«Η συζήτηση για το Προσχέδιο του Προϋπολογισμού διεξάγεται την ώρα που δύο μεγάλα προβλήματα ρίχνουν τη σκιά τους στην κοινωνία. Πρώτον, η κακή εξέλιξη της πανδημίας και η καθήλωση του εμβολιαστικού προγράμματος. Δεύτερον, το τεράστιο πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό πρόβλημα της ακρίβειας», τόνισε η Έφη Αχτσιόγλου στην ομιλία της στη Βουλή για το Προσχέδιο Προϋπολογισμού 2022.
«Η συζήτηση για το Προσχέδιο του Προϋπολογισμού διεξάγεται την ώρα που δύο μεγάλα προβλήματα ρίχνουν τη σκιά τους στην κοινωνία. Πρώτον, η κακή εξέλιξη της πανδημίας και η καθήλωση του εμβολιαστικού προγράμματος. Δεύτερον, το τεράστιο πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό πρόβλημα της ακρίβειας», τόνισε η Έφη Αχτσιόγλου στην ομιλία της στη Βουλή για το Προσχέδιο Προϋπολογισμού 2022.
«Ήδη έχει αυξηθεί το 2020 το ποσοστό των εργαζομένων που διαβιούν σε συνθήκες σοβαρής υλικής στέρησης. Ήδη το 1/3 των νοικοκυριών έχουν μεγάλη δυσκολία να καλύψουν βασικές δαπάνες διαβίωσης. Οι μισές μικρομεσαίες επιχειρήσεις δεν έχουν καθόλου ρευστότητα, έχουν σωρεύσει χρέη που η κυβέρνηση αρνείται να ρυθμίσει ριζικά και η 1 στις 3 απειλούνται με λουκέτο. Αν σε αυτό το δυστοπικό σκηνικό προστεθεί και το τσουνάμι της ακρίβειας, τότε το πρόβλημα κινδυνεύει να πάρει χαρακτηριστικά ανθρωπιστικής κρίσης. Ο μεγάλος όγκος των νοικοκυριών της χώρας να μην μπορούν να ζεστάνουν το σπίτι τους, να μην μπορούν να καλύψουν τα στοιχειώδη της διαβίωσής τους», υπογράμμισε η κ. Αχτσιόγλου.
«Η κυβέρνηση θεωρεί ότι οι θετικοί ρυθμοί ανάπτυξης για το 2021 και οι βελτιωμένες εκτιμήσεις -σε σύγκριση με τη βαθιά ύφεση του 2020-, αποτελούν απόδειξη της ορθότητας της πολιτικής της.Αυτήείναι η μεγάλη της αυταπάτη. Η αυταπάτη της υποτιθέμενης δικαίωσης, που την κάνει να αρνείται να δει την κοινωνική πραγματικότητα –ενδεχομένως και να μην την ενδιαφέρει να τη δει.Η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη εφαρμόζει μια πολιτική που στην ύφεση επιβαρύνονται εργαζόμενοι, μικρομεσαίες επιχειρήσεις, νοικοκυριά και στην ανάπτυξη συνεχίζουν να επιβαρύνονται και να αποκλείονται από τα οφέλη της. Η πολιτική αυτή αυξάνει τις ανισότητες», επισήμανεη τομεάρχης Οικονομικών της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ.
«Σε τι μεταφράζεται η ανάπτυξη της κυβέρνησης»
Αναφερόμενη στο Προσχέδιο Προϋπολογισμού σημείωσε, μεταξύ άλλων, ότι «για την πλειονότητα των πολιτών η ανάπτυξη του 4,5% που εκτιμά η κυβέρνηση για το 2022 μεταφράζεται σε:
- Μεγάλη και απότομη δημοσιονομική προσαρμογή 11 δισ. ευρώ που θα επιβαρύνει πολίτες και νοικοκυριά.
- Περικοπή υγειονομικών δαπανών κατά 900 εκατ. ευρώ.
- Απόσυρση των περισσότερων μέτρων στήριξης, αφαίρεση 12,5 δισ. ευρώ από την πραγματική οικονομία.
- Υποβάθμιση του προβλήματος της ακρίβειας, χωρίς μέτρα ουσιαστικής αντιμετώπισής του. Μάλιστα, η ΝΔ απέρριψε την τροπολογία του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. για μείωση των ειδικών φόρων κατανάλωσης καυσίμων που θα πρόσφερε ουσιαστική ελάφρυνση σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
- Εξαπάτηση σε σχέση με την προεκλογική υπόσχεση της ΝΔ για αύξηση του κατώτατου μισθού διπλάσια της ανάπτυξης. Ο κατώτατος μισθός μένει καθηλωμένος.
- Μείωση του πραγματικού εισοδήματος των εργαζομένων. Η κυβέρνηση εκτιμά αύξηση 1,1% του μέσουονομαστικού μισθού το 2022, ενώ ήδη ο πληθωρισμόςξεπερνάτο 2%.
- Αύξηση εσόδων από φόρους κατά 4,1 δις. (αύξηση 9%). Τελικά με τη ΝΔ διπλάσια της ανάπτυξης είναι η αύξηση των εσόδων από φόρους και όχι του κατώτατου μισθού.
- Αντιμετώπιση των ανατιμήσεων ως ευκαιρία για αύξηση φορολογικών εσόδων από έμμεσους φόρους».
Κλείνοντας την ομιλία της η κ. Αχτσιόγλου υπογράμμισε ότι «στο εξής οι κρίσεις θα πυκνώνουν. Για τον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. αλλά και για τις προοδευτικές δυνάμεις στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ αυτό αποτελεί σήμα για δυναμικότερη κρατική παρέμβαση: ισχυρότερο κοινωνικό κράτος, ενίσχυση της Υγείας και της Παιδεία, επένδυση στις υποδομές και την εργασία, στήριξη της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας. Για την κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη αποτελεί σήμα για επιτάχυνση μιας πολιτικής κοινωνικών αποκλεισμών, εύνοιας των ελαχίστων και εμπέδωσης μιας οικονομίας χαμηλών μισθών. Αυτή είναι η μεγάλη εικόνα, η πολιτική ουσία και αυτού του Προϋπολογισμού. Αυτή είναι η στρατηγική σύγκρουση στην οποία σιγά σιγά η κοινωνία παίρνει θέση»