Με Covid-19 ξεκίνησε το 2021, με Covid-19 και τη νέα παραλλαγή Όμικρον μπήκε το 2022. Η εμπειρία της πανδημίας αλλάζει τις προτεραιότητες που συνολικά πρέπει να θέσουμε ως κοινωνία. Η υγειονομική κρίση ανέδειξε αναμφισβήτητα την αξία του δημόσιου συστήματος υγείας. Όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά παντού σχεδόν στον αναπτυγμένο κόσμο, γράφει ο Μωυσής Λίτσης.
Από την έντυπη έκδοση
Του Μωυσή Λίτση
[email protected]
Με Covid-19 ξεκίνησε το 2021, με Covid-19 και τη νέα παραλλαγή Όμικρον μπήκε το 2022. Η εμπειρία της πανδημίας αλλάζει τις προτεραιότητες που συνολικά πρέπει να θέσουμε ως κοινωνία. Η υγειονομική κρίση ανέδειξε αναμφισβήτητα την αξία του δημόσιου συστήματος υγείας. Όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά παντού σχεδόν στον αναπτυγμένο κόσμο.
Σε όλες τις χώρες η δημόσια υγεία υποβαθμίστηκε τα τελευταία χρόνια στο όνομα της δημοσιονομικής εξυγίανσης. Οι εικόνες μάλιστα των τελευταίων ημερών, με τις ουρές για rapid test, είναι σκληρή υπενθύμιση για την αναγκαιότητα να ενισχυθούν οι δημόσιες δομές υγείας. Αντί των δωρεάν και χωρίς ταλαιπωρία test, οι πολίτες συνωθούνται έξω από τις λιγοστές δομές ή καλούνται για παράδειγμα να πληρώσουν 50 ευρώ για μοριακό τεστ σε ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα. Την ώρα μάλιστα που η επίδειξη μοριακού τεστ είναι υποχρεωτική ακόμη και για αυτούς που έχουν κάνει την τρίτη δόση του εμβολίου, προκειμένου να επισκεφτούν οίκο ευγηρίας ή ασθενή σε νοσοκομείο.
Η πανδημία επανέφερε επίσης στο προσκήνιο το ζήτημα του χρέους. Όταν με το καλό τελειώσει, οι θεματοφύλακες της δημοσιονομικής ορθοδοξίας είναι σχεδόν βέβαιο πως θα πιέσουν ξανά για περιορισμό των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, περικόπτοντας δαπάνες αναγκαίες για την κοινωνική συνοχή και τη στοιχειώδη, εύρυθμη λειτουργία της κοινωνίας. Η υγειονομική κρίση έφερε επίσης στο προσκήνιο την ανάγκη συλλογικών απαντήσεων για την επίλυση των σοβαρών κοινωνικών προβλημάτων, έναντι του άκρατου ατομισμού που επικρατούσε τις προηγούμενες δεκαετίες.
Το κράτος λοιδορούνταν γενικώς και αορίστως. Είναι το ίδιο κράτος από το οποίο δικαίως ζητούν στήριξη πολλοί από τους επαγγελματίες και τους εργαζόμενους που πλήττονται από τις επιπτώσεις των αναγκαίων περιοριστικών μέτρων για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Τέλος, η πανδημία του κορονοϊού επανέφερε με τον πιο τραγικό τρόπο την τεράστια κοινωνική ανισότητα, καθώς και το διευρυμένο χάσμα του αναπτυγμένου Βορρά με τον υπανάπτυκτο Νότο.
Χωρίς τη δυνατότητα εμβολιασμού εκατομμυρίων ανθρώπων που ζουν στις φτωχότερες χώρες, είναι αμφίβολο αν η δυτική ανοσία θα είναι πραγματικά εφικτή. Παράλληλα, είναι περισσότερο από ποτέ αναγκαία μια δικαιότερη ανακατανομή του παγκόσμιου πλούτου. Στα τέλη Νοεμβρίου, το Εργαστήρι Παγκόσμιας Ανισότητας (Global Inequality Lab) που εδρεύει στο Παρίσι ανέφερε πως περίπου 2.750 δισεκατομμυριούχοι ελέγχουν το 3,5% του παγκόσμιου πλούτου, σε σχέση με 1% το 1995. Πολλοί μάλιστα από τους δισεκατομμυριούχους αυτούς αυγάτισαν τον πλούτο τους μέσα στο 2021!