Οι Financial Times τον έχουν χαρακτηρίσει ως τον «μικρό ανερχόμενο Σόιμπλε». Ο καθηγητής Ιστορίας της Οικονομίας στο Columbia Άνταμ Τουζ έχει προειδοποιήσει σε πρόσφατο άρθρο του στον Guardian ότι εάν αναλάβει το υπουργείο Οικονομικών της Γερμανίας «θα αποτελέσει συστημικό κίνδυνο για την Ευρώπη». Και ο νομπελίστας οικονομολόγος Τζόζεφ Στίγκλιτς έχει γράψει στην DieZeit πως προωθεί μια αναχρονιστική «προκατακλυσμιαία δημοσιονομική ατζέντα» ως υπέρμαχος μιας άκαιρης λιτότητας, που συνιστά απειλή για την ευρωπαϊκή δημοκρατία, γράφει η Νικόλ Λειβαδάρη.
Από την έντυπη έκδοση
Της Νικόλ Λειβαδάρη
[email protected]
Οι Financial Times τον έχουν χαρακτηρίσει ως τον «μικρό ανερχόμενο Σόιμπλε». Ο καθηγητής Ιστορίας της Οικονομίας στο Columbia Άνταμ Τουζ έχει προειδοποιήσει σε πρόσφατο άρθρο του στον Guardian ότι εάν αναλάβει το υπουργείο Οικονομικών της Γερμανίας «θα αποτελέσει συστημικό κίνδυνο για την Ευρώπη». Και ο νομπελίστας οικονομολόγος Τζόζεφ Στίγκλιτς έχει γράψει στην DieZeit πως προωθεί μια αναχρονιστική «προκατακλυσμιαία δημοσιονομική ατζέντα» ως υπέρμαχος μιας άκαιρης λιτότητας, που συνιστά απειλή για την ευρωπαϊκή δημοκρατία.
Προφανώς, η θητεία του Κρίστιαν Λίντνερ, του ηγέτη των Γερμανών Φιλελευθέρων (FDP), στο γερμανικό υπουργείο Οικονομικών δεν ξεκινά με τους καλύτερους οιωνούς για την Ευρώπη της τριπλής -πανδημικής, οικονομικής και ενεργειακής- κρίσης. Και, κυρίως, δεν ξεκινά με τους καλύτερους οιωνούς για τον υπερχρεωμένο ευρωπαϊκό Νότο.
Ήδη, στην προγραμματική συμφωνία της νέας τρικομματικής κυβέρνησης της Γερμανίας η «σφραγίδα» Λίντνερ είναι καθαρή: Η βιωσιμότητα του χρέους ορίζεται ως πρώτη προτεραιότητα, όπως και η επιστροφή σε αυστηρούς δημοσιονομικούς κανόνες - έστω και με μια ήπια αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας.
Αυτή η ήπια αναθεώρηση φέρεται να είναι και το νερό που έβαλε στο κρασί του ο Κρίστιαν Λίντνερ για να συγκλίνει με τους Σοσιαλδημοκράτες και τους Πράσινους. Ο ίδιος, δε, στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για τον σχηματισμό κυβέρνησης είχε αποδεχθεί δημόσια ότι η πανδημία έδειξε πως δεν είναι δυνατή μια γραμμική επιστροφή σε πανευρωπαϊκό δημοσιονομικό «γύψο», μαλακώνοντας κατά τι τις παλαιότερες θέσεις του που πλειοδοτούσαν στο δόγμα Σόιμπλε.
Στην πραγματικότητα, η μόνη υποχώρηση που έκανε Λίντνερ -ο οποίος προκειμένου να συγκροτηθεί κυβέρνηση είχε θέσει ως απαράβατο όρο να αναλάβει ο ίδιος το υπουργείο Οικονομικών- ήταν να αποδεχθεί μια μεταβολή του κανόνα για το χρέος εντός του ισχύοντος Συμφώνου Σταθερότητας.
Με το 60% όμως των πολιτών της Ευρωζώνης να ζει σε χώρες στις οποίες το χρέος ξεπερνά το 100% του ΑΕΠ, μια τέτοια αλλαγή μοιάζει απλώς με ιστορική ειρωνεία. Και μια άνοδος του ορίου για το χρέος στο 100% δεν θα συνιστούσε τίποτα περισσότερο από την μετάβαση σε μια νέα «realpolitik λιτότητας», κομμένη και ραμμένη στα δημοσιονομικά μέτρα του Βερολίνου.
Όσοι θεωρούν τον Τουζ και τον Στίγκλιτς υπερβολικά καχύποπτους, ποντάρουν στο αντίβαρο της παρουσίας Σολτς στη γερμανική καγκελαρία, που θα κρατάει τα «λουριά» του Λίντνερ. Εδώ, ωστόσο, ο αντίλογος λέει πως και ο ίδιος ο Όλαφ Σολτς, ως υπουργός Οικονομικών της Μέρκελ, υπήρξε σταθερά συντηρητικός σε δημοσιονομικά ζητήματα. Και, όπως γράφει το Politico, ίσως τελικά είναι ο Κρίστιαν Λίντενρ εκείνος που «θα μπορούσε να αποτελέσει το ιδανικό αντίβαρο για τον Σολτς απέναντι στην αριστερή πτέρυγα του SPD».