Όπως έχουμε αναφέρει σε προηγούμενο κείμενο, η Κυβέρνηση, η Περιφέρεια ή ο Δήμος δεν είναι οι μοναδικές κοινωνικές δομές. Υπάρχουν επαγγελματικοί Σύλλογοι, Επιμελητήρια και Συνδικαλιστικές οργανώσεις. Υπάρχει η Εκκλησία, οι Εθελοντικές οργανώσεις και οι ΜΚΟ. Υπάρχουν, πάνω από όλα, οι πολίτες. Όλοι αυτοί οι συντελεστές στις οργανωμένες και προηγμένες κοινωνίες είναι εταίροι σε αυτό που λέγεται κοινωνικό όραμα και βούληση.
Του Νίκου Ταμπακίδη,
πρώην Δημάρχου Αγίων Αναργύρων,
πρώην Γ. Γραμματέα Περιφέρειας Ιονίων Νήσων
Όπως έχουμε αναφέρει σε προηγούμενο κείμενο, η Κυβέρνηση, η Περιφέρεια ή ο Δήμος δεν είναι οι μοναδικές κοινωνικές δομές. Υπάρχουν επαγγελματικοί Σύλλογοι, Επιμελητήρια και Συνδικαλιστικές οργανώσεις. Υπάρχει η Εκκλησία, οι Εθελοντικές οργανώσεις και οι ΜΚΟ. Υπάρχουν, πάνω από όλα, οι πολίτες. Όλοι αυτοί οι συντελεστές στις οργανωμένες και προηγμένες κοινωνίες είναι εταίροι σε αυτό που λέγεται κοινωνικό όραμα και βούληση.
Η Εταιρική σχέση αναγνωρίζει πως όλοι, άτομα και φορείς, έχουν ρόλο στη διοίκηση και προαγωγή της κοινωνίας.
Με την εφαρμογή της Αρχής αυτής ένα (ανομοιογενές) άθροισμα ατόμων ή ομάδων μετατρέπεται σε (λειτουργικό και δυναμικό) σύνολο που λέγεται ανθρώπινη κοινωνία. Γίνεται ένα σύνολο με κοινές επιδιώξεις και στόχους.
Η εφαρμογή της Εταιρικής Σχέσης:
Συμμετοχικές διαδικασίες: Μέσο ή σκοπός;
Θα μπορούσε να διατυπωθεί η υποψία πως η Δημοκρατία εκδικείται αυτούς που την φαλκιδεύουν. Η τάση πολλών διοικούντων να μη διαβουλεύονται με τους πολίτες και τους κοινωνικούς φορείς έχει σαν παρενέργεια να μη γίνεται γνωστό το παραγόμενο έργο! Η (συχνή) διαπίστωση: «ο κόσμος δεν γνωρίζει το έργο μας» ίσως αποτυπώνει την «εκδίκηση» της συμμετοχικής δημοκρατίας σε αυτούς που την αποφεύγουν!
Η συμμετοχική διαδικασία χρησιμοποιείται άλλοτε ως μέσο και άλλοτε ως σκοπός.
Χωρίς να μπορούμε να διακρίνουμε πάντοτε ξεκάθαρα τις διαφορές, στην πρώτη περίπτωση, η συμμετοχή είναι μια λειτουργία όπου η τοπική κοινωνία και οι τοπικοί φορείς «χρησιμοποιούνται» για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας μιας διαδικασίας που σχεδιάστηκε εκτός κοινωνικού διαλόγου. Η αξία και η σημασία του έργου θεωρείται δεδομένη από τους αρχικούς σχεδιαστές και η συμμετοχική διαδικασία έχει έντονα τα στοιχεία της ενημέρωσης της κοινής γνώμης και λιγότερο τα στοιχεία της διαβούλευσης.
Στη δεύτερη περίπτωση η συμμετοχική διαδικασία προσεγγίζεται ως σκοπός, με την έννοια ότι αποτελεί προϋπόθεση πληρότητας και ορθότητας του σχεδιασμού. Επιπλέον, η θεώρηση αυτή εκφράζει το πολιτικό δόγμα «η κοινωνία αποφασίζει για το είδος της ανάπτυξης και της διοίκησης που επιθυμεί».
Στις δεκαετίες του 1970 και του ΄80 ανεπτύχθη, σε παγκόσμιο επίπεδο, μια εκτεταμένη συζήτηση για την έννοια και τη φύση της κοινωνικής συμμετοχής. Δύο χαρακτηριστικές προσεγγίσεις που επηρέασαν την προσέγγιση για την εφαρμογή της κοινωνικής συμμετοχής είναι αυτές των Cohen and Uphoff αφενός και των Pearse and Stifel, αφετέρου.
Σύμφωνα με τους Cohen and Uphoff (1):… «Η συμμετοχή περιλαμβάνει την εμπλοκή της κοινωνίας στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, στην εφαρμογή των αναπτυξιακών προγραμμάτων, στη συμμετοχή στα κέρδη από τις αναπτυξιακές δράσεις και τη συμμετοχή στις διαδικασίες αξιολόγησης των δράσεων…».
Σύμφωνα με τους Pearse and Stifel (2):… «Η συμμετοχή αφορά… σε προσπάθεια να αυξηθεί ο κοινωνικός έλεγχος σε πόρους και διοικητικούς φορείς σε συγκεκριμένες καταστάσεις για λογαριασμό κοινωνικών ομάδων…».
Επιχειρήματα υπέρ των συμμετοχικών διαδικασιών:
Επιχειρήματα εναντίον των συμμετοχικών διαδικασιών:
Είναι προφανές, πως το θέμα έχει σοβαρή πολιτική διάσταση και οι διάφορες θέσεις απεικονίζουν συχνά τη διαφορετική εκκίνηση αυτών που προβάλλουν τα θετικά ή τα αρνητικά επιχειρήματα.
1. Cohen J, Uphoff N. “Participation's place in rural development: seeking clarity through specificity” World Development. 1980;8:213–235
2. Pearse, A., & Stifel, M. (1979). Inquiry into Participation—A Research Approach, Popular Participation Program. Geneva: United Nations Research Institute for Social Development.