Τις προτεραιότητες για την πολιτική υγείας ανέπτυξε ο τομεάρχη Υγείας του ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία, Ανδρέας Ξανθός σε συζήτηση του «Forum για τα Οικονομικά και τις Πολιτικές Υγείας» που έγινε την Κυριακή 17 Οκτωβρίου με θέμα «Πολιτικές και στρατηγικές προϋποθέσεις για την αναβάθμιση της Δημόσιας Υγείας στη μετά-covid εποχή».
Tης Ανθής Αγγελοπούλου
Τις προτεραιότητες για την πολιτική υγείας ανέπτυξε ο τομεάρχη Υγείας του ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία, Ανδρέας Ξανθός σε συζήτηση του «Forum για τα Οικονομικά και τις Πολιτικές Υγείας» που έγινε την Κυριακή 17 Οκτωβρίου με θέμα «Πολιτικές και στρατηγικές προϋποθέσεις για την αναβάθμιση της Δημόσιας Υγείας στη μετά-covid εποχή».
Όπως ανέφερε ο τομεάρχης Υγείας του ΣΥΡΙΖΑ, η εξέλιξη της πανδημίας στη χώρα είναι ιδιαίτερα ανησυχητική καθώς εδώ και μήνες η χώρα είναι στις πρώτες θέσεις της Ευρώπης στο ρυθμό αύξησης των νέων κρουσμάτων και στον αριθμό των θανάτων ανά εκατομμύριο πληθυσμού. Η συσχέτιση των αρνητικών επιδημιολογικών δεικτών της χώρας με το «βάλτωμα» του εμβολιαστικού προγράμματος και την υστέρηση των εμβολιασμών σε σχέση με το μέσο όρο της Ευρώπης, είναι προφανής.
«Η κυβερνητική αποτυχία στη συνολική διαχείριση είναι αδιαμφισβήτητη. Το ΕΣΥ μετά από 1,5 χρόνο υγειονομικής κρίσης , αντί να έχει στηριχθεί, είναι τελείως αποδιοργανωμένο, έχει «κατεβάσει ρολά» για την υπόλοιπη (πλην covid) νοσηρότητα, η τακτική λειτουργία των νοσοκομείων έχει μειωθεί κατά 35% και των ΚΥ κατά 25%, οι πολίτες ταλαιπωρούνται και επιβαρύνονται οικονομικά, το προσωπικό των νοσοκομείων είναι εξαντλημένο από την υπερπροσπάθεια, ενώ οι συνθήκες (εργασιακές-μισθολογικές-εκπαιδευτικές) στο ΕΣΥ δεν είναι πια ελκυστικές για τους νέους γιατρούς –επαγγελματίες υγείας και η τάση φυγής από το Δημόσιο σύστημα ενισχύεται συνεχώς» τόνισε.
Όπως εξήγησε, όσο διατηρείται η παγκόσμια ανισότητα στην πρόσβαση στα εμβόλια, τόσο κυκλοφορεί ο ιός ανεξέλεγκτος και τόσο «επωάζονται» μεταδοτικότερες και πιθανόν ανθεκτικότερες μεταλλάξεις όπως η «Δέλτα». Και όσο δεν «χτίζεται» παγκόσμια συλλογική ανοσία μέσω της «απελευθέρωσης της πατέντας» των εμβολίων, τόσο τα «υγειονομικά σύνορα» είναι διάτρητα και ο στόχος του «ανοσιακού φραγμού» σε εθνικό επίπεδο παύει πρακτικά να έχει νόημα.
Σύμφωνα με τον κ, Ξανθό, το μεγαλύτερο πολιτικό πρόβλημα στην κυβερνητική διαχείριση είναι η «αίσθηση προσωρινότητας» για την πανδημία και η έλλειψη σχεδίου για μια γενναία επένδυση στο ΕΣΥ και στη Δημόσια Υγεία στη χώρα. Δυστυχώς για την κοινωνία και τη χώρα, την υγειονομική κρίση διαχειρίζεται μια νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση που δεν πιστεύει στο ισχυρό ΕΣΥ, στον κομβικό ρόλο των δημόσιων δομών υγείας και στην πολιτική της καθολικής κάλυψη.
Κατά τη γνώμη του, για να ενισχυθεί έμπρακτα η Δημόσια Υγεία χρειάζεται μια πολυεπίπεδη υγειονομική στρατηγική που θα δίνει έμφαση στην πρόληψη της διασποράς, στην επιτάχυνση των εμβολιασμών και στην καλή επιδημιολογική επιτήρηση, στην έγκαιρη ανίχνευση κρουσμάτων, στην πρόβλεψη και κατάλληλη φροντίδα (νοσηλευτική-φαρμακευτική) των περιστατικών με πιθανότητα σοβαρών παρενεργειών, στη δραστική ενίσχυση και αναδιοργάνωση των κρίσιμων «κρίκων» του συστήματος (ΠΦΥ, προνοσοκομειακή φροντίδα, ΤΕΠ, κλινικές και ΜΕΘ-covid, αποθεραπεία–αποκατάσταση για το σύνδρομο long covid), και, φυσικά, στη γενναία επένδυση στο ΕΣΥ και στις υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας της χώρας, με στόχο να συνδυαστεί η ποιοτική φροντίδα των ασθενών με κορονοϊό και η κάλυψη των άλλων υγειονομικών αναγκών της κοινωνίας, αποφεύγοντας με κάθε τρόπο το «εσωτερικό lock down» των δημόσιων δομών υγείας.
Για να υλοποιηθεί ένα τέτοιο σχέδιο χρειάζεται επιστράτευση όλων των διαθέσιμων δυνάμεων του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, χωρίς εξαιρέσεις και «ασυλίες» για τα μεγάλα ιδιωτικά θεραπευτήρια.
Οι 3 προτεραιότητες για την πολιτική υγείας στη φάση αυτή κατά τον κ. Ξανθό, είναι: