Τεχνολογία-Επιστήμη
Παρασκευή, 22 Οκτωβρίου 2021 09:33

Οι μαύρες τρύπες λειτουργούν ως… ηφαίστεια στο Σύμπαν

Νέα ευρήματα δείχνουν ότι οι μαύρες τρύπες εκτοξεύουν όπως και τα ηφαίστεια στη Γη «τοξική» ύλη που ταξιδεύει σε τεράστιες αποστάσεις.

Όταν ένα ηφαίστειο ενεργοποιείται εκτοξεύει σε μεγάλες αποστάσεις μεγάλες ποσότητες υλικών που λειτουργούν τοξικά και καταστρεπτικά για τις περιοχές που τα υποδέχονται. Με δημοσίευση της στην επιθεώρηση «Nature Astronomy» ομάδα αστρονόμων αναφέρει ότι εντόπισε στοιχεία που δείχνουν ότι οι μαύρες τρύπες έχουν παρόμοια δράση στο Σύμπαν με αυτή των ηφαιστείων στη Γη.

Είναι διαπιστωμένο ένα μέρος της ύλης που απορροφούν οι μαύρες τρύπες από το διαστημικό περιβάλλον στο οποίο βρίσκονται (από άστρα, νεφελώματα, πλανήτες κ.α.) το επιστρέφουν πίσω στο Σύμπαν με τη μορφή εντυπωσιακών πιδάκων φορτισμένων σωματιδίων που κινούνται με την ταχύτητα του φωτός.

Με δημοσίευση της στην επιθεώρηση «Nature Astronomy» διεθνής ομάδα αστρονόμων αναφέρει ότι εκτός από τους πίδακες οι μαύρες τρύπες παράγουν φυσαλίδες αερίων που ταξιδεύουν σε τεράστιες αποστάσεις στο διαγαλαξιακό κενό. Σύμφωνα με τους ερευνητές όπως τα νέφη ηφαιστειακής σκόνης και αερίων «πνίγουν» και καταστρέφουν το περιβάλλον και τα οικοσυστήματα τα οποία επισκέπτονται έτσι και οι φυσαλίδες από τις μαύρες τρύπες επηρεάζουν αρνητικά το κοσμικό περιβάλλον το οποίο επισκέπτονται. Οι φυσαλίδες καθιστούν άγονες τις περιοχές από τις οποίες περνούν εμποδίζοντας έτσι την παραγωγή νέων άστρων. Οι ερευνητές εκτιμούν ότι οι φυσαλίδες αυτές ταξιδεύουν για εκατοντάδες χιλιάδες έτη φωτός και προκαλούν προβλήματα γονιμότητας σε γαλαξίες που βρίσκονται πολύ μακριά από τον γαλαξία από τον οποίο ξεκίνησαν το ταξίδι τους.

«Η έρευνα που κάναμε αποκαλύπτει το πώς οι φυσαλίδες επιταχύνονται από την μαύρη τρύπα και πως όσο περνά ο χρόνος εξαπλώνονται αλλά και μετασχηματίζονται. Μάλιστα παίρνουν σχήματα και μορφές (μανιταριού, δακτυλίων, νημάτων) παρόμοιες αυτές που παίρνει η ύλη που εκτοξεύεται μετά από πολύ ισχυρές ηφαιστειακές εκρήξεις στη Γη» αναφέρει η Μαρίσα Μπριένζα, ερευνήτρια του Τμήματος Φυσικής και Αστρονομίας του Πανεπιστημίου της Μπολόνια στην Ιταλία, που ήταν επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας.