Απόψεις
Τρίτη, 22 Μαρτίου 2022 10:31

Γερμανία: Από τη «χίμαιρα» της Ρωσίας, στην «EurAmerica»

Πανικός χθες στο Γερμανικό υπουργείο Άμυνας. Έτρεχαν και δεν έφταναν οι επιτελείς για να διορθώσουν την γκάφα της υπουργού Κριστίν Λάμπρεχτ, η οποία είχε σπεύσει να ανακοινώσει  -και μάλιστα σε επίσημη συνέντευξη Τύπου- ότι η Γερμανία θα παράσχει μόνη της τους 5.000 στρατιώτες της υπό ίδρυση νέας δύναμης ταχείας επέμβασης της Ε.Ε. Γράφει ο Μιχάλης Ψύλος.

Του Μιχάλη Ψύλου 
[email protected]

Πανικός χθες στο Γερμανικό υπουργείο Άμυνας. Έτρεχαν και δεν έφταναν οι επιτελείς για να διορθώσουν την γκάφα της υπουργού Κριστίν Λάμπρεχτ, η οποία είχε σπεύσει να ανακοινώσει  -και μάλιστα σε επίσημη συνέντευξη Τύπου- ότι η Γερμανία θα παράσχει μόνη της τους 5.000 στρατιώτες της υπό ίδρυση νέας δύναμης ταχείας επέμβασης της Ε.Ε.. «Η δύναμη ταχείας επέμβασης μπορεί να δημιουργηθεί από τη Γερμανία ως το 2025», τόνισε η σοσιαλδημοκράτισσα υπουργός Άμυνας. Για «γλωσσικό ολίσθημα», έκανε λόγο το γερμανικό περιοδικό Der Spiegel, αποκαλύπτοντας ότι «η ανακοίνωση της Λάμπρεχτ είχε προκαλέσει πυρετώδη τηλεφωνήματα στο υπουργείο Άμυνας. Κανείς δεν ήξερε τίποτα για τέτοια σχέδια. Ακόμη και η ηγεσία της Bundeswehr αναρωτήθηκε πώς είναι δυνατόν να κινητοποιήσει τόσους πολλούς στρατιώτες συν τον απαραίτητο βαρύ εξοπλισμό μέχρι το 2025», γράφει το Spiegel.

Χρειάστηκε να περάσει περίπου μιάμιση ώρα μετά την «έκτακτη είδηση» της Λάμπρεχτ, μέχρι το γερμανικό υπουργείο Άμυνας να διορθώσει τα λόγια της υπουργού στο Twitter: «Η Γερμανία θέλει να παράσχει τον «πυρήνα» της μελλοντικής δύναμης επέμβασης - όχι και τους 5.000 στρατιώτες», ανέφερε το Γερμανικό υπουργείο Αμυνας, αδειάζοντας φυσικά την υπουργό.

Μήπως όμως ισχύει ότι «γλώσσα λανθάνουσα τα αληθή λέγει», όπως σοφά έλεγαν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι; Η Γερμανία φαίνεται να βιάζεται να επανεξοπλιστεί, λόγω της ουκρανικής κρίσης και το κάνει ολοταχώς, όπως φάνηκε με την απόφαση δημιουργίας ενός ταμείου 100 δισεκατομμυρίων ευρώ για την ενίσχυση της Bundeswehr.

Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία άλλαξε τα πάντα: ακύρωσε 80 χρόνια ενεργητικής ουδετερότητας, πείθοντας τον Γερμανό καγκελάριο Ολαφ Σολτς να ακυρώσει τη στρατηγική των προηγούμενων Γερμανών ηγετών που επιθυμούσαν να σταθεροποιήσουν την κεντρική θέση του Βερολίνου στην Ευρώπη, μέσα από τη συνεννόηση με τη Ρωσία. Τη στρατηγική της «Ostpolitik» που εγκαινίασε ο «σιδηρούς καγκελάριος» Οτο φον Μπίσμαρκ στα τέλη του 19ου αιώνα και ακολούθησαν μετά τον Β` Παγκόσμιο πόλεμο ο Κόνραντ Αντενάουερ,ο Βίλι Μπραντ αλλά και η Άγκελα Μέρκελ. Μια «ανατολική πολιτική» που αναζητούσε ένα modus vivendi με τη Μόσχα ακόμη και τις πιο σκοτεινές ώρες, προκειμένου να μπορέσει η Γερμανία να έχει συστημική επιρροή στην καρδιά της Ευρασίας, που συνιστά και το κέντρο βάρους της περιφερειακής γεωπολιτικής.

Φαίνεται λοιπόν, ότι η «παγίδα» που έστησε ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν στον Ρώσο ομόλογό του, Βλάντιμιρ Πούτιν, λειτουργεί σε πολλούς τομείς: Το Κρεμλίνο θα είχε κερδίσει μόνο αν δεν είχε εισβάλει στην Ουκρανία, ο Λευκός Οίκος κερδίζει όμως, παγιδεύοντας τη Ρωσία σε έναν νέο Ψυχρό Πόλεμο, στην Ευρώπη κυρίως. Και η Γερμανία εγκαταλείπει «τη χίμαιρα» της Ρωσίας για χάρη της «EurAmerica».