H πρόσφατη υιοθέτηση των βασικών κανονισμών της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) από την ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, μετά από μία μακρά περίοδο διαβουλεύσεων, αντιπαραθέσεων και συμβιβασμών ως προς τον προσανατολισμό και τους στόχους της, άνοιξε επί της ουσίας το δρόμο για την εφαρμογή των μεταρρυθμιστικών της προτεραιοτήτων, μεταθέτοντας πλέον στα Κράτη - Μέλη την υποχρέωση ενσωμάτωσής τους στα Εθνικά Στρατηγικά τους Σχέδια, γράφει ο Βαγγέλης Αποστόλου.
Του Βαγγέλη Αποστόλου, βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, πρώην υπουργού
H πρόσφατη υιοθέτηση των βασικών κανονισμών της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) από την ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, μετά από μία μακρά περίοδο διαβουλεύσεων, αντιπαραθέσεων και συμβιβασμών ως προς τον προσανατολισμό και τους στόχους της, άνοιξε επί της ουσίας το δρόμο για την εφαρμογή των μεταρρυθμιστικών της προτεραιοτήτων, μεταθέτοντας πλέον στα Κράτη - Μέλη την υποχρέωση ενσωμάτωσής τους στα Εθνικά Στρατηγικά τους Σχέδια.
Η πρόκληση για τη χώρα μας είναι μεγάλη, καθώς η προετοιμασία του εθνικού μας στρατηγικού σχεδίου δεν είναι μια εύκολη υπόθεση που εξαντλείται σε απλές διαπιστώσεις των προβλημάτων και αναγκών του πρωτογενή μας τομέα.
Αντίθετα, πρόκειται για μία πολυσύνθετη διαδικασία που οφείλει, στη βάση ενός δημοκρατικού, συμμετοχικού και ειλικρινούς δημόσιου διαλόγου, να εμβαθύνει όχι μόνο στην επικοινωνία και στη διασφάλιση των βιώσιμων και ρεαλιστικών όρων μετάβασης στον νέο παραγωγικό και αναπτυξιακό πρότυπο που υπαγορεύουν οι πολιτικές της νέας ΚΑΠ, αλλά και να λάβει υπόψη τις διαρθρωτικές και παραγωγικές ιδιαιτερότητες του δικού μας αγροδιατροφικού συστήματος.
Κρίσιμους παράγοντες επιτυχίας στη διαδικασία αυτή, δεδομένων των στρατηγικών κατευθύνσεων της νέας ΚΑΠ για τη στροφή προς μια περισσότερο ανθεκτική, πράσινη και ψηφιακή Γεωργία, αποτελούν ενδεικτικά:
1) Η διαμόρφωση του κατάλληλου μίγματος πολιτικών στο στρατηγικό μας σχέδιο που θα συγκεράσουν τις απαιτήσεις της «πράσινης αρχιτεκτονικής» της νέας ΚΑΠ και τους στόχους της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας (στρατηγικές «Από το Αγρόκτημα στο Πιάτο» και «Βιοποικιλότητα») με τις ανάγκες της χώρας μας για επισιτιστική ασφάλεια και επάρκεια, εξασφαλίζοντας βιώσιμα εισοδήματα για τους παραγωγούς μας.
2) Η σωστή αξιοποίηση των εργαλείων της νέας ΚΑΠ για την δίκαιη κατανομή των πόρων της, με στόχο τη μείωση των ανισοτήτων και προτεραιότητα στους μικρομεσαίους αγρότες μας και στις περισσότερο ευάλωτες στη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό αγροτικές περιοχές της χώρας μας, όπως οι ορεινές, οι μειονεκτικές και οι νησιωτικές.
3) Η παροχή αποτελεσματικότερων κινήτρων για την προσέλκυση νέων ανθρώπων στην ύπαιθρο, με έμφαση σε επενδύσεις καινοτομίας και εισαγωγής νέων τεχνολογιών και πρακτικών στην παραγωγή, ώστε να συνδυαστεί η ηλικιακή ανανέωση με τον εκσυγχρονισμό της Γεωργίας.
4) Ο ολοκληρωμένος σχεδιασμός για την προστασία του περιβάλλοντος και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, μέσα από δημόσιες υποδομές και ιδιωτικές επενδύσεις πρόληψης και αποκατάστασης ζημιών από φυσικές καταστροφές (πλημμύρες, πυρκαγιές, παγετό, χαλάζι, κλπ.), σε συνδυασμό με τον εμπλουτισμό των φιλοπεριβαλλοντικών δράσεων και της εργαλειοθήκης του ΕΛΓΑ για την αξιοποίηση πρόσθετων δυνατοτήτων ασφάλισης και αποζημίωσης απωλειών στην παραγωγή.
5) Η ενδυνάμωση των μηχανισμών συμβουλευτικής υποστήριξης, εκπαίδευσης και κατάρτισης, συνεργασίας και δικτύωσης των παραγωγών μας, ώστε να εμπεδώσουν και να εφαρμόσουν αποτελεσματικότερα τις μεταρρυθμιστικές και ιδιαίτερα φιλόδοξες πολιτικές της νέας ΚΑΠ και
6) Η έμπρακτη ενίσχυση των διοικητικών δομών εφαρμογής της νέας ΚΑΠ (υπηρεσίες Υπουργείου και Περιφερειών, διαχειριστικές αρχές, ΟΠΕΚΕΠΕ, ΕΛΓΑ, ΕΛΓΟ, κλπ.), οι οποίες θα πρέπει να προσαρμοστούν στις πολυσύνθετες κανονιστικές απαιτήσεις του νέου πλαισίου.
Αυτές είναι ορισμένες μόνο από τις βασικές παραμέτρους που θα πρέπει να ληφθούν υπόψη στη κατάρτιση του Εθνικού Στρατηγικού Σχεδίου της νέας ΚΑΠ, ώστε να διασφαλιστεί ένα ικανοποιητικό επίπεδο επιτυχούς εφαρμογής του την επόμενη μέρα.
Δυστυχώς μέχρι σήμερα, δεν έχει τεθεί στο δημόσιο διάλογο ο συνολικός σχεδιασμός του Υπουργείου, παρά μόνο αποσπασματικές προτάσεις - αποφάσεις που στερούνται ολοκληρωμένης και τεκμηριωμένης προσέγγισης. Ταυτόχρονα, ο χρόνος πιέζει για την υποβολή του στρατηγικού σχεδίου στην Ε.Ε. έως το τέλος του έτους, γεγονός που δεν επιτρέπει την επαρκή διαβούλευσή του, και κατ΄ επέκταση την ουσιαστική ενσωμάτωση σε αυτό των απαιτούμενων και ώριμων εκείνων παρεμβάσεων που θα εγγυηθούν την ικανοποίηση των πραγματικών αναγκών του παραγωγικού κόσμου της χώρας μας.