Απόψεις
Δευτέρα, 01 Νοεμβρίου 2021 07:00

Eπιτέλους ας γίνει

Δεσμεύσεις επί των δεσμεύσεων. Και συμφωνίες επί συμφωνιών. Με την αισιοδοξία να εναλλάσσεται με την απαισιοδοξία. Και τώρα, απόλυτα επιτακτική ανάγκη ή τελευταία ευκαιρία ο περιορισμός της υπερθέρμανσης του πλανήτη στον 1,5 βαθμό Κελσίου πάνω από τα προ βιομηχανικά επίπεδα - όχι κάτι καινούργιο, αφού ήταν ήδη ο φιλόδοξος στόχος της Συμφωνίας του Παρισιού το 2015 και τώρα γίνεται και της COP26 στη Γλασκόβη, γράφει η Έφη Τριήρη.

Από την έντυπη έκδοση

Της Έφης Τριήρη
[email protected]

Δεσμεύσεις επί των δεσμεύσεων. Και συμφωνίες επί συμφωνιών. Με την αισιοδοξία να εναλλάσσεται με την απαισιοδοξία. Και τώρα, απόλυτα επιτακτική ανάγκη ή τελευταία ευκαιρία ο περιορισμός της υπερθέρμανσης του πλανήτη στον 1,5 βαθμό Κελσίου πάνω από τα προ βιομηχανικά επίπεδα - όχι κάτι καινούργιο, αφού ήταν ήδη ο φιλόδοξος στόχος της Συμφωνίας του Παρισιού το 2015 και τώρα γίνεται και της COP26 στη Γλασκόβη. Ο Φαρχάνα Γιαμίν, δικηγόρος σε θέματα κλιματικής αλλαγής και σύμβουλος στο Climate Vulnerable Forum, το έθεσε πολύ σωστά, λέγοντας ότι χρειάζεται ένα βαθύ «reset δικαιοσύνης» μεταξύ ανεπτυγμένων και αναδυόμενων χωρών, για να στεφθεί η προσπάθεια με επιτυχία, μαζί με «σκληρές αλήθειες». Και η αισιοδοξία στην προκειμένη περίπτωση δεν λύνει το πρόβλημα, όταν μπροστά σε κάποιες χώρες βρίσκεται η απειλή της ολοκληρωτικής εξαφάνισης. 

Τι είναι διατεθειμένες όμως να κάνουν οι κυβερνήσεις πίσω από τα φώτα των συνόδων; Ο επικεφαλής του Προγράμματος Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών προειδοποίησε ότι 423 δισ. δολάρια από τα χρήματα των φορολογουμένων δαπανώνται ετησίως για επιδοτήσεις των ορυκτών καυσίμων. Επίσης, οι κορυφαίες αμερικανικές τράπεζες μόνο φέτος ανέλαβαν ομολογιακές εκδόσεις και χορηγήσεις δανείων ύψους 459 δισ. δολαρίων στον κλάδο πετρελαίου, φυσικού αερίου και άνθρακα. Ακόμη χειρότερα, από το 2015 οι τράπεζες έχουν αποκομίσει πάνω από 17 δισ. δολάρια σε προμήθειες χρηματοδοτώντας εταιρείες ορυκτών καυσίμων με δάνεια 4 τρισ. δολαρίων. Γεγονός που σημαίνει ότι έχουν βοηθήσει εταιρείες στο να αυξήσουν τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και ότι η χρηματοδότηση της βιομηχανίας ορυκτών καυσίμων είναι υπερδιπλάσια από την αξία των εκδόσεων πράσινων ομολόγων. 

Ενώ κάποιες κορυφαίες αναδυόμενες χώρες αποκλίνουν των διεθνών στόχων και δεσμεύσεων με λόγια και έργα, οι ΗΠΑ, που πρωτοστατούν στην όλη προσπάθεια, την «υπονομεύουν» χαμηλοφώνως με τη μη ευθυγράμμιση των ίδιων των «παικτών» τους. ΗΠΑ, Κίνα και Ινδία είναι οι τρεις μεγαλύτεροι ρυπαντές του πλανήτη και σε μεγάλο βαθμό εξαρτημένες από τον άνθρακα και το πετρέλαιο.

Η μέχρι τώρα λοιπόν προσπάθεια δεν είναι αρκετή. Χρειάζονται λεπτομερή σχέδια για τη μείωση των εκπομπών ρύπων και ετήσιες αναφορές απ’ όλες τις επιχειρήσεις, αναμόρφωση του χρηματοοικονομικού συστήματος με συνεχείς αξιολογήσεις των χαρτοφυλακίων των τραπεζών, διαφάνεια και υπευθυνότητα και ταυτοχρόνως χρηματοδότηση από τα κράτη και τον ιδιωτικό τομέα ύψους 100 τρισ. δολαρίων. Ποιος ακριβώς θα συμμετάσχει σε αυτή τη χρηματοδότηση και πόσο; Κυβερνήσεις, τράπεζες, ασφαλιστικές, διαχειριστές κεφαλαίου; Και ο καθένας θα κρίνεται όχι από αυτά που λέει, αλλά από τα νούμερα που αναφέρει: τη χρηματοδότηση για τη μετάβαση, το μέγεθος των ρύπων, το επίμαχο ενεργητικό των ορυκτών καυσίμων που αποσύρει, τη μείωση των εκπομπών και το χρονοδιάγραμμα προς μηδενικούς ρύπους που θα αναπροσαρμόζεται συνεχώς. Σκληρά νούμερα για πραγματική και άκρως αναγκαία βιωσιμότητα.