Τον σημαντικό αντίκτυπο της πανδημίας στις γυναίκες, τόσο σε προσωπικό, όσο και σε επαγγελματικό επίπεδο, καθώς και τη σοβαρή αύξηση στα περιστατικά βίας σε βάρος τους, δείχνουν τα αποτελέσματα της ειδικής έρευνας που, ενόψει της Παγκόσμιας Ημέρας της Γυναίκας στις 8 Μαρτίου, ζήτησε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να διεξαχθεί, για πρώτη φορά μόνο μεταξύ των γυναικών της Ευρώπης, προκειμένου να διαπιστωθούν οι επιπτώσεις της πανδημίας σε διάφορους τομείς της ζωής τους.
Τον σημαντικό αντίκτυπο της πανδημίας στις γυναίκες, τόσο σε προσωπικό, όσο και σε επαγγελματικό επίπεδο, καθώς και τη σοβαρή αύξηση στα περιστατικά βίας σε βάρος τους, δείχνουν τα αποτελέσματα της ειδικής έρευνας που, ενόψει της Παγκόσμιας Ημέρας της Γυναίκας στις 8 Μαρτίου, ζήτησε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να διεξαχθεί, για πρώτη φορά μόνο μεταξύ των γυναικών της Ευρώπης, προκειμένου να διαπιστωθούν οι επιπτώσεις της πανδημίας σε διάφορους τομείς της ζωής τους.
Πιο αναλυτικά, τρεις στις τέσσερις γυναίκες (77%) στην ΕΕ πιστεύουν ότι η πανδημία Covid-19 έχει οδηγήσει σε αύξηση της σωματικής και ψυχολογικής βίας κατά των γυναικών. Σε 25 από τις 27 χώρες της ΕΕ (εκτός δηλαδή από τη Φινλανδία και την Ουγγαρία), το ποσοστό αυτό υπερβαίνει το 50%, με τα ποσοστά να φτάνουν το 93% στην Ελλάδα και το 90% στην Πορτογαλία.
Ξεκάθαρη είναι και η εικόνα όσον αφορά τα μέτρα που θεωρούν οι ερωτηθείσες ότι πρέπει να ληφθούν, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η βία κατά των γυναικών: να γίνει πιο εύκολο να καταγγέλλονται, μεταξύ άλλων και στην αστυνομία, περιστατικά βίας εις βάρος γυναικών (58%), να δοθούν περισσότερες δυνατότητες στις γυναίκες να ζητούν βοήθεια, όπως για παράδειγμα μέσω τηλεφωνικών γραμμών υποστήριξης (40%), να αυξηθεί η ευαισθητοποίηση και η κατάρτιση της αστυνομίας και των δικαστικών αρχών για το θέμα (40%) και να ενισχυθεί η οικονομική ανεξαρτησία των γυναικών (38%).
Το 38% των γυναικών σε επίπεδο ΕΕ δηλώνει ότι η πανδημία είχε αρνητικό αντίκτυπο στο προσωπικό τους εισόδημα. Τα ποσοστά κυμαίνονται από 18% στη Δανία μέχρι 60% στην Ελλάδα. Το 44% των γυναικών που συμμετείχαν στην έρευνα αναφέρουν επίσης ότι η πανδημία Covid-19 είχε αρνητικό αντίκτυπο στην ισορροπία μεταξύ της επαγγελματικής και της προσωπικής τους ζωής. Αυτό ισχύει για πάνω από τις μισές γυναίκες στην Κύπρο (68%) και την Ελλάδα (59%), που καταλαμβάνουν τις δύο ψηλότερες θέσεις στη λίστα, ενώ ακολουθούν η Μάλτα (58%), το Λουξεμβούργο (56%), η Ιταλία (52%), η Πορτογαλία (52%) και η Ουγγαρία (51%). Επιπλέον, το 22% των γυναικών σκέφτονται ή έχουν αποφασίσει ήδη να μειώσουν μόνιμα τον χρόνο που αφιερώνουν σε αμειβόμενη εργασία. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι το 31% των γυναικών που ρωτήθηκαν στην Ελλάδα θεωρούν ότι εξ αιτίας της πανδημίας εξαρτώνται περισσότερο οικονομικά από τους συντρόφους τους, ενώ ο ευρωπαϊκός μέσος όρος εντοπίζεται στο 19%.
Από την αρχή της πανδημίας, τα συχνότερα συναισθήματα που νιώθουν οι γυναίκες είναι ότι ανησυχούν ή ότι τους λείπουν οι φίλοι και οι συγγενείς τους (44%), ότι έχουν άγχος και στρες (37%) και ότι ανησυχούν γενικώς για το μέλλον τους (33%).
Οι Ελληνίδες ταυτίζονται με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο στις δύο πρώτες θέσεις, αν και με ελαφρώς υψηλότερα ποσοστά - στο 62% η ανησυχία ή τους λείπουν οι φίλοι και οι συγγενείς τους και στο 59% η αίσθηση άγχους και στρες. Στην τρίτη θέση ωστόσο, οι μισές Ελληνίδες ερωτηθείσες τοποθετούν την αίσθηση του εγκλωβισμού ή περιορισμού στο σπίτι (54%) διαφοροποιώντας τα αποτελέσματα της Ελλάδας από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (30%).
Υπάρχει μια σταθερή άποψη μεταξύ των γυναικών ότι τα μέτρα που πάρθηκαν κατά της πανδημίας είχαν σημαντικό αντίκτυπο στην ψυχική τους υγεία, κατά 41% σε όλη την Ευρώπη, αισθητά περισσότερο στην Ελλάδα, κατά 58%.
Από την έρευνα προκύπτει επίσης ότι κάποιες ομάδες του πληθυσμού επλήγησαν περισσότερο από άλλες, ανάλογα με το είδος των μέτρων που επιβλήθηκαν: περίπου οι μισές γυναίκες με παιδιά κάτω των 15 ετών δηλώνουν ότι το κλείσιμο των σχολείων και των παιδικών σταθμών είχε σοβαρό αντίκτυπο στην ψυχική τους υγεία.
Οι γυναίκες στην ΕΕ θεωρούν ότι, στο πλαίσιο αυτό, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα πρέπει να αντιμετωπίσει κατά προτεραιότητα: την εμπορία ανθρώπων και τη σεξουαλική εκμετάλλευση γυναικών και παιδιών (47% στην ΕΕ και 60% στη Ελλάδα), την ψυχολογική και σωματική βία κατά των γυναικών, με ίδια ποσοστά στην Ένωση και τη χώρα μας, το μισθολογικό χάσμα μεταξύ γυναικών και ανδρών και τις επιπτώσεις του στην επαγγελματική εξέλιξη των γυναικών (41%), τις μεγαλύτερες δυσκολίες των γυναικών να ισορροπήσουν την προσωπική με την επαγγελματική τους ζωή (31% στην ΕΕ), καθώς και την προστασία των γυναικών και των κοριτσιών που ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες (30% στην ΕΕ). Η πέμπτη αυτή προτεραιότητα καταλαμβάνει την τρίτη θέση στην Ελλάδα όπου η ερωτηθείσες έκριναν ότι η προστασία των γυναικών και των κοριτσιών που ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες είναι σημαντικότερη του μισθολογικού χάσματος, με ποσοστά 40% και 33% αντίστοιχα.
Η πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Ρομπέρτα Μετσόλα, αναφερόμενη στα αποτελέσματα της έρευνας, δήλωσε πως «οι γυναίκες είναι αυτές που πλήττονται περισσότερο από την πανδημία Covid-19, ψυχολογικά και οικονομικά. Αυτό πρέπει να σταματήσει. Το Κοινοβούλιο δρα για να αλλάξει την κατάσταση».
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος της επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών, Ρομπέρ Μπιεντρόν (Σοσιαλιστές, Πολωνία) σημείωσε πως «τα αποτελέσματα της έρευνας του Ευρωβαρόμετρου επιβεβαιώνουν αυτό που ξέραμε ήδη: η πανδημία έχει επηρεάσει τις γυναίκες και τα κορίτσια σε δυσανάλογο βαθμό και με ποικίλους τρόπους, από την αύξηση της έμφυλης βίας μέχρι την αύξηση των βαρών της οικιακής και οικογενειακής φροντίδας, και από τις οικονομικές επιπτώσεις σε τομείς που απασχολούν κυρίως γυναίκες, μέχρι τις επισφαλείς συμβάσεις εργασίας. Οι κρίσεις ωστόσο παρουσιάζουν και ευκαιρίες, εν προκειμένω τη δυνατότητα να χτίσουμε καλύτερα στο πλαίσιο της ανοικοδόμησης. Η ανάκαμψη θα πρέπει να έχει τις γυναίκες στο επίκεντρο των λύσεων, τις οποίες προωθούμε και εμείς μέσα από το έργο μας».