Τις τελευταίες ημέρες διακινούνται δύο διακριτές αλλά συμπληρωματικές επιχειρηματολογίες σχετικά με τη λειτουργία και τα αποτελέσματα του ισχύοντος εκλογικού συστήματος, γράφει ο Μιχάλης Χατζηκωνσταντίνου .
Από την έντυπη έκδοση
Tου Μιχάλη Χατζηκωνσταντίνου
[email protected]
Τις τελευταίες ημέρες διακινούνται δύο διακριτές αλλά συμπληρωματικές επιχειρηματολογίες σχετικά με τη λειτουργία και τα αποτελέσματα του ισχύοντος εκλογικού συστήματος.
Βάσει του πρώτου επιχειρήματος, η αυτοδυναμία δεν πρέπει να κρίνεται κυρίως από το ποσοστό του πρώτου κόμματος, όπως προβλέπουν τα συστήματα της απλής και ενισχυμένης αναλογικής («νόμος Θεοδωρικάκου») με τα οποία αναμένεται να διεξαχθούν οι επόμενες και οι μεθεπόμενες εκλογές. Αντίθετα υποστηρίζεται ότι το κατώφλι της αυτοδυναμίας θα πρέπει να πέσει πιο κάτω ακόμη και από το 37% - 38% σε περίπτωση διψήφιας διαφοράς του πρώτου από το δεύτερο κόμμα. Σε μια τέτοια περίπτωση, εάν το πρώτο κόμμα λάβει 34% και το δεύτερο 24% θα έχουμε αυτοδύναμη κυβέρνηση.
Πόσο λογικό και δημοκρατικό είναι, όμως, το 34% των ψηφοφόρων να μετατρέπεται από το εκλογικό σύστημα σε 50% +1 των εδρών στη Βουλή; Άλλωστε, αν επιθυμεί πράγματι κυβερνητική σταθερότητα το εκλογικό σώμα, τότε γιατί να δώσει στο πρώτο κόμμα μόνον 34%;
Το δεύτερο επιχείρημα υποστηρίζει ότι η κυβέρνηση (αυτοδύναμη ή συνεργασίας) θα πρέπει να σχηματίζεται με την απαραίτητη συμμετοχή του πρώτου κόμματος. «Οτιδήποτε άλλο αποτελεί “πραξικόπημα”» υποστηρίχθηκε. Οι θιασώτες αυτής της λογικής θα πρέπει κατά πρώτον να ενημερώσουν τον πρωθυπουργό της Πορτογαλίας, Αντόνιο Κόστα, ότι ήταν «πραξικοπηματική» η κυβέρνηση της οποίας ηγήθηκε από το 2015 με συμμετοχή του δεύτερου, τρίτου και τέταρτου κόμματος. Κατά δεύτερον θα πρέπει να εξηγήσουν γιατί είναι «πραξικοπηματική», για παράδειγμα, μια κυβέρνηση συνεργασίας δύο κομμάτων που στηρίζεται από το 30% + 25% των ψηφοφόρων, αλλά δεν είναι μια αυτοδύναμη κυβέρνηση την οποία υποστηρίζει το 34%.
Η αλήθεια είναι βέβαια ότι ακόμη και οι σημερινοί υποστηρικτές αυτών των δύο επιχειρημάτων μάλλον θα τα απέρριπταν σε διαφορετική πολιτική συγκυρία. Άλλωστε, σε αυτή τη χώρα οι εκλογικοί (αλλά και κάθε λογής) κανόνες είναι σεβαστοί μόνο όταν δεν εμποδίζουν το κομματικό όφελος. Όταν το απειλούν, αναζητούμε πάντα μια αφορμή για να τους αλλάξουμε.