Η Κυριακή ήταν μία δύσκολη μέρα στο πεδίο, ωστόσο, ανέδειξε θετικά σημάδια για την εξέλιξη των διαπραγματεύσεων με το νέο γύρο των συνομιλιών μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσία να αναμένεται σήμερα το πρωί. Από τη μία ο σύμβουλος του Ουκρανού προέδρου, Μιχάιλο Ποντόλιακ, σημείωσε ότι μέσα σε μερικές μέρες θα δούμε αποτελέσματα. Από την άλλη, το μέλος της ρωσικής διαπραγματευτικής ομάδας, Λεονίντ Σλούτσκι, δήλωσε ότι έχει σημειωθεί «σημαντική πρόοδος». Ο ίδιος ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν έχει κάνει άλλωστε λόγο την εβδομάδα που μας πέρασε για θετικά σημάδια στις διαπραγματεύσεις με το Κίεβο.
Της Ιωάννας Βαρδαλαχάκη
[email protected]
Η Κυριακή ήταν μία δύσκολη μέρα στο πεδίο, ωστόσο, ανέδειξε θετικά σημάδια για την εξέλιξη των διαπραγματεύσεων με το νέο γύρο των συνομιλιών μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας να έρχεται σήμερα το πρωί. Από τη μία ο σύμβουλος του Ουκρανού προέδρου, Μιχάιλο Ποντόλιακ, σημείωσε ότι μέσα σε μερικές μέρες θα δούμε αποτελέσματα. Από την άλλη, το μέλος της ρωσικής διαπραγματευτικής ομάδας, Λεονίντ Σλούτσκι, δήλωσε ότι έχει σημειωθεί «σημαντική πρόοδος». Ο ίδιος ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν είχε κάνει άλλωστε λόγο την εβδομάδα που μας πέρασε για θετικά σημάδια στις διαπραγματεύσεις με το Κίεβο.
Οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται, δημόσια και παρασκηνιακά, από τις δύο άμεσα εμπλεκόμενες πλευρές αλλά και με παρεμβάσεις τρίτων. Μέχρι να γίνουν, ωστόσο, ευδιάκριτες οι γραμμές συμβιβασμού, η αιματοχυσία θα συνεχίζεται.
Και πότε θα μπορούμε να μιλάμε για συμβιβασμό στον ορίζοντα; Μόνο όταν κάποια από τις δύο πλευρές πιστέψει ότι δεν μπορεί να επικρατήσει. Αν δεν υπάρξει απόλυτα ξεκάθαρή νίκη οι όροι της συμφωνίας θα εξαρτηθούν από τη στρατιωτική θέση, εξηγεί ο διπλωματικός συντάκτης και συγγραφέας Τιμ Μάρσαλ, προσθέτοντας ότι υπάρχει πάντα και το σενάριο της μακροχρόνιας σύγκρουσης.
Επομένως η δύναμη στο πεδίο θα ενισχύσει την διαπραγματευτική δύναμη στις συνομιλίες. Ως εκ τούτου, πολλοί αναλυτές, προειδοποιούν ότι η Ρωσία θα αυξήσει αυτή την εβδομάδα την ένταση των επιθέσεων, με τις πόλεις- κλειδιά Οδησσό, Μαριούπολη και Κίεβο να κινδυνεύουν περισσότερο. Η Ρωσία μπορεί να σταμάτησε τα τελεσίγραφα στη ρωσική πλευρά λόγω των καθυστερήσεων που αντιμετωπίζουν τα ρωσικά στρατεύματα, όμως ήδη έχει φανεί ότι στοχεύει να εξασφαλίσει το πάνω χέρι στις μάχες καθώς διεύρυνε το πεδίο των επιθέσεών της με επέκταση προς τα δυτικά και επιστράτευσε 15.000 μαχητές από τη Μέση Ανατολή.
Τον ίδιο στόχο έχει η ουκρανική αντίσταση, να καταφέρει να πλήξει τις ρωσικές δυνάμεις ώστε να ενισχύσει τη διαπραγματευτική της δύναμη. Η αντίσταση των Ουκρανών τροφοδοτείται με δύο τρόπους.
Από τη μία, η Δύση που ξεκίνησε μια μεγάλη επιχείρηση τις τελευταίες ημέρες για τη μεταφορά όπλων- όπως βρετανικοί αντιαρματικοί πύραυλοι NLAW, το αμερικανικό πυραυλικό σύστημα Javelin, τα αντιαρματικά όπλα Panzerfaust-3 κά- και τον ανεφοδιασμό των Ουκρανών στρατιωτών.
Από την άλλη, η ουκρανική οικονομία που μετατρέπεται σε μια πολεμική βιομηχανία. Όπως εξηγεί σε δημοσίευμά της η Wall Street Journal, βιομηχανίες και επιχειρήσεις στην Ουκρανία, αλλάζουν το αντικείμενό τους για να εξοπλίσουν την αντίσταση της χώρας. Εταιρείες, από εξορυκτικές μέχρι κατασκευαστικές, κατασκευάζουν αντιαρματικές οχυρώσεις. Μια μάρκα γυναικείων υποδημάτων άρχισε να χρησιμοποιεί το πολυτελές ιταλικό της δέρμα για να κατασκευάζει στρατιωτικές μπότες. Η κυβέρνηση εξέδωσε πολεμικά ομόλογα για τη χρηματοδότηση του στρατού.
Η εγχώρια συνεισφορά είναι, ωστόσο, μικρή σε σύγκριση με αυτό που παρέχουν οι σύμμαχοι της Ουκρανίας στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ όσον αφορά τη στρατιωτική και οικονομική βοήθεια, σχολιάζει η WSJ.
Περισσότερες από 20 άλλες χώρες έχουν υποσχεθεί, στείλει ή βοηθήσει στη μεταφορά όπλων και εξοπλισμού στην Ουκρανία. Μερικές από αυτές τις δεσμεύσεις συνεπάγονται μεγάλες ανατροπές στην πολιτική των χωρών με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τη Γερμανία και την απόφασή της να στείλει όπλα στην Ουκρανία που σηματοδοτεί τέλος εποχής για την πάγια γερμανική πολιτική να απαγορεύει την αποστολή όπλων σε εστίες πολέμου.
Είναι όμως δικαιολογημένη η αποστολή βοήθειας; Στην χώρα μας, για παράδειγμα, η πλειοψηφία των πολιτών διαφωνεί με την αποστολή πολεμικού υλικού στην Ουκρανία, ενώ παράλληλα εγείρονται διάφορα ερωτήματα για την αντίδραση της ρωσικής πλευράς δεδομένου ότι αυτά τα όπλα- αν και αμυντικά- έχουν σκοπό να σκοτώσουν Ρώσους στρατιώτες.
Η στρατηγική της Δύσης δεν είναι κάτι καινούριο, απαντάει το Foreign Affairs, εξηγώντας πως η αποστολή όπλων από τρίτα μέρη είναι εξαιρετικά κοινή τακτική στον σύγχρονο πόλεμο. Η κλιμάκωση της σύγκρουσης είναι πάντα δυνατή- σημειώνει-, αλλά οι μεταφορές όπλων συνήθως δεν εμπλέκουν τα μέρη που προμηθεύουν όπλα στον πόλεμο. Εν μέρει αυτό οφείλεται στο ότι οι μεταφορές όπλων από μόνες τους σπάνια αποτελούν καθοριστικό παράγοντα στον πόλεμο. Ούτε μπορούν να εξασφαλίσουν μια αποφασιστική νίκη για την Ουκρανία εναντίον της Ρωσίας, υπογραμμίζει, προσθέτοντας ότι τα όπλα μπορούν σίγουρα να βοηθήσουν, και χωρίς αυτά ο ουκρανικός στρατός είναι απίθανο να είναι σε θέση να εφοδιαστεί για έναν πόλεμο με μεγάλη διάρκεια.
Ωστόσο, εξηγεί το Foreign Affairs, οι ικανότητες της Ρωσίας που υπερέχουν των ουκρανικών δυνάμεων μπορούν να επιτρέψουν στον Πούτιν να κερδίσει τις ουκρανικές δυνάμεις, εφόσον η Μόσχα μπορέσει να ξεπεράσει τα υλικοτεχνικά, διοικητικά και τακτικά προβλήματα που έχουν καταστρέψει το σχέδιο εισβολής της μέχρι σήμερα. Εάν η Ρωσία καταφέρει να καταλάβει πώς να αξιοποιήσει σωστά τα πλεονεκτήματά της, θα μπορούσε τελικά να καταλάβει αρκετό έδαφος για να αναγκάσει τους Ουκρανούς σε συνθηκολόγηση.
Ένα καλύτερο αποτέλεσμα για την Ουκρανία- συνεχίζει- απαιτεί είτε να διατηρηθούν τα ελαττώματα του ρωσικού στρατού είτε μια δυτική παρέμβαση που επιφέρει ένα επίπεδο κινδύνου που το ΝΑΤΟ δεν είναι διατεθειμένο να πάρει. Αυτό που μπορούν να κάνουν οι μεταφορές όπλων είναι να γεφυρώσουν αυτές τις δύο επιλογές, αντιπροσωπεύοντας έναν τρόπο για τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους να συμβάλουν στην άμυνα της Ουκρανίας, να αυξήσουν το κόστος της ρωσικής επιθετικότητας χωρίς να εμπλακούν άμεσα στη Ρωσία και να δώσουν στην Ουκρανία την ευκαιρία να αποκρούσει τις ρωσικές δυνάμεις χωρίς υπερβαίνει την ανοχή κινδύνου του ΝΑΤΟ.
Να σημειωθεί, ωστόσο, ότι υπάρχει και η άλλη άποψη που τονίζει ότι η αποστολή των όπλων δεν θα μπορέσει να ανατρέψει το αποτέλεσμα των μαχών και απλά θα οδηγήσουν σε μεγαλύτερερς απώλειες ανθρώπινων ζωών.
Σύμφωνα με τον Μάρσαλ, εάν οι Ρώσοι νικήσουν, ο Πούτιν θα επιμείνει στην αναγνώριση της Κριμαίας ως τμήμα της Ρωσίας, στην αναγνώριση του Ντονμπάς ως ανεξάρτητης περιοχής και θα ζητήσει ουδέτερο στάτους για την Ουκρανία. Ήδη για το ΝΑΤΟ έχει διαφανεί ότι η ουκρανική πλευρά δεν αποκλείει το αίτημα. Όμως ίσως φανεί πιο δύσκολα αποδεκτό το «πάγωμα» της ένταξης στην ΕΕ δεδομένου ότι πριν από 8 χρόνια ο ουκρανικός λαός εξεγέρθηκε ζητώντας περισσότερη ανάμειξη με την Ευρώπη.
Εάν η Ουκρανία χάνει στο πεδίο αλλά εξακολουθεί να αντιστέκεται, για να τερματιστεί η αιματοχυσία, ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι θα μπορούσε να συμφωνήσει σε όλα αυτά τα αιτήματα, όπως είναι διατυπωμένα ή με κάποιες τροποποιήσεις. Ίσως το πιο εύκολο προς αποδοχή αίτημα να είναι η Κριμαία, αν και αυτό θα αποτελέσει ένα πικρό χάπι. Μια αντιπροσφορά για το Ντονμπάς, θα μπορούσε να είναι η αποδοχή ενός καθεστώτος ημιαυτόνομης λειτουργίας.
Εάν οι Ρώσοι είναι σε αταξία, η Ουκρανία θα μπορούσε να τους απωθήσει.