Έχει χαρακτηριστεί ένας από τους πιο αμφιλεγόμενους άνδρες του Χόλυγουντ. Ένας βετεράνος του στρατού αλλά και της σόουμπιζ, με πολυετή πείρα στο χώρο του, έχει ψηφιστεί ως ένας από τους μεγαλύτερους σκηνοθέτες όλων των εποχών, διαθέτει 3 ‘Οσκαρ, πολλά βραβεία, μετάλλια και ένα αστέρι στη «Λεωφόρο της Δόξας».
Έχει χαρακτηριστεί ένας από τους πιο αμφιλεγόμενους άνδρες του Χόλυγουντ. Ένας βετεράνος του στρατού αλλά και της σόουμπιζ, με πολυετή πείρα στο χώρο του, έχει ψηφιστεί ως ένας από τους μεγαλύτερους σκηνοθέτες όλων των εποχών, διαθέτει 3 ‘Οσκαρ, πολλά βραβεία, μετάλλια και ένα αστέρι στη «Λεωφόρο της Δόξας».
Όλα τα φώτα πάνω στον διάσημο σεναριογράφο, σκηνοθέτη και παραγωγό… Όλιβερ Στόουν.
Ταλαντούχος, εριστικός, ανατρεπτικός και πολλές φορές προκλητικός, ο Στόουν, σε μια προσπάθεια να αποτυπώσει τα απομνημονέυματά του, «Chasing the Light» (αναζητώντας το φώς), που κυκλοφόρησαν πέρσι, κάνει μια αναδρομή στα περίπλοκα παιδικά του χρόνια στη Νέα Υόρκη. Μιλά για την απόφασή του να προσφερθεί εθελοντικά να πολεμήσει στο Βιετνάμ, αλλά και για τον αγώνα του να ξεπεράσει τον εθισμό στα ναρκωτικά.
Η ιστορία της ζωής του, αποτελεί για πολλούς την εξήγηση πίσω από τις μεγάλες «μάχες», που έδωσαν οι ήρωες ή οι αντι-ήρωες του «Πλατούν», του «Γεννημένος την 4η Ιουλίου», του «Ουρανός και Γη», του «Εξπρές του Μεσονυχτίου» ή του «Σημαδεμένου», ενώ όπως έχει πει ο ίδιος επανειλημμένα, «οι ταινίες του είναι δράματα για ανθρώπους που δίνουν τις προσωπικές τους μάχες».
Γεννημένος το 1946 στο «Big Apple», γιος ενός πάμπλουτου Εβραίου χρηματιστή της Γουόλ Στρίτ, με εξέχουσα θέση στην κοινωνία, σπούδασε διακεκομμένα στο Γέιλ, αφού στο μεσοδιάστημα, περιπλανήθηκε στο Νότιο Βιετνάμ και στο Μεξικό.
Το 1967, έλαβε την απόφαση να καταταγεί εθελοντικά στον στρατό και υπηρέτησε τη θητεία του ως πεζικάριος, κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής εμπλοκής των Αμερικανών στο Βιετνάμ, όπου και απέσπασε σημαντικά μετάλλια, αφού ακόμη και τραυματισμένος, πολέμησε με αξιοθαύμαστο θάρρος.
Μετά την επιστροφή του από το Βιετνάμ, σπούδασε στην κινηματογραφική σχολή της Νέας Υόρκης, ενώ λίγο αργότερα ξεκίνησε να αποτυπώνει αυτή την πολεμική εμπειρία στις ταινίες του.
Ο αντι- Αμερικανός
Ωστόσο, οι πολιτικές του πεποιθήσεις, φαίνεται να επηρεάστηκαν από αυτή τη τραυματική εμπειρία του πολέμου, καθώς εμφανίζεται πια από τους πιο θερμούς αντι-υποστηρικτές αυτού, αλλά και των αμερικανικών κυβερνήσεων.
Στον πόλεμο, παρατήρησε ότι ο κόσμος δεν είναι ηθικά και σίγουρα όχι «αγγελικά» πλασμένος, ενώ η «γυάλινη φούσκα» που βρίσκονταν ως παιδί στο πλούσιο ρεπουμπλικανικό σπιτικό του, θρυμματίστηκε ανεπανόρθωτα μπροστά στις φρικαλεότητες που βίωσε στο πεδίο της μάχης.
Όντας σήμερα ένας βαθιά πολιτικοποιημένος άνθρωπος, τα τελευταία χρόνια ασχολείται με τηλεοπτικά ντοκιμαντέρ, παρεμβαίνοντας με κάθε τρόπο στα πολιτικά και κοινωνικά δρώμενα, ενώ εναντιώνεται σφόδρα στην αμερικάνικη πολιτική και τα στερεότυπα που κυριαρχούν στον μέσο Αμερικανό.
Χωρίς να έχει αποκρύψει τις αριστερές πολιτικές του πεποιθήσεις, όταν καταπιάνεται με την πολιτική σκηνή των ΗΠΑ, αλλά και τη διεθνή κατάσταση, οι παρατηρήσεις του γίνονται πρωτοσέλιδο, ενώ έχει κατηγορηθεί και για προβοκατόρικες ιδέες ή ότι διαδίδει θεωρίες συνωμοσίας με στόχο τον αποπροσανατολισμό της κοινής γνώμης.
Σε πρόσφατη συνέντευξή του στο προσκείμενο στην αριστερά περιοδικό «CounterPunch», ο Στόουν προμοτάρει τα απομνημονεύματά του, ενώ παράλληλα επιχειρεί να απαντήσει στους επικριτές του, με αυτή την αφοπλιστική ειλικρίνεια που τον διακρίνει.
Όλα ξεκίνησαν από ένα «μεγάλο σχολείο» ονόματι Μάρτιν Σκορτσέζε, τον οποίο είχε την τύχη να έχει δάσκαλο στην κινηματογραφική σχολή της Νέας Υόρκης. Ο Σκορτσέζε, όπως τον θυμάται ο Στόουν, ήταν τότε ένας πολύ προσγειωμένος άνθρωπος, με χιούμορ και ευφυΐα.
Όταν του παρουσίασε την πρώτη του δουλειά ως φοιτητής, μια ασπρόμαυρη ταινία μικρού μήκους που εξιστορούσε γεγονότα του πολέμου, όπως ο ίδιος τα έζησε, ο Σκορτσέζε δήλωσε, ούτε λίγο ούτε πολύ, ότι όποιος μπορεί να αποτυπώσει τόσο ρεαλιστικά αυτά που έχει βιώσει, έχει ουσιαστικά πάρει το δίπλωμά του στη σκηνοθεσία.
Αυτό είναι το δια βίου μάθημα που πήρε ο Στόουν και που τον ακολουθεί σε όλα τα βήματα της καριέρας του.
Τα 3 μεγάλα ψέματα του «Νάμ»
Σε ερώτηση του δημοσιογράφου σχετικά με την ορολογία του πολέμου, που χρησιμοποιεί ευρύτατα στις ταινίες του, αλλά και τα βιώματά του στον πόλεμο του Βιετνάμ, τα οποία οδήγησαν σε αυτή την τριλογία συγκλονιστικών πολεμικών ταινιών, ο Στόουν αναφέρει ότι «Όλοι προσπαθούσαμε να μείνουμε ζωντανοί και όλοι μετρούσαν τις μέρες μέχρι να φύγουν».
Όπως σημειώνει, οι ταινίες μιλούν για τα τρία μεγαλύτερα ψέματα του Βιετνάμ, που τα έμαθε σταδιακά, κατά την παραμονή του εκεί, αλλά που ποτέ δεν παραδέχτηκε η Αμερική.
Οι στρατιώτες δεν τραυματίζονταν πάντα από τον εχθρό. Πολλοί τραυματίζονταν από «φιλικά πυρά», δηλαδή δυνάμεις των ΗΠΑ, καθώς στη «ζούγκλα» του ασύμμετρου πολέμου, οι ηλίθιοι άνθρωποι, όπως τους χαρακτηρίζει, πυροβολούν χωρίς να σκέφτονται. «Το πρόβλημα στον πόλεμο είναι ότι όταν τα αμερικανικά στρατεύματα δέχονται πυρά, είτε πρόκειται για το Αφγανιστάν είτε για το Βιετνάμ, απλώς ανοίγουν πυρ. Απλώς τρελαίνονται!», επισημαίνει ο Στόουν. «Η ιδέα πως έτσι θα τρομάξεις τον εχθρό και θα τον εμποδίσεις να προχωρήσει, είναι απλά γελοία και σκοτώνει πολλούς ανθρώπους», συμπληρώνει.
Σύμφωνα με τον Στόουν, το δεύτερο ψέμα που δεν παραδέχεται η Αμερική, είναι οι θάνατοι πολλών πολιτών. «Αν κοιτάξετε τα στοιχεία των θυμάτων στο Αφγανιστάν, είμαι σίγουρος ότι θα ανακαλύψετε πολλά περισσότερα από όσα γνωρίζετε για τις βόμβες των ΗΠΑ που σκότωσαν Αφγανούς», υποστηρίζει.
Το τρίτο μεγαλύτερο ψέμα από όλα, συνεχίζει ο Στόουν, είναι ότι «όλη την ώρα, μας έλεγαν ότι κερδίζουμε τον πόλεμο, ενώ η αμερικανική στρατηγική ήταν ολοφάνερα απογοητευτική». «Κερδίζουμε; Κοιτάξτε τον αριθμό των νεκρών», δηλώνει σκωπτικά, τονίζοντας παράλληλα ότι οι αριθμοί εμφανίζονταν φουσκωμένοι επειδή περιελάμβαναν και απλούς πολίτες.
Ταυτόχρονα ο Στόουν δε θεωρεί ότι το πρόβλημα είναι πολιτικό, αλλά στρατιωτικό. «Οι σκληροπυρηνικοί στρατιωτικοί πάντα θα λένε ότι η πολιτική είναι αυτή που τερματίζει τον πόλεμο. Και θα πουν το ίδιο και για το Αφγανιστάν. Αλλά δεν είναι έτσι. Αυτό που φταίει είναι η απελπιστική κατάσταση των στρατιωτικών δυνάμεων, που δεν μπαίνει ποτέ σε διαδικασία εξυγίανσης.
Μπερδεμένος, παρανοϊκός και αλλοτριωμένος
Δε χρειάζεται να μιλήσουμε για τις καταστροφικές συνέπειες του πολέμου στο σώμα, αλλά πολύ περισσότερο σε ψυχή, καθώς τα σωματικά τραύματα, κάποια στιγμή επουλώνονται, τα ψυχικά όμως, ποτέ!
Αξίζει να σημειωθεί ότι μετά τον πόλεμο του Βιετνάμ, η Αμερικανική Υπηρεσία Υποθέσεων Βετεράνων, έδειξε ένα σκληρό πρόσωπο, καθώς χορηγούσε αποζημίωση σε στρατιώτες που διαγνώστηκαν με «σύνδρομο αγχώδους αντίδρασης», εάν όμως η κατάσταση τους βελτιώνονταν μέσα σε 6 μήνες. Διαφορετικά θεωρούνταν προϋπάρχουσα νόσος. Πόσα ερωτηματικά εγείρει αυτό και μόνο το γεγονός για τον χειρισμό της όλης κατάστασης από πλευράς ΗΠΑ;
«Πολλοί βετεράνοι δεν μιλούν γι 'αυτό και το κουβαλούν μέσα τους», λέει ο Στόουν. «Δεν είμαι τόσο σίγουρος ότι αυτό είναι υγιές. Νομίζω ότι κάνοντας αυτές τις τρεις ταινίες μπόρεσα να ξορκίσω αρκετά πράγματα που κρατούσα μέσα μου», προσθέτει.
Από την κατάθλιψη στην επιτυχία
Ωστόσο, ο Στόουν πήγε στον πόλεμο κουβαλώντας και ένα ακόμη τραυματικό γεγονός στην ψυχή του, τον χωρισμό των γονιών του, όταν εκείνος ήταν 15 ετών. «Ήμουν ένα μοναχοπαίδι στην τέλεια οικογένεια. Υπήρχε όμως μεγάλη ένταση μεταξύ των δύο, που δεν είχα καταλάβει. Αυτό ήταν ένα σοκ για μένα, αλλά και ένα είδος ενηλικίωσης. Το οικοδόμημα, κατέρρευσε και ο καθένας πήρε το δρόμο του. Όμως πάλεψα με τον Ρεπουμπλικάνο πατέρα μου μετά το Βιετνάμ, γιατί υποστήριζε τον πόλεμο», τονίζει ο Στόουν, σημειώνοντας ακόμη ότι στα 19 του χρόνια έγραψε ένα μυθιστόρημα για να εκφράσει τον πόνο και τη μοναξιά, το διαζύγιο και την απομόνωση.
Ο μεγάλος σκηνοθέτης αναφέρει ότι στα 30 είχε κατάθλιψη, ενώ η ζωή του είχε βαλτώσει σε μια πρωτοφανή στασιμότητα. Όμως τελικά τα κατάφερε. «Έγραψα την ιστορία μου σε χαρτί για να δείξω στους νεότερους πώς είναι να μεγαλώνεις εκείνη την περίοδο και πώς τελικά πέτυχα το όνειρό μου να γίνω κινηματογραφιστής, κάτω από αντίξοες συνθήκες και πολλές απορρίψεις της δουλειάς μου, συμπεριλαμβανομένου του «Πλατούν», λέει.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η επιμονή αποτελεί σημαντικό παράγοντα για την επιτυχία, ενώ σημειώνει ότι η δική του επιτυχία βασίζεται στην αναζήτηση της αλήθειας και των πραγματικών γεγονότων, τα οποία μεταφέρει με παρρησία στις δουλειές του, υποκινούμενος από τον θυμό, που, όπως λέει, θα βρίσκεται βαθιά ριζωμένος στην ψυχή του.
Βρώμικη ιστορία ο πόλεμος της Κεντρικής Αμερικής
Όσον αφορά την πολυσυζητημένη ταινία του «Σαλβαδόρ» το 1986, ο Στόουν υπογραμμίζει ότι ο πόλεμος της Κεντρικής Αμερικής ήταν μια «βρώμικη και σκοτεινή ιστορία», ενώ αναφέρει ως αδικία την «Υπόθεση Νικαράγουα» στα τέλη του 1970, όπου η αμερικανική κυβέρνηση διατήρησε μια ανεξήγητα επιθετική στάση απέναντι στη χώρα- με την ίδρυση των Σαντινίστας- διότι τη θεωρούσε κομμουνιστική.
«Στην πραγματικότητα, αφορούσε την προσπάθεια αυτής της χώρας να καταπολεμήσει τη φτώχεια και να πετύχει μια καλύτερη ζωή για τους πολίτες της. Αλλά αυτό δεν το είδε ο αμερικανικός λαός. Υποστηρίζαμε τους δικτάτορες σε αυτές τις περιοχές από τότε», αναφέρει ο Στόουν.
Ερωτηθείς για το εάν είναι εύκολο να γνωρίζει κάνεις το βαθμό εμπλοκής της αμερικανικής κυβέρνησης στον εμφύλιο του Ελ Σάλβαδορ, ειδικά σχετικά με τις «ομάδες θανάτου», ο Στόουν απάντησε αφοπλιστικά ότι «υποστηρίζουμε πάντα τις ομάδες θανάτου. Και στο Βιετνάμ σίγουρα υπήρχαν. Αμερικανοί έκαναν έναν ακόμη μυστικό και βρώμικο πόλεμο, ενώ σκότωναν αθώους ανθρώπους. Και το ίδιο συνέβη και στο Αφγανιστάν». Επιπλέον, αναφέρει ότι «διμοιρίες θανάτου» υπήρχαν και στη Βραζιλία στη δεκαετία του '60, και φυσικά στη Χιλή το '73.
Σε αυτό το σημείο, ο δημοσιογράφος υπενθυμίζει στον Στόουν ότι κατά το πραξικόπημα του Πινοσέτ της 11ης Νοεμβρίου στη Χιλή, Νίξον και CIA, ανέτρεψαν την σοσιαλιστική κυβέρνηση Αλιέντε, ο οποίος υπερασπίστηκε με τη ζωή του την εξουσία που του είχε δώσει ο Χιλιανός λαός, ενώ αναφέρει χαρακτηριστικά ότι όταν έπεσαν οι δίδυμοι πύργοι το 2001, πίστεψε ότι στην πραγματικότητα, εκδικούνται οι Χιλιανοί.
Σπατάλη χρημάτων ο πόλεμος
Στη συνέχεια της συνέντευξης, ο Στόουν μιλά για το κόστος της αμερικανικής εμπλοκής σε όλες αυτές τις χώρες, με τον δημοσιογράφο να αναφέρει ειρωνικά ότι οι ΗΠΑ σπαταλάνε τα χρήματα του λαού σε στρατιωτικές επιχειρήσεις, ενώ το σκέφτονται πολύ, όταν πρόκειται να χτίσουν ένα νοσοκομείο.
«Μετά από όλες τις αποτυχίες που έχουμε βιώσει ξανά και ξανά από το Βιετνάμ στο Ιράκ και φυσικά στο Αφγανιστάν και τη Συρία, δεν έχει κανένα νόημα αυτό που κάνουμε. Ξοδεύουμε άσκοπα χρήματα σε στρατιωτικές επιχειρήσεις και δημιουργούμε καταστροφή. Φέρνουμε την καταστροφή και την αποκαλούμε ειρήνη», συμπληρώνει ο Στόουν.
«Το μυστήριο JFK»
Αναφερθείς στη δουλειά του σχετικά με τη δολοφονία του JFK και το μεγάλο μυστήριο πίσω από αυτήν, ο Στόουν τονίζει ότι διεξάγει μια μεγάλη έρευνα που περιλαμβάνει μαρτυρίες ανθρώπων της εποχής, αλλά και χιλιάδες έγγραφα, με την CIA να προβάλει σθεναρά αντίσταση στην έρευνα.
«Το μεγάλο ερώτημα είναι γιατί σκοτώθηκε ο Κένεντι;», ερωτά αποφασισμένος να λύσει το μυστήριο γύρω από τη δολοφονία, με ένα νέο ντοκιμαντέρ, που θα συζητηθεί.
«Σωτήρια» η πυρηνική Ενέργεια
Φτάνοντας προς το τέλος της συνέντευξης, ο Στόουν αναφέρει ότι πρόσφατα προέβαλε ένα ντοκιμαντέρ για την πυρηνική ενέργεια, η οποία όπως υποστηρίζει, θα μας απαλλάξει από το διοξείδιο του άνθρακα, που οδηγεί στην υπερθέρμανση του πλανήτη. «Καλές οι ανεμογεννήτριες και ο ήλιος, αλλά δεν θα τα καταφέρουμε χωρίς την πυρηνική ενέργεια», υπογραμμίζει χαρακτηριστικά.
Πόλεμος ή Ειρήνη;
Εάν θα έπρεπε να κρατήσουμε δύο πράγματα από τη συγκεκριμένη συνέντευξη του Στόουν, αυτά θα ήταν το γεγονός ότι η επιτυχία χρειάζεται δουλειά και επιμονή και ότι οι συνέπειες του πολέμου, από όπου και αν προέρχονται, για όποιο λόγο, από οποιαδήποτε χώρα ή όποιους ανθρώπους, είναι πάντα μα πάντα καταστροφικές. Στην οικονομία, στο σώμα, στη ψυχή, στις συνειδήσεις των λαών.
Οι άπληστες και πολεμοχαρείς κυβερνήσεις, δεν ευνοήθηκαν τελικά σε βάθος χρόνου και κατά τον Στόουν, ο πόλεμος είναι μια «ανοησία»….
Ο Ηράκλειτος είχε πει «Στην ειρήνη, οι γιοι θάβουν του πατεράδες. Στον πόλεμο οι πατεράδες θάβουν τους γιους». Εμείς τι διαλέγουμε;
Μαρία Βε