Οι κατακόμβες, που κάποτε προορίζονταν αποκλειστικά για τους νεκρούς μοναχούς του τάγματος των Καπουτσίνων, έχουν γίνει δημοφιλές, αν και μακάβριο, τουριστικό αξιοθέατο, με κάθε θέση και χαραμάδα, να φέρει πτώματα. Οι διατηρημένοι νεκροί ήταν συχνά ντυμένοι με τα «καλά» τους ρούχα και τους επισκέπτονταν οι συγγενείς τους.
Τα μυστικά 200 ετών που κρύβουν οι παιδικές μούμιες από τις κατακόμβες των Καπουτσίνων του Παλέρμο στη βόρεια Σικελία, πρόκειται να αποκαλύψει μια ομάδα επιστημόνων, χρησιμοποιώντας την τεχνολογία των ακτίνων Χ.
Η Δρ. Κίρστι Σκουάιρς του Πανεπιστημίου του Staffordshire, θα ηγηθεί μιας πρώτης προσπάθειας να αφηγηθεί τις ιστορίες μερικών από τα 163 παιδιά, των οποίων τα λείψανα βρίσκονται μέσα στους διαδρόμους και τις κρύπτες του διάσημου υπόγειου τάφου.
Οι Κατακόμβες περιέχουν 1.284 μουμιοποιημένα και σκελετωμένα σώματα, τη μεγαλύτερη συλλογή μουμιών στην Ευρώπη. Η διετής έρευνα θα επικεντρωθεί στα παιδιά που πέθαναν μεταξύ 1787 και 1880 και, αρχικά, σε 41 σώματα που φυλάσσονται σε ένα ειδικά διαμορφωμένο «παιδικό παρεκκλήσι». Η ταυτότητα, η αιτία θανάτου και το ιατρικό ιστορικό των παιδιών, δεν είναι γνωστά, ενώ οι ετικέτες που έχουν προσαρτηθεί σε αυτά, έχουν διαβρωθεί.
Οι επιστήμονες ελπίζουν ότι θα ανακαλύψουν νέα στοιχεία για τη ζωή και το θάνατο των παιδιών, με τη διασταύρωση των ανατομικών ευρημάτων με αρχειακά τεκμήρια, συμπεριλαμβανομένων δύο βιβλίων που περιέχουν ονόματα και ημερομηνίες θανάτου.
«Θα πάμε τον Ιανουάριο για να πραγματοποιήσουμε τις εργασίες πεδίου», δήλωσε η Σκουάιρς. «Θα πάρουμε μια φορητή μονάδα ακτίνων Χ και θα τραβήξουμε εκατοντάδες εικόνες των παιδιών από διαφορετικές οπτικές γωνίες», πρόσθεσε.
«Ελπίζουμε να κατανοήσουμε καλύτερα την ανάπτυξη, την υγεία και την ταυτότητά τους, συγκρίνοντας βιολογικά με πολιτιστικά στοιχεία: τον τρόπο με τον οποίο έχουν μουμιοποιηθεί και τα ρούχα που φορούν».
Οι κατακόμβες, που κάποτε προορίζονταν αποκλειστικά για τους νεκρούς μοναχούς του τάγματος των Καπουτσίνων, έχουν γίνει δημοφιλές, αν και μακάβριο, τουριστικό αξιοθέατο, με κάθε θέση και χαραμάδα, να φέρει πτώματα. Οι διατηρημένοι νεκροί ήταν συχνά ντυμένοι με τα «καλά» τους ρούχα και τους επισκέπτονταν οι συγγενείς τους.
Οι μοναχοί εγκαταστάθηκαν για πρώτη φορά στην εκκλησία Santa Maria della Pace το 1534. Δημιούργησαν έναν ομαδικό τάφο για τους νεκρούς τους, ο οποίος άνοιγε σαν δεξαμενή κάτω από έναν βωμό, αλλά, όταν αυτός γέμισε, άρχισαν να φυλάσσουν τους νεκρούς μέσα σε μια κρύπτη.
Όταν ήρθε η ώρα να μεταφέρουν τα πτώματα από τον υπερπλήρη θάλαμο, οι μοναχοί διαπίστωσαν ότι 45 από τα πτώματα που είχαν εκταφεί, είχαν μουμιοποιηθεί φυσικά και τα πρόσωπά τους ήταν ακόμη αναγνωρίσιμα, μια εξέλιξη που θεωρήθηκε ότι ήταν πράξη του Θεού.
Αντί να θάψουν τα λείψανα, οι μοναχοί τα εξέθεσαν σε κοινή θέα, τοποθετημένα σε κόγχες κατά μήκος των τοίχων του πρώτου διαδρόμου του νέου νεκροταφείου. Το 1787, δημοσιεύθηκε μια επιστολή που ανέφερε ότι όλοι -συμπεριλαμβανομένων των παιδιών- στην περιοχή, είχαν το δικαίωμα να φιλοξενηθούν στις κατακόμβες μετά θάνατον.
Σχεδόν το σύνολο της έρευνας μέχρι σήμερα, αφορούσε ενήλικες μούμιες, με εξαίρεση την περίπτωση της Ροζαλίας Λομπάρντο, η οποία πέθανε από πνευμονία μια εβδομάδα πριν από τα δεύτερα γενέθλιά της, στις 6 Δεκεμβρίου 1920. Η εκπληκτικά πλήρης διατήρησή της ερευνήθηκε πριν από μια δεκαετία από τον Ντάριο Πιομπίνο-Μασκάλι, ο οποίος συνεργάζεται με την Σκουάιρς στην έρευνα στις κατακόμβες.
«Πολλές από τις μούμιες είναι αποτέλεσμα φυσικής αφυδάτωσης. Άλλες μούμιες υποβλήθηκαν σε χημική επεξεργασία. Αυτές που έχουν υποστεί χημική επεξεργασία συνήθως διατηρούνται καλύτερα», δήλωσε.
«Ορισμένες από αυτές είναι εξαιρετικά διατηρημένες. Κάποια παιδιά μοιάζουν σα να κοιμούνται. Έχουν σκουρύνει με τον καιρό, αλλά μερικά από αυτά έχουν ακόμη και ψεύτικα μάτια, οπότε φαίνεται σα να σας κοιτάζουν. Μοιάζουν με μικροσκοπικές κούκλες», πρόσθεσε.
Τις ψηφιακές ακτινολογικές εικόνες – 14 ανά μούμια- θα εξετάσει ο Δρ. Ρόμπερτ Λόινς, συνταξιούχος ορθοπεδικός χειρουργός, ο οποίος στο παρελθόν, έχει ερευνήσει αρχαίες αιγυπτιακές μούμιες. Ο Πιομπίνο-Μασκάλι δήλωσε ότι είναι ζωτικής σημασίας, η εργασία στα εύθραυστα πτώματα να είναι μη επεμβατική.