Την ανάγκη αύξησης του κατώτατου μισθού στα 800 ευρώ για την αντιμετώπιση της ακρίβειας, την ενίσχυση μισθωτών, αλλά και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, επανέλαβε ο γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, Δημήτρης Τζανακόπουλος, μιλώντας σε ραδιοφωνικό σταθμό.
Την ανάγκη αύξησης του κατώτατου μισθού στα 800 ευρώ για την αντιμετώπιση της ακρίβειας, την ενίσχυση μισθωτών, αλλά και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, επανέλαβε ο γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, Δημήτρης Τζανακόπουλος, μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό «Real FM 97.8».
Αναφερθείς στη σχετική καμπάνια που θα κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ, υπογράμμισε ότι «πρόκειται για κορυφαία πολιτική πρωτοβουλία, καθώς η ενίσχυση του εισοδήματος των νοικοκυριών και των μισθωτών στρωμάτων θα πρέπει να βρίσκεται στην κορυφή των προτεραιοτήτων». «Βέβαια, ξέρουμε ότι αυτό δεν είναι κάτι που αποτελεί προτεραιότητα για την κυβέρνηση Μητσοτάκη», πρόσθεσε.
«Η αύξηση του κατώτατου στα 800 ευρώ είναι αναγκαία γιατί θα τονώσει την αγοραστική δύναμη των μισθωτών στρωμάτων, ενισχύοντας παράλληλα τη μικρή και τη μεσαία επιχείρηση», σημείωσε ο Δημήτρης Τζανακόπουλος, εξηγώντας ότι «αυτό θα συμβεί γιατί ενισχύεται η ενεργός ζήτηση».
«Δεν ισχύει το επιχείρημα που επικαλούνται κάποιοι ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού θα προκαλέσει έλλειμμα ανταγωνιστικότητας ή θα δημιουργήσει πίεση στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις», συνέχισε. «Το ίδιο επιχείρημα ακουγόταν και το 2019, όταν η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ προχώρησε στην αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 11% -και κατά 27% για τους νέους με την κατάργηση του υποκατώτατου», υπενθύμισε ο γραμματέας του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, λέγοντας ότι «στην πραγματικότητα αυτό που έγινε τότε ήταν ακριβώς το αντίθετο, είχαμε πιο γρήγορη αποκλιμάκωση της ανεργίας, αυξήθηκε η ενεργός ζήτηση και η ιδιωτική κατανάλωση, κάτι που οδήγησε σε ενίσχυση των ρυθμών ανάπτυξης και μείωση του κινδύνου φτώχειας».
«Και την ίδια στιγμή είχαμε και αύξηση του μέσου μισθού, διότι η αύξηση του κατώτατου συμπαρασύρει το σύνολο των μισθών προς τα πάνω», επισήμανε.
Όσον αφορά τις εξελίξεις στην πανδημία και τη χθεσινή επανεμφάνιση Τσιόδρα, τόνισε ότι «η ερώτηση Τσίπρα στη Βουλή ίσως λειτούργησε σαν ξυπνητήρι για τον κοιμώμενο κ. Μητσοτάκη».
«Η κυβέρνηση είχε επιλέξει να υποτιμήσει το ζήτημα της πανδημίας, είχε επιλέξει να θεωρήσει ότι η πανδημία περίπου έχει λήξει», ανέφερε χαρακτηριστικά. «Όμως με τις πιέσεις που δέχτηκε από την ίδια την κοινωνία και την κατάσταση στο σύστημα υγείας, αλλά και τις πολιτικές πιέσεις που άσκησε και ο ΣΥΡΙΖΑ -ειδικά μετά την ερώτηση του Αλέξη Τσίπρα στη Βουλή- η κυβέρνηση αναγκάστηκε να επαναφέρει τον κ. Τσιόδρα, τον οποίο είχε "ξεχάσει" για αρκετούς μήνες», δήλωσε.
Σημείωσε, ωστόσο, ότι «την ίδια στιγμή, η ΝΔ προχωρά σε συγχώνευση τμημάτων στα σχολεία, φτιάχνοντας τμήματα ακόμα και 28 και 30 μαθητών εν μέσω πανδημίας». «Και μάλιστα σε μια περίοδο που νοσεί το 14% των μαθητών, ενώ την ίδια περίοδο πέρσι το αντίστοιχο ποσοστό ήταν στο 7%», πρόσθεσε.
«Πέρα από το απολύτως αναγκαίο μήνυμα που πρέπει να σταλεί υπέρ του εμβολιασμού όλων, η κυβέρνηση -μπροστά στο νέο κύμα της πανδημίας- πρέπει να ενισχύσει το Εθνικό Σύστημα Υγείας, την πρωτοβάθμια περίθαλψη, πρέπει να πάρει πίσω το κόψιμο 920 εκατ. ευρώ από τις δαπάνες για τη δημόσια υγεία στον προϋπολογισμό του '22», υπογράμμισε ο Δημήτρης Τζανακόπουλος.
«Προχθές έκλεισε η εντατική μονάδα στην Έδεσσα, η οποία στην πραγματικότητα δεν μπορούσε να λειτουργήσει λόγω έλλειψης προσωπικού», τόνισε χαρακτηριστικά, λέγοντας ότι «για τον ίδιο λόγο αναμένεται να κλείσουν και άλλες ΜΕΘ σε περιφερειακά νοσοκομεία».
«Απ' ότι φαίνεται βέβαια η στρατηγική της κυβέρνησης είναι, όποτε πιέζεται, να βγάζει μπροστά τον κ. Τσιόδρα και από εκεί και πέρα να κρύβεται από πίσω του, αντί να πάρει συγκεκριμένες πολιτικές πρωτοβουλίες για τον περιορισμό της πανδημίας», σχολίασε, επισημαίνοντας ότι «βρισκόμαστε στις χειρότερες θέσεις της ΕΕ στους θανάτους ανά εκατομμύριο κατοίκων κι ενώ βρισκόμαστε στο τέταρτο κύμα, ο κ. Μητσοτάκης αρνείται όλα αυτά τα στοιχεία -τη Δευτέρα στη Βουλή μας είπε ότι όλα πάνε καλά και η κυβέρνηση κάνει ό,τι μπορεί».
Τέλος, ερωτηθείς για τις εξελίξεις στο ΚΙΝΑΛ, αρκέστηκε να πει ότι «το πλέον κρίσιμο για το Κίνημα Αλλαγής είναι να τοποθετηθεί ως συλλογικός φορέας επί της σύγκρουσης που μαίνεται αυτή τη στιγμή στο πολιτικό σκηνικό».
«Και αυτή είναι μία σύγκρουση μεταξύ ενός προοδευτικού, αριστερού σχεδίου για την ελληνική οικονομία και την κοινωνία και ενός σχεδίου σκληρού νεοφιλελευθερισμού και διαρκών μετατοπίσεων προς την ακραία Δεξιά. Το ΚΙΝΑΛ οφείλει να διαλέξει πλευρά και αυτό νομίζω είναι το κρίσιμο πολιτικό διακύβευμα», κατέληξε ο Δημήτρης Τζανακόπουλος.