Η Άννα Μαρία Παπαχαραλάμπους πρωταγωνιστεί και σκηνοθετεί την παράσταση –και αυτή είναι η πρώτη σκηνοθεσία που υπογράφει. Μιλήσαμε μαζί της.
«Good People». Το βαθιά ανθρώπινο και άγρια χιουμοριστικό θεατρικό έργο του βραβευμένου με Πούλιτζερ Αμερικάνου συγγραφέα Ντέιβιντ Λίντσεϊ-Αμπέρ, παρουσιάζεται, για πρώτη φορά στην Ελλάδα, στο θέατρο Αποθήκη [Σαρρή 40, Ψυρρή].
Πρόκειται για ένα έργο σκληρό και, συγχρόνως, τρυφερό που πραγματεύεται με στεγνό και βιτριολικό χιούμορ το παγκόσμιο, τελικά, παραμύθι του αμερικάνικου ονείρου. Το πόσο αξιοκρατικά και απλόχερα προσφέρεται στον καθέναν, η δυνατότητα «να πιάσει την καλή» και να ξεφύγει από τη μιζέρια και την ταξική του ταυτότητα, μόνο με τη σκληρή δουλειά και τη λίγη καλή τύχη. Είναι, όντως, «ίσες» οι ευκαιρίες για όλους;
Όπως λέει και ο ίδιος ο συγγραφέας στους New York Times: «Έχω δουλέψει πραγματικά σκληρά στη ζωή μου. Ξέρω, όμως, κι άλλους που δούλεψαν πιο σκληρά απ’ ό, τι εγώ και δεν τους δόθηκαν οι ίδιες ευκαιρίες…».
Η Άννα Μαρία Παπαχαραλάμπους πρωταγωνιστεί και σκηνοθετεί την παράσταση –και αυτή είναι η πρώτη σκηνοθεσία που υπογράφει. Μιλήσαμε μαζί της.
Να ξεκινήσουμε με λίγα λόγια σας για την υπόθεση του έργου;
«Είναι η ιστορία μιας γυναίκας που ζει σε μια φτωχογειτονιά της Βοστόνης με την κόρη της, που έχει σοβαρή νοητική στέρηση. Το έργο ξεκινάει όταν η Μάργκι χάνει τη δουλειά της και αναγκάζεται να ζητήσει τη βοήθεια μιας παλιάς σχέσης, από το λύκειο».
Τι σας προσέλκυσε στο συγκεκριμένο ανέβασμα;
«Το ποσό αληθινό ένιωσα το έργο, διαβάζοντας το».
Πού εστίασε η σκηνοθετική σας ματιά;
«Στο να καταφέρουμε να περάσουμε στον θεατή όλες τις αποχρώσεις που έχει μέσα το έργο από τον συγγραφέα».
Μια περιγραφή του ρόλου σας;
«Η Μάργκαρετ είναι μια γυναίκα που έχει μάθει να παλεύει μόνη της και αυτό την έχει κάνει σκληρή και κυνική. Κουβαλάει μια περηφάνια καταστροφική για την ίδια».
Συναντήσατε δυσκολίες στο να σκηνοθετείτε ένα έργο στο οποίο, επίσης, πρωταγωνιστείτε;
«Σίγουρα δεν ήταν εύκολο, όμως ήταν ιδιαίτερα διδακτικό ταξίδι, που σίγουρα μου προσέφερε πολλά».
Πείτε μας μια ατάκα, έναν διάλογο ή περιγράψτε μας μια σκηνή από το έργο –ό,τι σας έρθει πρώτο στον νου.
« “Ήσουν τυχερός. Μια αναποδιά και θα έψαχνες εσύ για δουλειά αντί για μένα ή θα πέθαινες εσύ στο πεζοδρόμιο αντί για την Kούκι, θα ήταν το ίδιο εύκολο και για σένα”».
Θα μοιραστείτε μαζί μας, μια ξεχωριστή στιγμή από την πλούσια καλλιτεχνική σας πορεία;
«Σίγουρα μου είναι πολύ δύσκολο να ξεχωρίσω μια στιγμή. Όμως κάτι που με “σημάδεψε”, μπορώ να πω, είναι η συνάντησή μου με τον Μίνω Βολανάκη, στη δεύτερή μου θεατρική παράσταση. Με μάγεψε πραγματικά!»
Κάποιο χαρακτηριστικό που εκτιμάτε ιδιαίτερα στους άλλους;
«Το καλώς εννοούμενο πείσμα».
Και κάποιο που σας απωθεί;
«Το κακώς εννοούμενο πείσμα».
Κάτι που σας φτιάχνει τη διάθεση;
«Μια εκδρομή».
Κάτι που τη χαλά;
«Η έλλειψη χρόνου, η βιασύνη».
Ένα βιβλίο που διαβάσατε, τελευταία, και σας άρεσε;
«“Ξεπερνώντας τον Θεό”».
Να κλείσουμε με στίχους ενός τραγουδιού που αγαπάτε;
«“Την πόρτα ανοίγω το βράδυ, την λάμπα κρατώ ψηλά. Να δούνε της γης οι θλιμμένοι, να ’ρθουνε να βρουν συντροφιά” -από το τραγούδι “Tην πόρτα ανοίγω το βράδυ” / Μίκης Θεοδωράκης, Τάσος Λειβαδίτης».
Ερμηνεύουν: Τάσος Γιαννόπουλος, Παύλος Λουτσίδης, Aurora Marion, Άννα Μαρία Παπαχαραλάμπους, Ζωή Ρηγοπούλου, Σωσώ Χατζημανώλη.
Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]