Κοινωνία
Πέμπτη, 25 Νοεμβρίου 2021 13:23

Έρευνα ΕΛΣΤΑΤ: Πού σημειώνονται τα υψηλότερα ποσοστά εργατικών ατυχημάτων

Τουλάχιστον ένα ατύχημα στον χώρο εργασίας κατά τους τελευταίους 12 μήνες είχε το 1,9% των ατόμων που εργάζονται ή εργάστηκαν το συγκεκριμένο διάστημα.

Τουλάχιστον ένα ατύχημα στον χώρο εργασίας κατά τους τελευταίους 12 μήνες είχε το 1,9% των ατόμων που εργάζονται ή εργάστηκαν το συγκεκριμένο διάστημα.

Το ποσοστό των ατυχημάτων φαίνεται να είναι υψηλότερο στους άνδρες παρά στις γυναίκες (2,6% και 1,1%), αντίστοιχα, ενώ αυξάνεται στις ηλικίες από 45 ετών και άνω (2,3%). Επίσης, το 8,4% των ατυχημάτων είναι τροχαία, τα οποία επίσης αφορούν συχνότερα στους άνδρες παρά στις γυναίκες (8,7% και 7,6% αντίστοιχα), ενώ εμφανίζονται περισσότερο στην ηλικιακή ομάδα 15-34 (11,1%).

Σύμφωνα με την ειδική έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ, οι κλάδοι με το υψηλότερο ποσοστό ατυχημάτων στην εργασία αφορούν στην πρωτογενή και τη δευτερογενή παραγωγή. Το υψηλότερο ποσοστό απαντάται στις κατασκευές (6%) ενώ ακολουθούν η γεωργία, δασοκομία και αλιεία (3,8%) και η βιομηχανία και ενέργεια (3,3%). Οι κλάδοι με τα χαμηλότερα ποσοστά ατυχημάτων είναι η εκπαίδευση (0,2%) και οι χρηματοπιστωτικές και επιχειρηματικές δραστηριότητες (0,5%).

Η επαγγελματική ομάδα με το υψηλότερο ποσοστό ατυχημάτων στην εργασία είναι οι ειδικευμένοι τεχνίτες (5,1%), ακολουθούμενη από τους γεωργούς, κτηνοτρόφους, δασοκόμους και αλιείς (4%). Οι επαγγελματικές ομάδες με τα χαμηλότερα ποσοστά ατυχημάτων είναι οι επαγγελματίες (0,6%) και οι υπάλληλοι γραφείου (0,7%).

Περίπου οι μισές περιπτώσεις (47,5%) των ατυχημάτων οδήγησαν σε απώλεια λιγότερο της μίας ημέρας εργασίας. Όσον αφορά στις υπόλοιπες περιπτώσεις, η πλειονότητα (34,8%) αφορά σε απώλεια εργάσιμων ημερών από μία ημέρα έως τρεις ημέρες, ενώ περίπου το 10,9% περιλαμβάνει περιπτώσεις ατυχημάτων οι οποίες κατέληξαν σε απώλεια εργάσιμων ημερών από τέσσερις ημέρες έως δύο εβδομάδες. Η διάρκεια απουσίας είναι μικρότερη για τις γυναίκες, αφού το 59,5% επέστρεψαν στην εργασία τους την ίδια ημέρα (το αντίστοιχο ποσοστό για τους άνδρες είναι 43,6%), όπως και για τις ηλικίες 15-34 ετών (65,7%).

Οι κλάδοι της υγείας και των ξενοδοχείων- εστίασης είναι αυτοί που παρουσιάζουν τα μικρότερα ποσοστά απώλειας εργάσιμων ημερών (78,7% και 67,6%, αντίστοιχα, επέστρεψαν στην εργασία τους την ίδια ημέρα). Αντίθετα, ο κλάδος με τα μεγαλύτερα ποσοστά απώλειας εργάσιμων ημερών είναι οι κατασκευές, όπου το 71,9% απουσίασε τουλάχιστον μία ημέρα.

Τα επαγγέλματα που παρουσιάζουν τα μικρότερα ποσοστά απώλειας εργάσιμων ημερών αφορούν στους εργαζόμενους στην παροχή υπηρεσιών και πωλητές, στους τεχνικούς- τεχνολόγους, και στους υπαλλήλους γραφείου (ποσοστό επιστροφής την ίδια ημέρα: 63,1%, 60,1% και 59% αντίστοιχα). Αντίθετα, οι χειριστές μηχανημάτων και οι ειδικευμένοι τεχνίτες είναι οι επαγγελματικές ομάδες στις οποίες παρατηρούνται τα μεγαλύτερα ποσοστά απώλειας εργάσιμων ημερών (τα ποσοστά απουσίας τουλάχιστον μίας ημέρας είναι 68,1% και 65,2%, αντίστοιχα).

Σχετικά με τα προβλήματα υγείας που σχετίζονται με την εργασία τους, η ύπαρξη προβλημάτων υγείας που προκλήθηκαν ή επιδεινώθηκαν από την εργασία τους αναφέρθηκε από το 2,9% των ατόμων που εργάζονται ή εργάστηκαν στο παρελθόν. Τα πιο κοινά προβλήματα υγείας αφορούν στα οστά, στις αρθρώσεις ή στους μυς, και επηρεάζουν τα άνω, τα κάτω άκρα και κυρίως τη μέση (20,3%, 10,3% και 34,4%, αντίστοιχα, σε όσους ανέφεραν πρόβλημα υγείας).

Το δεύτερο πιο κοινό είδος προβλήματος υγείας αφορά στην καρδιά ή στο κυκλοφορικό σύστημα γενικότερα (6,7%). Ακολουθούν το στρες, κατάθλιψη ή άγχος και τα προβλήματα στους πνεύμονες ή το αναπνευστικό (6,3% και 4,3%, αντίστοιχα). Τα υπόλοιπα είδη προβλημάτων βρίσκονται σε χαμηλότερα επίπεδα που κυμαίνονται από 4,2% (λοίμωξη) έως 0,4% (ακοή), ενώ το 4,8% των ερωτώμενων αναφέρει άλλα είδη προβλημάτων.

Επίσης, το ποσοστό εμφάνισης κάποιου προβλήματος υγείας που σχετίζεται με την εργασία είναι περίπου το ίδιο μεταξύ ανδρών και γυναικών με τα προβλήματα στη μέση να αποτελούν το σημαντικότερο πρόβλημα και στα δυο φύλα (38,7% για τους άνδρες και 29,4% για τις γυναίκες). Οι αναφορές των προβλημάτων διαφέρουν ανάμεσα στα δύο φύλα. Έτσι, οι γυναίκες αναφέρουν συχνότερα προβλήματα στον αυχένα, τους ώμους ή τα χέρια (27,6% έναντι 14% για τους άνδρες), ενώ οι άνδρες αναφέρουν περισσότερο προβλήματα του κυκλοφορικού (10,4% έναντι 2,5% για τις γυναίκες).

Τέλος, το ποσοστό των ατόμων που αντιμετώπισαν προβλήματα υγείας αυξάνεται σε μεγαλύτερες ηλικίες ενώ το είδος του προβλήματος διαφέρει ανάλογα με την ηλικία: λοιμώξεις (22%), στρες, κατάθλιψη ή άγχος (12,7%) εμφανίζονται περισσότερο στα άτομα ηλικίας 15- 34 ενώ προβλήματα στα οστά, στις αρθρώσεις και στους μυς σε αυχένα, κάτω άκρα ή μέση (18,1%, 11% και 37,8% αντίστοιχα), καθώς και καρδιολογικά προβλήματα (10,4%) εμφανίζονται περισσότερο στα άτομα ηλικίας 55 ετών και άνω.

Οι κλάδοι με το μεγαλύτερο ποσοστό εμφάνισης προβλημάτων υγείας αφορούν στην πρωτογενή και στη δευτερογενή παραγωγή. Το υψηλότερο ποσοστό συναντάται στις κατασκευές (5,6%) ενώ ακολουθούν η γεωργία, δασοκομία και αλιεία (5%), και η βιομηχανία και ενέργεια (4,4%). Αντίθετα, το χαμηλότερο ποσοστό εμφάνισης προβλημάτων υγείας εμφανίζονται στην εκπαίδευση και τη δημόσια διοίκηση (1,7% και 1,8%, αντίστοιχα).

Οι επαγγελματικές ομάδες που υποφέρουν περισσότερο από προβλήματα υγείας που σχετίζονται με την εργασία είναι οι γεωργοί, κτηνοτρόφοι και αλιείς, και οι ανειδίκευτοι εργάτες, χειρώνακτες και μικροεπαγγελματίες (5,2% και 4,2% αντίστοιχα). Αντιθέτως, το χαμηλότερο ποσοστό εμφάνισης προβλημάτων υγείας εμφανίζεται στους υπαλλήλους γραφείου και στους επαγγελματίες (1,3% και 1,8%, αντίστοιχα).

Σχετικά με τους παράγοντες στην κύρια εργασία που επηρεάζουν τη σωματική ή την ψυχική υγεία, ως πιο επικίνδυνος παράγοντας για την σωματική υγεία των απασχολουμένων αναφέρονται οι επίπονες στάσεις ή κινήσεις (22,2%), ενώ ως δεύτερος πιο επικίνδυνος αναφέρεται η έντονη οπτική συγκέντρωση (9,4%).

Οι άνδρες εμφανίζονται περισσότερο εκτεθειμένοι σε βαριά φορτία (7,9% έναντι 2,9% για τις γυναίκες), χημικές ουσίες, σκόνη, αναθυμιάσεις (5,7% έναντι 3,3% για τις γυναίκες) και κινδύνους από τη χρήση μηχανημάτων ή εργαλείων (6,3% έναντι 1,8% για τις γυναίκες). Ενώ οι γυναίκες είναι περισσότερο εκτεθειμένες σε επαναλαμβανόμενες κινήσεις των χεριών (8,1% έναντι 4,9% για τους άνδρες) και έντονη οπτική συγκέντρωση (11,2% έναντι 8,1% για τους άνδρες).

Σημειώνεται, επίσης ότι, συνολικά το 65,3% των ατόμων αναφέρουν κάποιον από τους παρακάτω παράγοντες ως επικίνδυνο για τη σωματική τους υγεία, περισσότερο οι άνδρες (68,5%) παρά οι γυναίκες (60,9%). Τέλος, δεν παρατηρούνται αξιοσημείωτες διαφορές ανάμεσα στις ηλικιακές κατηγορίες.

Παράλληλα, το 63% των απασχολουμένων αναφέρουν ότι εκτίθενται σε παράγοντες που επηρεάζουν την ψυχική υγεία και εξ αυτών, ως ο πιο επικίνδυνος παράγοντας αναφέρεται συχνότερα η εργασιακή ανασφάλεια και η μεγάλη πίεση χρόνου ή φόρτου εργασίας (20,9% και 19,3% του συνόλου αντίστοιχα). Αντίθετα, η βία/απειλή και οι παρενοχλήσεις/εκφοβισμοί αναφέρονται με σημαντικά μικρότερη συχνότητα (1,5% και 0,3%, αντίστοιχα).

Τα αποτελέσματα διαφοροποιούνται ελαφρώς κατά φύλο ενώ η μεγαλύτερη διαφορά εντοπίζεται στα προβλήματα με δύσκολους πελάτες, ασθενείς, μαθητές κ.λπ. (12,6% για τους άνδρες και 16% για τις γυναίκες). Όσον αφορά στην ηλικία, η συνολική έκθεση σε παράγοντες που επηρεάζουν την ψυχική υγεία είναι αυξημένη σε μικρότερες ηλικίες με πιο χαρακτηριστική περίπτωση την εργασιακή ανασφάλεια.

Οι κλάδοι δραστηριότητας με τη μεγαλύτερη έκθεση σε παράγοντες κινδύνου για την σωματική υγεία είναι η γεωργία, δασοκομία, αλιεία (85,6%), οι κατασκευές (77,4%) και η βιομηχανία και ενέργεια (73,9%). Οι κλάδοι με τη μεγαλύτερη έκθεση σε παράγοντες κινδύνου για την ψυχική υγεία είναι οι κατασκευές (67%), τα ξενοδοχεία και εστίαση (65,3%) και η υγεία (64,3%).

Οι επαγγελματικές ομάδες με τη μεγαλύτερη έκθεση σε παράγοντες κινδύνου για τη σωματική υγεία είναι οι γεωργοί, κτηνοτρόφοι, και αλιείς (86,5%) και οι χειριστές μηχανημάτων (84,4%). Οι τελευταίοι δηλώνουν, επίσης, και τα μεγαλύτερα ποσοστά κινδύνου και στην πνευματική τους υγεία (71,4%), ακολουθούμενοι από τους απασχολούμενους στην παροχή υπηρεσιών και πωλητές (64,7%).