Αφιερώματα
Τετάρτη, 02 Φεβρουαρίου 2022 12:22

Ενεργειακή μετάβαση: Ευκαιρία ή εφιάλτης;

Των Γρηγόρη Στεργιούλη, πρ. διευθύνοντος συμβούλου του Ομίλου Ελληνικά Πετρέλαια Α.Ε. και Σπύρου Μιχαλακάκη, πρ. προέδρου και διευθύνοντος συμβούλου της ΒΡ Ελληνική Α.Ε.

The N Society
 
Των Γρηγόρη Στεργιούλη
Πρ. διευθύνοντος συμβούλου του Ομίλου Ελληνικά Πετρέλαια Α.Ε.
και Σπύρου Μιχαλακάκη
Πρ. προέδρου και διευθύνοντος συμβούλου της ΒΡ Ελληνική Α.Ε.

Η ΠΡΟΣΦΑΤΗ άνοδος των τιμών της ενέργειας (ηλεκτρική, φυσικό αέριο, υγρά καύσιμα κ.λπ.) σε συνδυασμό με τις σχετιζόμενες γεωπολιτικές εξελίξεις αναδεικνύουν την κορυφή του παγόβουνου που λέγεται ενεργειακή μετάβαση προς την απανθρακοποίηση του ενεργειακού μίγματος. Οι γεωπολιτικές εξελίξεις και εντάσεις επιδέχονται πολλές ερμηνείες. Όμως, φαίνεται να συμφωνούν όλοι στην ενεργειακή μετάβαση, η οποία αποτελεί αδήριτη ανάγκη για να αναχαιτιστεί η κλιματική κρίση. Είναι όρος για την ύπαρξή μας στον πλανήτη και σωστά η χώρα μας εντάσσεται στα πλαίσια της Ευρώπης που φιλοδοξεί να είναι η πρώτη ήπειρος με ενεργειακή ουδετερότητα το 2050. Ίσως θα έπρεπε και νωρίτερα.

Το μεγάλο μέρος του παγόβουνου όμως, και μεγαλύτερο επίδικο, είναι σε όφελος τίνος θα γίνει η ενεργειακή μετάβαση, με τι όρους, με ποια διαδικασία και ρυθμό (υποδομές, τεχνολογία κ.λπ.) και πώς θα αφήσει ένα συνολικό θετικό αποτύπωμα στη χώρα και τον λαό μας, πέρα από τη ζητούμενη μείωση των Αερίων Θερμοκηπίου.

Η αισιόδοξη προοπτική (αν φανταστούμε τον εαυτό μας στο 2050) είναι ότι θα έχουμε ένα εντελώς διαφορετικό ενεργειακό και κλιματικό τοπίο:
- Δεν υπάρχει ενεργειακή φτώχεια, κανένα νοικοκυριό δεν δαπανά πάνω από 5% του εισοδήματός του για ενέργεια.
- Περιβάλλον χωρίς καυσαέρια, εξηλεκτρισμός σχεδόν των πάντων (κίνηση, θέρμανση, κλιματισμός κ.λπ.), ηλεκτρική ενέργεια από πηγές μηδενικού άνθρακα.
- Οι ΑΠΕ κυριαρχούν στο ενεργειακό μίγμα, εξοικονομούνται τεράστια ποσά εισαγωγών καυσίμων που επανεπενδύονται στη βελτίωση της ζωής στην Ελλάδα.
- Η Ελλάδα είναι πρότυπο αναβαθμισμένων πράσινων υποδομών, οχημάτων, κτηρίων και βιομηχανιών που εξοικονομούν δραματικά ενέργεια σε σχέση με το 2022.
- Οι ακραίες κλιματικές συνθήκες σπανίζουν, βελτιώνεται η ποιότητα ζωής, στηρίζεται η βιοποικιλότητα, η παραγωγικότητα και τελικά η ευημερία για όλους.

ΕΝΑ τέτοιο όραμα θα απαιτήσει και τεράστιες επενδύσεις (στα 500 δισ. ή 17 δισ. τον χρόνο το υπολογίζει μια πρόσφατη μελέτη της McKinsey), αλλά και τις κατάλληλες στρατηγικές και τη σωστή και στον σωστό χρόνο εφαρμογή τους.
Όπως και κάθε μεγάλη δομική αλλαγή, η ενεργειακή μετάβαση έχει κινδύνους:
Α. Ο πρώτος κίνδυνος είναι η ενεργειακή μετάβαση να ωφελήσει λίγους και να δημιουργήσει ένα νέο καθεστώς ενεργειακής φτώχειας. Και το κόστος να το πληρώσουν οι πολλοί.
Β. Ο δεύτερος κίνδυνος είναι η ενεργειακή μετάβαση να κάνει την Ελλάδα και πάλι έναν απλό καταναλωτή εισαγόμενης τεχνογνωσίας και τεχνολογίας και η προστιθέμενη αξία στη χώρα να είναι σχεδόν μηδενική.
Γ. Ο τρίτος κίνδυνος είναι ο ρυθμός της μετάβασης να είναι τέτοιος που θα καταστρέψει τις υπάρχουσες ενεργειακές υποδομές πολύ πριν να είναι έτοιμες οι καινούργιες που θα τις αντικαταστήσουν, με καταστροφικά οικονομικά και κοινωνικά αποτελέσματα (μια γεύση των οποίων παίρνουμε αυτή την εποχή).

ΠΩΣ κατά τη γνώμη μας πρέπει να σκεπτόμαστε την ενεργειακή μετάβαση: Η μετάβαση απαιτεί σχέδιο ώστε και να είναι αποτελεσματική αλλά και να αποβεί προς όφελος όλων. Σ' αυτά τα πλαίσια απαιτείται αναμόρφωση του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), που πρώτη φορά διαμορφώθηκε το 2018 (και με μικρές αλλαγές υιοθετήθηκε και από την επόμενη κυβέρνηση), που θα υιοθετήσει τους νέους στόχους (Ευρωπαϊκή «Πράσινη Συμφωνία») και θα χαράξει τις νέες στρατηγικές και δράσεις σ' αυτή την κατεύθυνση. Συγκεκριμένα, στο σχέδιο ενεργειακής μετάβασης πρέπει:
1. Οι ενεργειακοί στόχοι να αντιμετωπίζονται παράλληλα με τους κλιματικούς/περιβαλλοντικούς και κοινωνικούς στόχους -πρόσβαση στην ενέργεια για όλους και εξάλειψη της ενεργειακής φτώχειας. Ενώ ταυτόχρονα το περιβάλλον αναβαθμίζεται.
2. Να στηριχθούν αποφασιστικά οι δυνατότητες για ενίσχυση της «Ενεργειακής Δημοκρατίας» (αυτοπαραγωγή και αυτοκατανάλωση ιδιωτών και κοινοτήτων), ενώ ταυτόχρονα ο κρατικός τομέας και οι μεγάλες επιχειρήσεις επενδύουν στις νέες γενιές τεχνολογίας που έρχονται (π.χ. νέα βιοκαύσιμα, πράσινο υδρογόνο, αμμωνία κ.λπ.).
3. Σε συνάρτηση με το παραπάνω να διαμορφωθεί επιστημονικά τεκμηριωμένο πλαίσιο ανάπτυξης ΑΠΕ και άλλων ενεργειακών υποδομών σε ό,τι αφορά τη χωροθέτηση, τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις και την προστασία της βιοποικιλότητας.
4. Οι αναμενόμενες δράσεις για την ταχύτερη ανάπτυξη των ΑΠΕ να στηρίξουν παράλληλα την ανάπτυξη υποδομών αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά και των νέων υποδομών μεταφοράς.
5. Να δοθεί ισόρροπη προσοχή/επενδύσεις και στην παραγωγή πράσινης ενέργειας, αλλά και, σημαντικότερο, στην εξοικονόμηση. Απαιτείται γενναία στήριξη στην ενεργειακή αναβάθμιση κτηρίων, οχημάτων και, ίσως σημαντικότερο, στην παραγωγική διαδικασία.
6. Να εφαρμοστεί ρεαλιστική μεταβατική στρατηγική. Για παράδειγμα, εφόσον το φυσικό αέριο θα παίξει για αρκετά χρόνια ρόλο γέφυρας προς τις ΑΠΕ, γιατί να το εισάγουμε και να μην επιταχύνουμε την έρευνα και εξόρυξη στις αδειοδοτημένες περιοχές τις Ελλάδας; Ταυτόχρονα, η απόσυρση των λιγνιτικών μονάδων πρέπει να γίνει σε συνάρτηση με την εξέλιξη των νέων υποδομών. Αλλιώς το κόστος ενέργειας θα εκτιναχθεί ακόμα περισσότερο.
7. Τέλος, η ενεργειακή μετάβαση απαιτεί την εμπλοκή και στήριξη του εγχώριου δυναμικού (πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα, εγχώριες επιχειρήσεις και οργανισμοί, ΟΤΑ κ.λπ.) έτσι ώστε η ενεργειακή μετάβαση να αναβαθμίσει την τεχνογνωσία και κατ' επέκταση την παραγόμενη αξία στη χώρα μας.

ΣΕ ΚΑΘΕ περίπτωση, η ενεργειακή μετάβαση πρέπει να γίνει με την κοινωνία αρωγό. Οτιδήποτε γίνεται χωρίς την κοινωνία και ακόμα χειρότερα ή ενάντιά της είναι καταδικασμένο. Αφήνοντας δε την ενεργειακή μετάβαση στις δυνάμεις της αγοράς, μάλλον θα κάνουμε τους κινδύνους πραγματικότητα.

Κρίσιμος είναι και ο ρόλος του Δημοσίου, που δεν πρέπει απλώς να νομοθετεί, αλλά μέσω των υποδομών του, της κινητοποίησης πόρων και δυνάμεων μαζί και των ενεργειακών επιχειρήσεων που (πρέπει να) ελέγχει, οφείλει να ρυθμίζει, να δίνει το βήμα και να υλοποιεί καταλύοντας τις θετικές αλλαγές.

Η ενεργειακή μετάβαση, λοιπόν, είναι ευκαιρία που δεν πρέπει (να αφήσουμε) να γίνει εφιάλτης…