Καθώς έχουν συμπληρωθεί 13 ημέρες συγκρούσεων στην Ουκρανία, γίνεται πλέον εμφανές ότι η ρωσική εισβολή στη χώρα δεν θα λήξει σε σύντομο χρονικό διάστημα, παρόλο που το Κρεμλίνο διεμήνυσε την Δευτέρα ότι εφόσον ικανοποιηθούν τα ρωσικά αιτήματα, η επίθεση θα σταματήσει «στη στιγμή». Τα αιτήματα της Ρωσίας, ωστόσο, αποκρυσταλλώθηκαν ως εξής:
Της Ιωάννας Βαρδαλαχάκη
[email protected]
Καθώς έχουν συμπληρωθεί 13 ημέρες συγκρούσεων στην Ουκρανία, γίνεται πλέον εμφανές ότι η ρωσική εισβολή στη χώρα δεν θα λήξει σε σύντομο χρονικό διάστημα, παρόλο που το Κρεμλίνο διεμήνυσε την Δευτέρα ότι εφόσον ικανοποιηθούν τα ρωσικά αιτήματα, η επίθεση θα σταματήσει «στη στιγμή». Τα αιτήματα της Ρωσίας, ωστόσο, αποκρυσταλλώθηκαν ως εξής:
Η διάρκεια του πολέμου φαίνεται να διαψεύδει επίσης τις αρχικές επιδιώξεις της Μόσχας που, σύμφωνα με αναφορές, ήθελε η «ειδική στρατιωτική της επιχείρηση» να λήξει σε σύντομο χρονικό διάστημα και μάλιστα είχε θέσει συγκεκριμένη διάρκεια. Όπως αναφέρει ο Ρώσος Αντρέι Κορτούνοφ του Συμβουλίου Διεθνών Υποθέσεων της Ρωσίας, το αρχικό σχέδιο του Κρεμλίνου ήταν να ολοκληρωθεί η όλη επιχείρηση σε δύο εβδομάδες.
Σύμφωνα με τον Κορτούνοφ, τα μέλη του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών «εξεπλάγησαν σοκαρίστηκαν, ακόμη και απογοητεύθηκαν» από την απόφαση της Μόσχας, την οποία πιθανώς θεώρησαν ως την έναρξη ενός πολέμου που δεν μπορεί να κερδηθεί, σχολιάζει ο Πάτρικ Κόκμπερν. Ο πόλεμος δεν αφορά πλέον αποκλειστικά το μέλλον της Ουκρανίας, αλλά και το μέλλον του Βλαντιμίρ Πούτιν, ο οποίος είναι απίθανο να επιβιώσει από ένα πλήρες ρωσικό φιάσκο. Όχι μόνο έδωσε εντολή εισβολής και κατάληψης της Ουκρανίας, αλλά προφανώς περίμενε ότι τα ρωσικά στρατεύματα θα κάνουν βόλτα στην Ουκρανία, προσθέτει ο δημοσιογράφος.
Μια ερμηνεία της καθυστέρησης του ρωσικού στρατού αφορά τα προβλήματα στον ανεφοδιασμό, και μια άλλη κάνει λόγο για πεσμένο ηθικό των Ρώσων στρατιωτών. Άλλοι πάλι ερμηνεύουν την καθυστέρηση της ρωσικής προέλασης, ειδικά στο Κίεβο, ως σημάδι στρατηγικού σχεδιασμού, υπό το σκεπτικό ότι η Ρωσία δεν επιθυμεί να εξαπολύσει μεγάλης κλίμακας επίθεση στην πρωτεύουσα, κάτι που θα οδηγήσει σε λουτρό αίματος, με μεγάλες απώλειες αμάχων και ισοπέδωση της πόλης. Έτσι ποντάρει στον «στραγγαλισμό» του Κιέβου, περιμένοντας την εξάντληση της ουκρανικής αντίστασης και των κατοίκων.
Ορισμένοι αναλυτές και δυτικοί αξιωματούχοι πιστεύουν επίσης ότι η στασιμότητα οφείλεται στο γεγονός ότι η Ρωσία αναπληρώνει τις προμήθειες, προσπαθεί να αντιμετωπίσει τα προβλήματα εφοδιασμού και εδραιώνει τις θέσεις της γύρω από το Κίεβο προτού ξεκινήσει μια συντονισμένη επίθεση.
Βέβαια η ουκρανική αντίσταση μέχρι στιγμής φαίνεται να έχει αποτελέσει ένα παράγοντα που δεν εκτιμήθηκε σωστά κατά τους ρωσικούς σχεδιασμούς, όπως ακριβώς και η συσπείρωση της Δύσης απέναντι στην επιθετικότητα της Ρωσίας αποφασίζοντας πρωτοφανείς κυρώσεις. Όσο όμως αυξάνονται τα «σκάγια» που πληγώνουν την Ρωσία και την οικονομία της, τόσο πιο πιθανό είναι ο Πούτιν να προσπαθήσει να κερδίσει μια στρατιωτική νίκη στην Ουκρανία, ώστε η εισβολή του να μην θεωρηθεί ως καταστροφή.
Προς αυτή την κατεύθυνση φαίνεται να συνηγορεί και η απόφαση του Πούτιν να θέσει τις στρατηγικές πυρηνικές δυνάμεις της Ρωσίας σε κατάσταση συναγερμού, γεγονός που ερμηνεύεται από πολλούς αναλυτές ως «μπλόφα» και από ορισμένους άλλους ως ένδειξη απελπισίας που «ακονίζει» τον βαθμό επικινδυνότητας της κατάστασης.
Παράλληλα, γίνεται σαφές ότι όσο περισσότερο ο ουκρανικός στρατός, οι πολιτοφυλακές και οι εθελοντές καταφέρνουν να συγκρατούν τις δυνάμεις εισβολής της Ρωσίας, τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα ο Ρώσος πρόεδρος να δώσει σήμα στους στρατηγούς του για πιο δυναμικές και απρόσεκτες επιθέσεις με τρομερής κλίμακας βομβαρδισμούς, αφήνοντας ελεύθερες τις ρωσικές δυνάμεις να καταλάβουν το ουκρανικό έδαφος όσο το δυνατόν γρηγορότερα, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει περισσότερα θύματα- ήδη υπάρχουν αναφορές για μεγάλο αριθμό νεκρών αμάχων- και μεγαλύτερες καταστροφές σε κτίρια όπου ζουν εκατοντάδες οικογένειες- μέχρι στιγμής οι ζημιές στις υποδομές της Ουκρανίας υπολογίζονται σε 10 δισ. δολάρια, σύμφωνα με τον υπουργό Υποδομών της χώρας.
Από τη μία, επομένως, ο Πούτιν δεν μπορεί να κάνει πίσω, παρά μόνο με όρους που θα ήταν εντελώς απαράδεκτοι για τους Ουκρανούς. Και από την άλλη, η υποστήριξη της ουκρανικής αντίστασης ενδέχεται να οδηγήσει σε πιο μεγάλη αιματοχυσία σε ένα πόλεμο που- για πολλούς- θα κερδίσει η Ρωσία ούτως ή άλλως.
Στο μεταξύ οι τρεις γύροι των διαπραγματεύσεων μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας δεν έχουν σημειώσει παρά ελάχιστη πρόοδο και πολλές αλληλοκατηγορίες για τις αποτυχημένες προσπάθειες κατάπαυσης του πυρός και απομάκρυνσης των αμάχων.
Μετά το τέλος του τρίτου γύρου των συνομιλιών Ουκρανίας-Ρωσίας, ο Βλαντιμίρ Μεντίνσκι, που ηγείται της ρωσικής αντιπροσωπείας, δήλωσε στο Interfax ότι οι διαπραγματεύσεις «δεν ήταν εύκολες», «δεν ανταποκρίθηκαν στις προσδοκίες της Ρωσίας» και «είναι πολύ νωρίς για να μιλήσουμε για κάτι θετικό».
Η πραγματική πρόοδος στις διαπραγματεύσεις θα εξαρτηθεί- κατά πολλούς- από το αποτέλεσμα της μάχης το οποίο, ωστόσο, δεν έχει κριθεί ακόμα. Μάλιστα αρκετοί σημειώνουν ότι μια συμφωνία μεταξύ των δύο χωρών δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην ότι πρέπει να ηττηθεί ο ουκρανικός στρατός.
«Αυτό που συμβαίνει στη Ρωσία τώρα θα είναι σημαντικό», εξηγεί ο Δρ Νιλ Μέλβιν, διευθυντής Διεθνών Σπουδών Ασφάλειας στο Royal United Services Institute (RUSI). «Εάν η Ρωσία δεν αρχίσει να σημειώνει σοβαρή πρόοδο και αντ' αυτού καταλήξει σε μια κατάσταση στην οποία σκοτώνονται πολλοί άμαχοι στις πόλεις και το οικονομικό κόστος αυξάνεται, τότε η επιρροή του Πούτιν θα εξασθενήσει στο εσωτερικό. Αυτό θα μπορούσε να αλλάξει την εξίσωση για τη Ρωσία. Ο Πούτιν μπορεί να αναγκαστεί να ψάξει για κάτι άλλο», προσθέτει.
Πώς όμως θα ξέρουμε αν ο Πούτιν αρχίζει να παίρνει πιο σοβαρά τις συνομιλίες; «Εάν οι Ρώσοι φέρουν υψηλόβαθμους αξιωματούχους στην αντιπροσωπεία, αυτό θα σήμαινε ότι αλλάζουν τη θέση τους», λέει από την πλευρά του ο διευθυντής για τη Ρωσία και την Ευρώπη στο Ινστιτούτο Ειρήνης των ΗΠΑ, Δρ. Ντόναλντ Τζένσεν.
Όλα τα βλέμματα πλέον στρέφονται στην Αττάλεια της Τουρκίας, όπου αναμένεται την Πέμπτη η συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών των δύο χωρών.
Η Τουρκία και το Ισραήλ θα μπορούσαν- σύμφωνα με αρκετούς αναλυτές- να διαδραματίσουν χρήσιμο ρόλο ως μεσολαβητές. Και πολύ περισσότερο η Κίνα. Όμως ποιο θα ήταν το κοινό έδαφος πάνω στο οποίο θα μπορούσαν να συμφωνήσουν οι δύο πλευρές; Πολλοί θεωρούν ως λύση την ουδετερότητα της Ουκρανίας, όμως ο Μέλβιν υπενθυμίζει ότι το 2014- όταν η Ρωσία εισέβαλε στην Κριμαία- η Ουκρανία είχε πράγματι ουδέτερο καθεστώς.
Ωστόσο, ο Ίαν Μπρέμερ, ιδρυτής του Eurasia Group, δεν φτάνει ως εκεί. Όπως εξηγεί, θεωρεί ότι ο Πούτιν θέλει να απομακρύνει από την εξουσία τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι και να καταλάβει το Κίεβο.
Μια άλλη πρόταση που εμφανίζεται ως λύση είναι η Ουκρανία να παραδώσει στη Ρωσία την περιοχή του Ντονμπάς. Όμως ούτε αυτό είναι αρκετό για τη Ρωσία, τονίζει ο Μέλβιν, εξηγώντας πως οι Ρώσοι θέλουν να ασκήσουν πολιτική επιρροή στην Ουκρανία. Για τον ίδιο, εφόσον η Ουκρανία ηττηθεί στρατιωτικά, ίσως πρέπει να δεχτεί μια διχοτόμηση που θα «έσπαγε» την Ουκρανία ως χώρα.
«Και τότε θα είχαμε μια κατάσταση όπως η Γερμανία κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου με την Ανατολική και τη Δυτική Γερμανία. Αυτό θα ήταν ένα έδαφος μεγαλύτερο από την περιοχή του Ντονμπάς, και θα λειτουργούσε ως ένα είδος προστασίας εντός της ρωσικής σφαίρας επιρροής, όπως ήταν οι χώρες του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Δεν θα ήταν μόνο ανεξάρτητο, αλλά ουσιαστικά υπό τον άμεσο έλεγχο της Μόσχας και αυτό θα επέτρεπε στη Ρωσία να αισθάνεται ότι υπάρχει μια ζώνη ασφαλείας γύρω της, έτσι ώστε ο Πούτιν να έχει μια εδαφική ζώνη ασφαλείας μεταξύ του ΝΑΤΟ και της Ρωσίας», σημειώνει.
«Αυτό το σενάριο μπορεί να επιτρέψει στον Πούτιν να διεκδικήσει μια νίκη, αλλά το κόστος θα είναι η διχοτόμηση της Ουκρανίας», καταλήγει.