Εάν πέσει η Ουκρανία, η Ρωσία θα κυνηγήσει χώρες της Βαλτικής και της Ανατολικής Ευρώπης, δηλώνει ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι.
Εάν πέσει η Ουκρανία, η Ρωσία θα κυνηγήσει χώρες της Βαλτικής και της Ανατολικής Ευρώπης, δηλώνει ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκ ικατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου.
Ο Ζελένσκι δήλωσε επίσης ότι θέλει να διαπραγματευτεί απευθείας με τον Ρώσο ομόλογό του, που είναι ο «μόνος τρόπος να σταματήσει ο πόλεμος» μεταξύ Κιέβου και Μόσχας ενώ ανέφερε ότι είναι «ανοιχτός» και «έτοιμος να απαντήσει σε όλες τις ερωτήσεις» του Πούτιν.
Μιλώντας σε δραματικούς τόνους τόνισε ότι «ο χρόνος έχει σταματήσει για μας». Κατηγόρησε τη Ρωσία για βομβαρδισμό αμάχων και κάλεσε ακόμα μία φορά τη Δύση να βοηθήσει έμπρακτα την Ουκρανία για να πολεμήσει.
«Δώστε μας αεροπλάνα για να πολεμήσουμε», τόνισε και ευχαρίστησε για τις κυρώσεις τις οποίες όμως χαρακτήρισε «καθυστερημένες».
Απευθυνόμενος στους Ευρωπαίους, τους κάλεσε να στρέψουν ακόμα περισσότερο την προσοχή τους στις γειτονικές τους χώρες και «να καταλάβουν ότι, αν θέλουν να υπερασπιστούν τις χώρες τους, θα πρέπει να μην ασχολούνται μόνο με αυτές», αλλά να κοιτάξουν το μεγάλο κάδρο.
Επίσης ο Ζελένσκι κάλεσε για άλλη μία φορά τις μητέρες των Ρώσων στρατιωτών να πάρουν τα παιδιά τους που πολεμούν στην Ουκρανία, μεταδίδει το ουκρανικό ειδησεογραφικό πρακτορείο Ukrinform.
«Θέλω πολύ οι ρωσίδες μητέρες , που έστειλαν αυτά τα παιδιά …18-19 ετών.. Εγώ είμαι 45 και έχω κόρη σ' αυτήν την ηλικία. Είναι φοβερό! Δεν μπορώ ακόμη να φανταστώ ότι αυτά τα αγόρια που θα μπορούσαν να ήταν δικά μου παιδιά ή παιδιά άλλων στην ηλικία μου, της γενιάς μας, ότι ήρθαν για να σκοτώσουν. Θέλω οι μητέρες αυτές μνα καταλάβουν και να έρθουν να τα πάρουν. Ακόμα και τα παιδιά, που έχουν ήδη σκοτωθεί εδώ, και είναι πολλά. Ας έρθουν εδώ. Παρακαλώ, για όλες τις μητέρες θα εξασφαλίσουμε την πρόσβαση. Ας έρθουν να πάρουν τα παιδιά τους» δήλωσε ο Ουκρανός πρόεδρος.
Όπως έχει ανακοινωθεί οι συνολικές απώλειες της Ρωσικής Ομοσπονδίας από τις 24 Φεβρουαρίου έως τις 3 Μαρτίου είναι περίπου 9.000 στρατιώτες.