«Συγγνώμη» από τα θύματα σεξουαλικής κακοποίησης που αποκαλύφθηκε στην Επισκοπή Μονάχου και Φράιζινγκ ζήτησε ο Επίσκοπος της περιοχής και πρώην επικεφαλής της Διάσκεψης των Γερμανών Επισκόπων Καρδινάλιος Ράινχαρντ Μαρξ, αναλαμβάνοντας, όπως είπε, την ευθύνη για την Εκκλησία ως θεσμό.
«Συγγνώμη» από τα θύματα σεξουαλικής κακοποίησης που αποκαλύφθηκε στην Επισκοπή Μονάχου και Φράιζινγκ ζήτησε ο Επίσκοπος της περιοχής και πρώην επικεφαλής της Διάσκεψης των Γερμανών Επισκόπων Καρδινάλιος Ράινχαρντ Μαρξ, αναλαμβάνοντας, όπως είπε, την ευθύνη για την Εκκλησία ως θεσμό.
«Η πρώτη μου σκέψη είναι σε εκείνους οι οποίοι έχουν υποστεί σεξουαλική κακοποίηση και βίωσαν τη δυστυχία στα χέρια εκκλησιαστικών αξιωματούχων σε τέτοια ηλικία. Είμαι σοκαρισμένος και ντρέπομαι», δήλωσε ο Καρδινάλιος, μετά τη δημοσιοποίηση, νωρίτερα σήμερα, έκθεσης για περιστατικά σεξουαλικής κακοποίησης κατά την περίοδο 1977-1982 στην Επισκοπή Μονάχου και Φράιζινγκ. Η έκθεση βαρύνει κυρίως τον Επίτιμο Πάπα Βενέδικτο - τότε επικεφαλής της Επισκοπής ως Καρδινάλιος Γιόζεφ Ράτσινγκερ -, ο οποίος απέρριπτε αυστηρά κάθε υπόνοια για ανάρμοστη συμπεριφορά αξιωματούχων της Εκκλησίας, τον διάδοχό του Καρδινάλιο Φρίντριχ Βέτερ, αλλά και τον Καρδινάλιο Μαρξ, ο οποίος φέρεται να αδράνησε όταν του κοινοποιήθηκαν ανάλογες καταγγελίες για μέλη της Εκκλησίας του.
Στην έκθεση αναφέρονται 497 θύματα σεξουαλικής βίας, 247 άνδρες και 182 γυναίκες. Το 60% των ανδρών ήταν την εποχή της κακοποίησης 8-14 ετών, ενώ, σύμφωνα με την ίδια έκθεση, οι φερόμενοι ως δράστες ήταν 173 ιερείς και εννέα διάκονοι, πολλοί εκ των οποίων συνέχισαν να εργάζονται ακόμη και μετά τις σε βάρος τους καταγγελίες. Οι υπεύθυνοι της έρευνας επισημαίνουν μάλιστα ότι αυτές είναι μόνο οι υποθέσεις που κατέστη δυνατό να εντοπιστούν, αλλά οι πραγματικές διαστάσεις του θέματος είναι πολύ μεγαλύτερες.
Ο Καρδινάλιος Μαρξ περιέγραψε την έκθεση ως «σημαντικό και απαραίτητο δομικό στοιχείο για τη διεκπεραίωση περιπτώσεων σεξουαλικής κακοποίησης», τόσο στην Επισκοπή του όσο και συνολικά στην Εκκλησία και διαβεβαίωσε ότι θα δρομολογηθούν αλλαγές στη βάση του περιεχομένου της, ενώ τόνισε ότι βασικοί άξονες για την περαιτέρω δράση θα είναι η «στροφή προς τα θύματα της κακοποίησης και η επεξεργασία λανθασμένων δομών εξουσίας και συμπεριφορών».