Γράφει η Ελένη Καραβέλα, Δικηγόρος – Νομικός Συνεργάτης Ε.Ε.Α.
Γράφει η Ελένη Καραβέλα, Δικηγόρος – Νομικός Συνεργάτης Ε.Ε.Α.
Στην ελληνική, και όχι μόνο, αγορά, συχνό είναι το φαινόμενο της απασχόλησης προσώπων σε επιχειρήσεις προσώπων με τα οποία συνδέονται με δεσμούς συγγενικούς ή συζυγικούς. Ζητήματα γεννώνται σε αυτή την περίπτωση ως προς το ασφαλιστικό καθεστώς που διέπει τους εν λόγω απασχολούμενους.
Με την παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 1759/1988 (Α΄ 50/18.3.1988), ο οποίος άρχισε να ισχύει από 18.3.1988, προστέθηκαν στο τέλος του άρθρου 2 του α.ν. 1846/1951 διατάξεις που ορίζουν ότι: «… υπάγονται στην υποχρεωτική ασφάλιση του νόμου αυτού τα πρόσωπα που παρέχουν εργασία εντός των ορίων της χώρας κατά κύριο επάγγελμα σε εργοδότες με τους οποίους είναι σύζυγοι ή συγγενείς πρώτου και δεύτερου βαθμού συγγένειας, εφ’ όσον για την εργασία τους αυτή δεν υπάγονται υποχρεωτικά ή προαιρετικά στην ασφάλιση άλλου φορέα κύριας ασφάλισης. Με κανονισμό ορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις για την πραγματοποίηση της ασφάλισης των παραπάνω προσώπων…».
Σε εκτέλεση της ανωτέρω διάταξης εκδόθηκε ο «Κανονισμός ασφάλισης στο Ι.Κ.Α. των προσώπων που απασχολούνται σε επιχειρήσεις μελών της οικογένειάς τους», που εγκρίθηκε με την Φ.21/3288/ 20.12.1988 απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Β΄ 4). Στο άρθρο 1 του Κανονισμού αυτού ορίζεται ότι: «Στην ασφάλιση του Ι.Κ.Α., για όλους τους κλάδους ασφάλισής του καθώς και του Ι.Κ.Α. – Τ.Ε.Α.Μ. υπάγονται υποχρεωτικά τα πρόσωπα που παρέχουν εργασία μέσα στα όρια της χώρας κατά κύριο επάγγελμα σε εργοδότες με τους οποίους είναι σύζυγοι ή συγγενείς α΄ και β΄ βαθμού συγγένειας, εφόσον για την εργασία τους αυτή δεν υπάγονται υποχρεωτικά ή προαιρετικά στην ασφάλιση άλλου φορέα κύριας ή επικουρικής ασφάλισης». Περαιτέρω, στο άρθρο 2 ορίζεται ότι: «Η ασφαλιστική σχέση των προσώπων του άρθρου 1 αρχίζει και τελειώνει κάθε φορά από την ημέρα που θα αναγγελθεί έγγραφα στο ίδρυμα η έναρξη της απασχόλησης ή η διακοπή αυτής από το απασχολούμενο πρόσωπο ή από τον αποδέκτη των υπηρεσιών του. Προϋπόθεση έναρξης ή διακοπής της ασφάλισης είναι η διαπίστωση της έγγραφα αναγγελθείσας απασχόλησης ή διακοπής από τα όργανα ασφάλισης. Διακοπή της ασφάλισης μπορεί να γίνει και χωρίς την έγγραφη αναγγελία διακοπής της απασχόλησης αν τα όργανα της ασφάλισης διαπιστώσουν τη διακοπή αυτή (…)»
Ερμηνευτικά ζητήματα που ανέκυψαν από την εφαρμογή αυτών των διατάξεων, αναλύθηκαν στις σχετικές εγκυκλίους 23/1989, 93/1996 και 11/2013 του τ. ΙΚΑ- ΕΤΑΜ. Σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις, προβλέπεται η ασφάλιση των προσώπων που απασχολούνται σε εργοδότες με τους οποίους είναι σύζυγοι ή συγγενείς α΄ και β΄ βαθμού, με την προϋπόθεση ότι για την εργασία τους αυτή δεν υπάγονται υποχρεωτικά στην ασφάλιση άλλου φορέα κύριας ή επικουρικής ασφάλισης.
Συγγενείς α’ βαθμού εξ αίματος είναι τα παιδιά προς τους γονείς τους και οι γονείς προς τα παιδιά τους. Β’ βαθμού εξ αίματος είναι κατ’ ευθεία γραμμή ο παππούς προς τα εγγόνια και εκ πλαγίου τα αδέλφια μεταξύ τους.
Οι εξ αγχιστείας συγγενείς α’ και β’ βαθμού δεν καλύπτονται από τις παραπάνω διατάξεις για την ασφάλιση συγγενών και τα πρόσωπα αυτά συνεχίζουν να υπάγονται στην ασφάλιση του ΙΚΑ με τις γενικές διατάξεις (εγκύκλιος 23/1989 ΙΚΑ).
Περαιτέρω, από 12/05/2016 έχουν την δυνατότητα να υπαχθούν στις σχετικές διατάξεις και τα πρόσωπα που παρέχουν εργασία σε εργοδότες που έχουν ατομική επιχείρηση και με τους οποίους δεν είναι σύζυγοι εκ γάμου, αλλά αποτελούν συμβαλλόμενα μέρη συμφώνου συμβίωσης.
Η ασφάλιση των συζύγων ή συγγενών α’ και β’ βαθμού συγγένειας είναι υποχρεωτική όχι όμως αυτοδίκαιη, ήτοι τα πρόσωπα αυτά ασφαλίζονται με τις σχετικές διατάξεις μόνο εφόσον το επιθυμούν. Αυτό σημαίνει ότι για να αρχίσει και να τελειώσει η ασφαλιστική σχέση των προσώπων αυτών, θα πρέπει και να αναγγέλλεται εγγράφως στον Φορέα η έναρξη και η διακοπή της απασχόλησης από τον εργοδότη ή τον απασχολούμενο. Εάν δεν το επιθυμούν να ασφαλιστούν, δεν προκύπτει υποχρεωτική υπαγωγή στην ασφάλιση του Ιδρύματος.
Ειδικότερα, η προηγούμενη έγγραφη αναγγελία στο τ. ΙΚΑ της έναρξης απασχόλησής του εργαζόμενου στην επιχείρηση, είτε από το ίδιο το πρόσωπο είτε από τον εργοδότη – συγγενή του αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την υπαγωγή του στις ανωτέρω διατάξεις περί ασφάλισης συγγενικών προσώπων του εργοδότη, και δεν αρκεί η απλή διαπίστωση της απασχόλησης του προσώπου αυτού για λογαριασμό του εργοδότη – συγγενή. Ως εκ τούτου δεν μπορεί να επιβληθεί κανενός είδους πρόστιμο για ανασφάλιστη εργασία στα συγγενικά πρόσωπα α’ και β’ βαθμού συγγενείας που απασχολούνται σε ατομικές επιχειρήσεις.
Στην περίπτωση ωστόσο, που ο εργοδότης ατομικής επιχείρησης επιλέξει να ασφαλίσει τον σύζυγο ή άλλο συγγενικό του πρόσωπο που απασχολείται στην επιχείρησή του, οφείλει να ακολουθήσει την ίδια ακριβώς διαδικασία πρόσληψης με οποιουδήποτε άλλου εργαζομένου, ήτοι α) Αναγγελία Πρόσληψης (Ε3) και β) Πίνακα Προσωπικού (Ε4) μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας του Εργάνη. Επιπλέον, σε αυτήν την περίπτωση η πρόσληψη δε θα μπορεί να είναι με μειωμένη ημερήσια απασχόληση, αλλά με πλήρης απασχόληση (εγκύκλιος Ι.Κ.Α. 93/1996).
Σημειώνεται ότι στις ανωτέρω διατάξεις μπορούν να υπαχθούν απασχολούμενοι σύζυγοι και συγγενικά πρόσωπα του εργοδότη μόνο στην περίπτωση που ο εργοδότης διατηρεί ατομική επιχείρηση. Αντίθετα, δεν εφαρμόζονται για πρόσωπα που απασχολούνται σε επιχειρήσεις υπό την μορφή νομικού προσώπου (Α.Ε., Ο.Ε., ΙΚΕ κτλ.), ανεξάρτητα από το γεγονός της συμμετοχής κάποιου κοντινού συγγενή με πολύ μεγάλα ποσοστά στο κεφάλαιο, ή στην διοίκηση της εταιρείας (π.χ. Πρόεδρος ή μέλος του Δ.Σ. της Ο.Ε.).
O αριθμός των ημερών ασφάλισης δεν μπορεί να είναι μικρότερος των είκοσι πέντε (25) ανά μήνα, ανεξάρτητα από την διάρκεια της ημερήσιας απασχόλησης. Οι εισφορές που καταβάλλονται αντιστοιχούν σε πλήρη απασχόληση και σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να υπολογίζονται σε ασφαλιστική κλάση κατώτερη από αυτή που αντιστοιχεί στο ημερομίσθιο του ανειδίκευτου εργάτη. Λιγότερες μέρες απασχόλησης τον μήνα μπορούν να αναγνωριστούν μόνο στις περιπτώσεις που λόγω της φύσης των εργασιών τους οι επιχειρήσεις λειτουργούν ορισμένες μέρες τον μήνα και τις υπόλοιπες είναι κλειστές (π.χ. κέντρα διασκέδασης, τα οποία αποδεδειγμένα λειτουργούν μόνο τα Σαββατοκύριακα).
Τέλος, τα πρόσωπα που ασφαλίζονται με τις ανωτέρω διατάξεις δικαιούνται και επιδότηση ανεργίας σε περίπτωση λήξης της απασχόλησης.
Η ρύθμιση με ειδικές διατάξεις της ασφάλισης των προσώπων που συνδέονται με δεσμούς συγγένειας ή δια γάμου/ συμφώνου συμβίωσης με τον εργοδότη, αφενός δίνει τη δυνατότητα στα πρόσωπα αυτά να μην μένουν αποκλεισμένα από την κοινωνικοασφαλιστική προστασία, αφετέρου είναι αναγκαία λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών που διέπουν την απασχόληση των προσώπων αυτών, καθόσον η απασχόληση αυτή μπορεί να μην παρέχεται λόγω σχέσης εξαρτημένης εργασίας έναντι αμοιβής, αλλά τα παραγωγικά της αίτια να είναι λόγοι ηθικής υποχρέωσης ή λόγοι κοινού οικογενειακού συμφέροντος, και ως εκ τούτου δεν θα ήταν ορθό να υπαχθούν στις γενικές διατάξεις περί ασφάλισης μισθωτών.