Κυριακή, 28 Δεκεμβρίου 2008 16:43

Διαφορετική κρίση, ίδιο παλιό βιβλίο με μαγικά φίλτρα;

Στην αρχή η κρίση εμφανίστηκε σαν μια τυπική πιστωτική κρίση. Οι ζημιές του χρηματοπιστωτικού τομέα λόγω έκθεσης σε πιστωτικό κίνδυνο αποδείχτηκαν πολύ μεγαλύτερες από ό,τι αναμενόταν. Στην πορεία όμως και λόγω της επακόλουθης επιχειρούμενης έντονης διαδικασίας απομόχλευσης των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων αυτή εξελίχτηκε σε κρίση ρευστότητας.

Για περισσότερο από ένα χρόνο το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα φαινόταν να αντιμετωπίζει μια ισχυρή κρίση. Τους τελευταίους μήνες αποδείχτηκε ότι η κρίση αυτή είναι τόσο έντονη ώστε σίγουρα θα μπορεί να αξιολογηθεί ως η σημαντικότερη των τελευταίων δεκαετιών. Παρ' όλο που η κρίση αυτή όχι μόνο δεν πέρασε αλλά πολύ πιθανώς ούτε καν εξελίχτηκε πλήρως ακόμη, δεν είναι νωρίς να προσπαθήσουμε να την αξιολογήσουμε, να βγάλουμε συμπεράσματα και να διδαχτούμε από αυτήν.

Στην αρχή η κρίση εμφανίστηκε σαν μια τυπική πιστωτική κρίση. Οι ζημιές του χρηματοπιστωτικού τομέα λόγω έκθεσης σε πιστωτικό κίνδυνο αποδείχτηκαν πολύ μεγαλύτερες από ό,τι αναμενόταν. Στη πορεία όμως και λόγω της επακόλουθης επιχειρούμενης έντονης διαδικασίας απομόχλευσης των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων αυτή εξελίχτηκε σε κρίση ρευστότητας. Όπου η άντληση νέων κεφαλαίων ήταν αδύνατη, τα ιδρύματα αυτά στην προσπάθεια τους να «μικρύνουν» άρχισαν να πωλούν στοιχεία ενεργητικού. Οι αθρόες πωλήσεις οδήγησαν σε περαιτέρω πτώση αξιών και τελικά ακόμη και σε εξαφάνιση ολόκληρων αγορών συγκεκριμένων προϊόντων. Η εφαρμογή των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης επέτεινε το φαινόμενο αυτό ως προς το μετρούμενο λογιστικό αποτέλεσμα.

Η διατραπεζική αγορά πρωτίστως εμφάνισε έντονα συμπτώματα «αρρυθμίας». Τα παράλογα μεγάλα περιθώρια, οι παράλογα μικρές προθεσμίες λήξεως ακόμη και η εξαφάνιση της ζήτησης σε συγκεκριμένα προϊόντα είναι μερικά από αυτά.

Η τιτλοποίηση, ένα καταξιωμένο, για αρκετές δεκαετίες, εργαλείο άντλησης κεφαλαίων δέχτηκε ανάλογο πλήγμα. Σε αυτό βοήθησε η πρόσφατα εφαρμοζόμενη χρήση του για άντληση κεφαλαίων με υποκείμενο πολύπλοκα δομημένα προϊόντα, η αποτίμηση των οποίων απαιτεί ένα πειθαρχημένο στρατό από PhD. Δυστυχώς οι όποιες αμφιβολίες αναφορικά με την ποιότητα των ανωτέρω προϊόντων καλύφτηκαν πρόθυμα από Οίκους Διαβάθμισης και ειδικευμένες εταιρείες ασφάλισης (monilines). Όταν όμως παρέστη ανάγκη, οι ασφαλιστές δήλωσαν αδυναμία και οι Οίκοι Διαβάθμισης δεν προλάβαιναν να αναθεωρούν τις επιπόλαιες (όπως αποδείχτηκαν) αξιολογήσεις τους.

Οι εξελίξεις αυτές, μέσω της προηγμένης τεχνολογίας και της αλληλεξάρτησης των απανταχού αγορών στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, έφεραν το αποτέλεσμα που η κρίση με τη μέχρι τότε πιστωτική της διάσταση δεν είχε πετύχει: τη διαφαινόμενη κατάρρευση των αγορών.

Στο σημείο αυτό, η επέμβαση των κρατικών και κανονιστικών αρχών αναβαθμίστηκε από προσπάθεια διάσωσης μεμονωμένων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων σε προσπάθεια αποφυγής της συνολικής κατάρρευσης του χρηματοπιστωτικού συστήματος όπως το ξέρουμε. Βέβαια τα μέτρα άμεσης αντιμετώπισης έχουν πάντα περισσότερο τη μορφή καταστολής παρά μακροπρόθεσμης πρόληψης. Ο βασικός στόχος ήταν να ανακτήσουν οι αγορές την χαμένη εμπιστοσύνη τους. Ενέσεις ρευστότητας από κρατικές αρχές με τη μορφή εγγυήσεων, συμμετοχών ή και εξαγορών, αύξηση των προθεσμιών λήξεως των διευκολύνσεων των κεντρικών τραπεζών καθώς και διεύρυνση του καταλόγου των επιτρεπόμενων αντισυμβαλλόμενων ή και των λαμβανομένων ως καλύμματα προϊόντων, έδωσαν πολύτιμες ανάσες στο σύστημα. Ήδη η κατάσταση φαίνεται είτε να σταθεροποιείται είτε να επιβαρύνεται ελεγχόμενα όσο παράξενο και αν ακούγεται αυτό.

Και τώρα τι; Τι μπορούμε να κάνουμε στο μέλλον που δεν κάναμε στο παρελθόν;

Μακροοικονομικά, το κύριο εργαλείο διαχείρισης μιας πιθανής απότομης αύξησης της αξίας ενός στοιχείου ενεργητικού (bubble) είναι η νομισματική πολιτική. Η αύξηση του κόστους του χρήματος μέσω της αύξησης των επιτοκίων μπορεί να φρενάρει τη δημιουργία μιας επερχόμενης «φούσκας» και της επακόλουθης πιστωτικής έκρηξης, όπως αυτή των ακινήτων που πυροδότησε την παρούσα κρίση.

Ενώ η κατάχρηση αυτού του «υπερόπλου» (στην περίπτωση κακής εκτίμησης) μπορεί να ανακόψει άσκοπα την ταχεία ανάπτυξη μιας εύρωστης οικονομίας βασισμένης σε υγιή θεμελιώδη μεγέθη, από την άλλη μεριά, μια παρατεταμένη περίοδος χαμηλών επιτοκίων όπως αυτή που ζήσαμε την τελευταία δεκαετία μπορεί να αποτελέσει πρόσφορο έδαφος για την εκδήλωση πιστωτικών κρίσεων.

Η πρόληψη πιθανών μελλοντικών κρίσεων, πέραν της νομισματικής πολιτικής πρέπει να βασιστεί επίσης και στη ύπαρξη επαρκών κανονιστικών ρυθμίσεων και αποτελεσματικού πλαισίου εποπτείας.

Παρά την πληρότητα και πολυπλοκότητα του υπάρχοντος κανονιστικού πλαισίου, περαιτέρω επεμβάσεις, τουλάχιστον αναφορικά με τον κίνδυνο ρευστότητας (ήδη υλοποιείται), την λειτουργία των Οίκων Αξιολόγησης καθώς και τη χρήση των νέων και πολύπλοκων δομημένων παράγωγων προϊόντων υψηλής μόχλευσης θα ήταν εξαιρετικά χρήσιμες. Ακραίες απόψεις ζητούν ακόμη και την δημιουργία του «Bretton Woods 2».

Δεδομένου όμως ότι οι περισσότερες κανονιστικές ρυθμίσεις δεν είναι απαραίτητα και καλύτερες ή πιο αποτελεσματικές, κατ' αρχήν η σωστή εφαρμογή των υπαρχουσών ρυθμίσεων καθώς και η επαρκής επόπτευση της ανωτέρω εφαρμογής αποτελούν το πρώτο βήμα.

Η εφαρμογή των νέων κανόνων μέτρησης κεφαλαιακών απαιτήσεων (Basel II, Pillar I) καθώς και των κανόνων εταιρικής διακυβέρνησης και αξιολόγησης εσωτερικού κεφαλαίου (Basel II, Pillar IΙ) παρ' όλο που δεν απέτρεψαν μια κρίση ρευστότητας, έχουν συμβάλει και πρόκειται να συμβάλουν σημαντικά και στο μέλλον, στη διαμόρφωση ενός μάκρο-κανονιστικού πλαισίου που θα εποπτεύει συνολικά το χρηματοπιστωτικό σύστημα βάσει κοινών αρχών και απαιτήσεων, στο βαθμό που αυτό είναι φυσικά δυνατό.

Ο κίνδυνος όμως αγγίζει ένα πολύ ευρύτερο φάσμα επιχειρηματικού κόσμου. Σε άλλες περιοχές που η κανονιστική επόπτευση βρίσκεται σε πιο πρωτόλεια φάση (βλέπε π.χ. ασφάλειες) η κατάσταση χρίζει μεγαλύτερης προσπάθειας.

Η παρούσα κρίση που συγκλονίζει εκ θεμελίων το χρηματοπιστωτικό μας σύστημα μπορεί και πρέπει να αποτελέσει την αφορμή για αναθεώρηση των υπαρχόντων δεδομένων όσον αφορά την πρόληψη αλλά και τη διαχείριση μελλοντικών κρίσεων που, ας μην γελιόμαστε, νομοτελειακά θα επανεμφανιστούν. Από τη θέση παρατηρητή που προσδίδει η ιδιότητα ενός συμβουλευτικού οργανισμού που έχει υποστηρίξει πολλές επιχειρήσεις του χρηματοπιστωτικού χώρου να συμμορφώνονται με τις κανονιστικές απαιτήσεις, μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι έχει έρθει η ώρα της μετατροπής τις κανονιστικής συμμόρφωσης σε ολοκληρωμένη διαχείριση. Η ενσωμάτωση όλων των σχετικών πληροφοριών και διαδικασιών, είτε πρόκειται για κανονιστική απαίτηση είτε για διοικητική ανάγκη, σε ένα ενιαίο πλαίσιο, διαγράφεται ως μονόδρομος διοίκησης για τον χρηματοπιστωτικό οργανισμό της εποχής.

Επιπρόσθετα, για όσους όντως θέλουν να εξασφαλίσουν μια θέση στη μελλοντική τραπεζική, και όχι μόνο, σκακιέρα, επιβάλλεται να μην πέσουν πάλι στην παγίδα των ευκαιριακών μέτρων. Δεν λέμε ότι θα είναι εύκολο να αντιμετωπίσει κανείς και τις τρέχουσες δυσκολίες και τις μελλοντικές προκλήσεις. Είναι όμως φανερό ότι δεν επιτρέπεται να αναβάλλονται για πολλοστή φορά οι προσπάθειες πραγματικού εκσυγχρονισμού που να επιτρέψουν ανταγωνιστική προσφορά υπηρεσιών ταυτόχρονα με ασφαλή διαχείριση «other people's money«. Μη ξεχνάμε ότι πολλές μελέτες παρουσιάζουν την κοινή γνώμη παγκοσμίως να συμφωνεί σχεδόν ομόφωνα ότι για την κρίση ευθύνονται οι τράπεζες. Για να ανατραπεί αυτό δεν αρκεί να ανατρέξουμε στο παλιό βιβλίο με μαγικά φίλτρα.

Aρθρο του ΠΑΝΟΥ ΚΟΥΤΣΟΠΟΥΛΟΥ,

manager στο τμήμα συμβούλων χρηματοοικονομικών κινδύνων της KPMG