Αφιερώματα
Τετάρτη, 30 Μαρτίου 2022 12:11

Οι επιδοματικές πολιτικές ενέργειας δεν αρκούν

Του Χάρη Δούκα
Τομεάρχη Ενέργειας του ΠΑΣΟΚ - Κινήματος Αλλαγής και αν. καθηγητή στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο

The N Society

 

Του Χάρη Δούκα
Τομεάρχη Ενέργειας του ΠΑΣΟΚ - Κινήματος Αλλαγής και αν. καθηγητή στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο

Η ΒΑΣΙΚΗ εφαρμοζόμενη κυβερνητική πολιτική για την κρίση των τιμών ενέργειας είναι αυτή των επιδοτήσεων των λογαριασμών. Το συνολικό ποσό που έχει δοθεί από τον Σεπτέμβριο του 2021 μέχρι σήμερα προσεγγίζει τα 3,7 δισ. ευρώ. Η οδός αυτή των διαρκών επιδοτήσεων στην ενέργεια μοιάζει με τον «πίθο των Δαναΐδων», καθώς συνεχώς απαιτούνται μεγαλύτερα ποσά και η κυβέρνηση «ξύνει τον πάτο του βαρελιού» προκειμένου να τα βρει. Ακόμα και μέτρα που φαίνεται ότι ανακουφίζουν δεν μπορούν να ξεπεράσουν την κρίση.

ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ είναι διαρθρωτικό και απαιτεί άλλη πολιτική για την αντιμετώπιση της υπερ-κερδοσκοπίας και της υπερ-εξάρτησης από ορυκτά καύσιμα. Όσον αφορά την υπερ-εξάρτηση από τα ορυκτά, ο ρόλος των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) είναι κομβικός. Το 2021 τα αιολικά και τα φωτοβολταϊκά εξοικονόμησαν 2,5 δισ. ευρώ στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας (μειώνοντας κατά 40% τη λεγόμενη οριακή τιμή συστήματος) και αντίστοιχη είναι η συνεισφορά τους και τους πρώτους μήνες του 2022.

ΤΟ ΟΦΕΛΟΣ ΤΟΥΣ είναι διπλό, καθώς δημιουργούν ταυτόχρονα οικονομικό πλεόνασμα, που επιτρέπει τη μεταφορά πόρων στο Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης για την επιδότηση των λογαριασμών. Παρ’ όλα αυτά, δεν έχουμε ακόμα ακούσει ολοκληρωμένη στρατηγική για την ενίσχυση της διάχυσης των ΑΠΕ στους πολίτες και στους αγρότες, με αντίστοιχες επενδύσεις στα δίκτυα, για να καθίσταται αυτό τεχνικά εφικτό. Στο Κίνημα Αλλαγής έχουμε ως βασική μας προτεραιότητα να δώσουμε αυτή την «καθαρή» επιλογή στα χέρια όσο το δυνατόν περισσότερων πολιτών.

ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ τα υπερ-κέρδη των εταιρειών, στο Κίνημα Αλλαγής έχουμε προτείνει από τον Φεβρουάριο τη φορολογία, μέσω έκτακτης εισφοράς και άμεσης προκαταβολής για ενίσχυση της ρευστότητας. Την πρόταση αυτή περιέλαβε και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις κατευθύνσεις προς τα κράτη-μέλη στις 8 Μαρτίου. Αντίστοιχες πρακτικές ακολουθούν οι γειτονικές μας χώρες. Στην Ιταλία, η κυβέρνηση Ντράγκι αποφάσισε τη μείωση κατά 0,25 ευρώ του φόρου στα καύσιμα και συγχρόνως ανακοίνωσε ισοδύναμο μέτρο, την επιβολή πρόσθετου φόρου 10% στα επιπλέον κέρδη των εταιρειών ενέργειας. Το αποτέλεσμα είναι πως το συνολικό κόστος της παρέμβασης θα καλυφθεί από την αυξημένη φορολόγηση των υπερ-κερδών των εταιρειών, χωρίς να χρειαστούν χρήματα από τον κρατικό προϋπολογισμό.

ΕΠΙΠΛΕΟΝ, αναφορικά με τα υγρά καύσιμα στο Κίνημα Αλλαγής τονίζουμε τη σημασία των ελέγχων και της εποπτείας της αγοράς. Παρά το γεγονός ότι οι παγκόσμιες τιμές των καυσίμων είχαν μειωθεί σημαντικά το τελευταίο διάστημα, αυτό αποτυπώθηκε ελάχιστα έως καθόλου στην τελική τιμή. Αντίθετα, όταν είχαμε αυξήσεις στις παγκόσμιες τιμές των καυσίμων, αυτές «περνούσαν αμέσως στις αντλίες». Στρεβλώσεις έχουν παρατηρηθεί και σε επίπεδο δήμων και νομών, ακόμα και γειτονικών. Για παράδειγμα, σύμφωνα με δεδομένα Μαρτίου, οι μεταβολές στις τιμές καυσίμων ανάμεσα σε Αχαΐα, Αιτωλοακαρνανία και Ηλεία απέχουν μεταξύ τους παραπάνω από 10 ποσοστιαίες μονάδες. Στη Γερμανία, το υπουργείο Οικονομίας έχει ξεκινήσει, έπειτα από κατηγορίες για προσυμφωνημένες τιμές μεταξύ των εταιρειών πετρελαιοειδών, σχετική έρευνα για τις υψηλές τιμές βενζίνης, παρά τη μεγάλη διεθνή πτώση τους. Τι περιμένει η ελληνική κυβέρνηση και δεν προχωρά ακολουθώντας το παράδειγμα των άλλων Ευρωπαίων εταίρων της; Η αλλαγή πολιτικής είναι αναγκαία.