Απόψεις
Τετάρτη, 23 Μαρτίου 2022 07:00

Η προφορική «αριστεία»

Πριν από περισσότερα από 15 χρόνια ο γράφων, αρκετά νέος τότε, είχε συμμετάσχει σε διαγωνισμό για μια θέση επικοινωνίας σε δημόσιο οργανισμό που διαχειρίζεται τα κοινοτικά πλαίσια στήριξης. Έπειτα από επιτυχή αποτελέσματα σε εξετάσεις γνώσεων και δεξιοτήτων ήρθε η ώρα της προφορικής συνέντευξης, γράφει ο Μιχάλης Χατζηκωνσταντίνου 

Από την έντυπη έκδοση

Του Μιχάλη Χατζηκωνσταντίνου
[email protected]

Πριν από περισσότερα από 15 χρόνια ο γράφων, αρκετά νέος τότε, είχε συμμετάσχει σε διαγωνισμό για μια θέση επικοινωνίας σε δημόσιο οργανισμό που διαχειρίζεται τα κοινοτικά πλαίσια στήριξης. Έπειτα από επιτυχή αποτελέσματα σε εξετάσεις γνώσεων και δεξιοτήτων ήρθε η ώρα της προφορικής συνέντευξης. Οι (δύο) συνεντευξιαστές δεν άφησαν περιθώρια παρερμηνείας. Από ερωτήσεις περί ανέμων και υδάτων, πέρασαν σε ψιλοκουβεντούλα ώστε να συμπληρωθεί ο απαιτούμενος χρόνος της διαδικασίας και κατέληξαν στο αφοπλιστικό: «μεταπτυχιακό στο εξωτερικό, ξένες γλώσσες, εμπειρία στο χώρο, είναι προφανές ότι διαθέτετε περισσότερα προσόντα από αυτά που προβλέπει η θέση». 

Η παλαιά όσο και διαφωτιστική αυτή εμπειρία για τη λειτουργία του κομματικού κράτους ξαναήρθε στη μνήμη με αφορμή το νομοσχέδιο του υπουργείου Εσωτερικών που αλλάζει τη διαδικασία επιλογής προϊσταμένων στο Δημόσιο. Σύμφωνα με τις εν λόγω προβλέψεις αποκλείονται από τη διεκδίκηση θέσεων Διευθυντών, Γενικών Διευθυντών και Τμηματαρχών όσοι υποψήφιοι δεν συγκεντρώνουν τουλάχιστον 500 μόρια στη δομημένη συνέντευξη. 

Με απλά λόγια, λοιπόν, η δομημένη συνέντευξη αντί να δίνει τη δυνατότητα επιλογής των καλύτερων ανάμεσα σε υποψήφιους υψηλού επιπέδου χρησιμοποιείται για το αντίθετο: για να λειτουργήσει ως «κόφτης» υψηλών προσόντων. Απειλεί έτσι να θέσει εκτός κρίσεων κάποιους από τους καλύτερους, τη θέση των οποίων θα πάρουν υπάλληλοι με σαφώς λιγότερα τυπικά προσόντα που θα κατορθώσουν να πιάσουν το όριο στην υποκειμενική διαδικασία της συνέντευξης.

Κάποια στιγμή σε αυτή τη χώρα θα πρέπει να εξηγηθεί γιατί τα «δικά μας παιδιά» έχουν πάντα την τάση να τα πηγαίνουν τόσο καλά στις προφορικές διαδικασίες που δεν μπορούν να ελεγχθούν με αντικειμενικούς τρόπους. Και αντίστροφα, βέβαια, γιατί τελικά τα «παιδιά ενός κατώτερου θεού» που διαβάζουν περισσότερο, μοχθούν περισσότερο και παράγουν περισσότερο εμφανίζουν τόση δυσκολία να κατακτήσουν την προφορική «αριστεία» των κομματικών διαδρόμων;