Την Τρίτη πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα η πολυπληθέστερη αντιπολεμική κινητοποίηση στη χώρα από την ημέρα της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Επρόκειτο, ως γνωστόν, για συναυλία στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου στην οποία συμμετείχαν μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα του ελληνικού πενταγράμμου, πολλά εκ των οποίων θα συμμετέχουν σε λίγες ημέρες σε αντιπολεμικό μαραθώνιο για την Ουκρανία στην ΕΡΤ.
Από την έντυπη έκδοση
Του Μιχάλη Χατζηκωνσταντίνου
[email protected]
Την Τρίτη πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα η πολυπληθέστερη αντιπολεμική κινητοποίηση στη χώρα από την ημέρα της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Επρόκειτο, ως γνωστόν, για συναυλία στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου στην οποία συμμετείχαν μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα του ελληνικού πενταγράμμου, πολλά εκ των οποίων θα συμμετέχουν σε λίγες ημέρες σε αντιπολεμικό μαραθώνιο για την Ουκρανία στην ΕΡΤ.
Σε οποιαδήποτε άλλη χώρα του κόσμου στην προηγούμενη φράση θα είχε μπει τελεία. Στην Ελλάδα, όμως, τα πράγματα εξελίχθηκαν και πάλι διαφορετικά. Επί ημέρες διοργανωτές και συμμετέχοντες λοιδορήθηκαν με τερατώδεις κατηγορίες ότι είναι «πράκτορες της Μόσχας» ή «χρήσιμοι ηλίθιοι» που δεν αντιλαμβάνονται ότι εν καιρώ πολέμου το αίτημα για ειρήνη ισοδυναμεί, τάχα, με τήρηση «ίσων αποστάσεων» ανάμεσα στον θύτη και το θύμα.
Μα αν ο φιλειρηνισμός στηρίζει το Κρεμλίνο, τότε γιατί απαγορεύονται οι αντιπολεμικές διαδηλώσεις στη Ρωσία; Επίσης, πώς τηρεί κάποιος «ίσες αποστάσεις» από τον εισβολέα και τον αμυνόμενο όταν ζητεί ειρήνευση, δηλαδή κατάπαυση του πυρός και τερματισμό της εισβολής; Και, τέλος, εάν ο φιλειρηνισμός είναι ύποπτος τις σκοτεινές ώρες του πολέμου, πότε είναι αθώος; Στις ώρες της νηνεμίας;
Κανείς δεν περιμένει, βέβαια, απαντήσεις από τα τρολ του διαδικτύου που πρωτοστάτησαν σε αυτή την «τρικυμία σε ποτήρι» με βιτριολικά σχόλια και χυδαίες ύβρεις. Δυστυχώς, όμως, μαζί τους συντάχθηκαν κυβερνητικά στελέχη τα οποία επί ημέρες στοχοποίησαν ανθρώπους με ανεκτίμητη προσφορά στον ελληνικό πολιτισμό, χαρακτηρίζοντάς τους έως και φασίστες.
Τι φταίει, όμως, σε αυτή τη χώρα και μια ευγενική πρωτοβουλία αλληλεγγύης σε πρόσφυγες και αμάχους μπορεί να μετατραπεί σε εμφύλια διαμάχη; Γιατί το μίσος και ο διχασμός επικρατούν ακόμη και όταν μιλάμε για την ειρήνη;
Η απάντηση, ίσως, βρίσκεται σε μια διαχρονική πολιτική κουλτούρα εχθροπάθειας που προϋπήρξε της οικονομικής κρίσης αλλά γιγαντώθηκε από αυτήν. Μια τάση παρέμβασης στα πράγματα που καμώνεται τη φιλελεύθερη, αλλά στην πραγματικότητα εχθρεύεται κάθε άποψη που παρεκκλίνει ή αισθάνεται ότι παρεκκλίνει από τα δικά της «αλάθητα πιστεύω».