι είχε πάει στην Επίδαυρο μαζί με έναν φίλο του και τον κατηγορούμενο, ο οποίος τον βίασε.
Στο δικαστήριο αναφέρθηκε αναλυτικά στην ασελγή πράξη που φέρεται να προέβη ο Δημήτρης Λιγνάδης και απευθυνόμενος στον κατηγορούμενο του είπε: «Γιατί, πες μου εσύ γιατί;…». Ο κατηγορούμενος, ωστόσο, δεν ακούστηκε να του απαντάει. Συνεχίζοντας και απαντώντας στο δικαστήριο, ο νεαρός άνδρας είπε: «Για να μην μπορέσω να κουνηθώ, για να με πονέσει».
Πρόεδρος: Του είπατε κάτι;
Μάρτυρας: Δε μπορούσα να μιλήσω, δεν υπήρχε περίπτωση να σταματήσει, ήταν σαν το ζώο πάνω μου.
Πρόεδρος: Όταν αισθανόμαστε ότι απειλούμαστε φωνάζουμε βοήθεια. Υπήρχε ο φίλος σας εκεί και άλλα διαμερίσματα, ήταν νύχτα, θα μπορούσαν να ακούσουν ίσως τις διαμαρτυρίες σας…
Μάρτυρας: Το μόνο που σκεφτόμουν εκείνη τη στιγμή ήταν αυτό που μου είχε συμβεί στα πέντε μου από τον θείο μου. Ακριβώς το ίδιο πράγμα, ήμουν πέντε ετών.
Πρόεδρος: Αυτό το λέτε σήμερα εδώ πρώτη φορά;
Μάρτυρας: Όχι, το έχω ξαναπεί. Είχα παγώσει, ήμουν φοβισμένος, ένιωθα ότι δεν θα σταματήσει. Ήταν η πρώτη φορά που ήταν τόσο βίαιος. Μετά από αυτό σηκώθηκε, δεν ξέρω πού πήγε. Αυτό διήρκησε έξι με επτά λεπτά. Είχα παγώσει και έκλαιγα και θυμόμουν τα παλιά.
Πρόεδρος: Στον Τεό είπατε κάτι εκείνο το βράδυ;
Μάρτυρας: Δεν μπορούσα να του το πω.
Πρόεδρος: Ήσασταν 17 ετών, ήταν φίλος σας, είχατε κάποιο στήριγμα…
Μάρτυρας: Ντρεπόμουν.
Πρόεδρος: Τι σκεφτόσασταν την επόμενη ημέρα;
Μάρτυρας: Ότι θέλω να φύγω να γυρίσω σπίτι μου. Επέστρεψα με τον κατηγορούμενο και το Τεό δεν υπήρχε άλλο μέσο να επιστρέψω. Με τον κατηγορούμενο δεν μιλάγαμε, υπήρχε μια βαριά ατμόσφαιρα. Τα συναισθήματά μου για εκείνον τότε ήταν ανάμεικτα. Έλεγα δεν αξίζω τίποτα, όμως σκεφτόμουν ότι μου έλεγε πως με αγαπούσε. Ένιωθα οργή και θλίψη. Ήξερα ότι αυτό που έγινε δεν έπρεπε να γίνει. Ένιωθα στεναχώρια, γιατί ήταν ένα άτομο που μου έλεγε ότι με αγαπούσε. Μετά όλα αυτά, τα συναισθήματα τα πήρα και τα έβαλα στο πίσω μέρος του μυαλού μου. Κάποια στιγμή θα το ξεπεράσω».
Πρόεδρος: Αφού γυρίσατε στην Αθήνα, μιλάγατε με τον κατηγορούμενο; Τι σας είπε;
Μάρτυρας: Μιλάγαμε μέσω μηνυμάτων περισσότερο. Προσπαθούσα να καταλάβω τι είχε συμβεί, του είχα πετάξει μια σπόντα ήταν βαριά.
Συνεχίζοντας ο μάρτυρας αναφέρθηκε στα οικογενειακά προβλήματα που αντιμετώπισε με την οικογένειαά του όταν οι γονείς του και ο αδελφός του διαπίστωσαν ότι είναι ομοφυλόφιλος.
Ο μάρτυρας κατέθεσε ότι ο Δ. Λιγναδης έφερνε στο σπίτι και άλλα αγόρια με τα οποία είχε ερωτικές επαφές.
Η γνωριμία τους έγινε το 2015 σε ένα gay friendly bar στο Μοναστηράκι. «Δεν είχα κλείσει ακόμα τα 17. Τον γνώρισα μέσω του φίλου μου του Τεό και ήμασταν εκεί με τη φίλη μου την Αναστασία. Μας είπε ο Τεό ότι θα καλέσει έναν φίλο του, μεγαλύτερο σε ηλικία, αλλά πολύ cool, και πως είναι σκηνοθέτης. Εγώ ενθουσιάστηκα. Δεν τον γνώριζα τον κατηγορούμενο, δεν ασχολούμουν με το θέατρο. Εκείνος ήρθε χαμογελαστός, δε μου φάνηκε κάτι παράξενο ή περίεργο. Δε μου φάνηκε ότι ήρθε ένας αυστηρός μεγάλος άνθρωπος, ήταν χαμογελαστός και μια χαρά» ανέφερε ο μάρτυρας.
naftemporiki.gr