Οφείλουμε όλοι να κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν για να προστατεύσουμε πρωτίστως τη δημόσια υγεία, αλλά και να μη θέσουμε σε κίνδυνο την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς, αυτό το κρίσιμο διάστημα.
Του Γιάννη Χατζηθεοδοσίου
Πλησιάζουμε στα τέλη ενός ακόμη πολύ δύσκολου χρόνου για την επιχειρηματικότητα. Η περίοδος που διανύουμε είναι κομβική τόσο για την εξέλιξη της πανδημίας του κορονοϊού, όσο και για την επιβίωση των επιχειρήσεων. Πολλές από αυτές, κυρίως από τον κλάδο του λιανικού εμπορίου αλλά και της εστίασης, πραγματοποιούν μεγάλο μέρος του τζίρου τους τις ημέρες των εορτών. Ειδικά φέτος, λόγω των τεράστιων απωλειών των δύο προηγούμενων ετών, η αγορά προσβλέπει στα έσοδα αυτής της περιόδου για να καταφέρει να καλύψει ένα μέρος της ζημίας.
Απαραίτητη, όμως, προϋπόθεση για να συμβεί αυτό, είναι να μπορεί η αγορά να λειτουργεί με τους λιγότερους δυνατούς περιορισμούς και την τήρηση όλων των απαραίτητων μέτρων προστασίας. Η έξαρση του κορονοϊού και η εμφάνιση της νέας μετάλλαξης, Όμικρον, δημιουργεί φυσικά ανησυχία στην επιχειρηματική κοινότητα, η οποία έχει από την πρώτη στιγμή ταχθεί υπέρ του εμβολιασμού και εφαρμόζει αυστηρά όλα τα υγειονομικά πρωτοκόλλα. Οφείλουμε όλοι να κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν για να προστατεύσουμε πρωτίστως τη δημόσια υγεία, αλλά και να μη θέσουμε σε κίνδυνο την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς, αυτό το κρίσιμο διάστημα.
Ήδη τα μέτρα που έχουν ληφθεί και εφαρμόζονται για τους ανεμβολίαστους πλήττουν αρκετές επιχειρήσεις, ιδιαίτερα της εστίασης και του λιανικού εμπορίου, περιορίζοντας τη δυνητική πελατεία τους και αυξάνοντας το κόστος λειτουργίας τους, λόγω του πρόσθετου προσωπικού που απαιτείται για τους ελέγχους.
Ένα κόστος λειτουργίας το οποίο επιβαρύνεται παράλληλα από την εκτίναξη των τιμών σε ενέργεια, πρώτες ύλες και μεταφορικά, «γονατίζοντας» τις επιχειρήσεις. Χρειάζεται επομένως η κυβέρνηση να στηρίξει αποτελεσματικά τις πληττόμενες επιχειρήσεις τόσο απέναντι στις επιπτώσεις της πανδημίας όσο και του κύματος ανατιμήσεων, με μέτρα όπως η χρονική μετάθεση των υποχρεώσεων που πρέπει να ικανοποιηθούν άμεσα, η μείωση του ΦΠΑ στα είδη πρώτης ανάγκης από το 13% στο 6%, η ενίσχυση της ρευστότητας με περισσότερα χρηματοδοτικά εργαλεία, ο περιορισμός του ιδιωτικού χρέους και η περαιτέρω μείωση της φορολογίας.
Ταυτόχρονα, πρέπει να ενταθεί η εκστρατεία πειθούς για να σπεύσουν όσο το δυνατόν περισσότεροι συμπολίτες μας να εμβολιαστούν, θωρακίζοντας την υγεία τους, αλλά και την κοινωνική και οικονομική ζωή του τόπου. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να ελπίζουμε σε ένα καλύτερο 2022.
* Ο κ. Γιάννης Χατζηθεοδοσίου είναι προέδρος της ΚΕΕΕ και του ΕΕΑ.