«Αντάρα» την είπαν οι αναλυτές. Και όπως φαίνεται, έχουν δίκαιο. Ο δείκτης Εμπορευμάτων του Dow Jones ενισχύθηκε 70% από τις αρχές του έτους έως τον Ιούνιο, όμως το ράλι άρχισε έκτοτε να ξεθυμαίνει. Ορισμένες πρώτες ύλες, όπως το λίθιο, συνεχίζουν την ανιούσα. Άλλα πάλι «καυτά» εμπορεύματα βρίσκονται σε αντίστροφη πορεία, όπως το σιδηρομετάλλευμα που έχει βουλιάξει 45% από τα υψηλά των μέσων Ιουλίου, όπως η ξυλεία, που έχει απολέσει 63% της αξίας της από τις αρχές Μαΐου. Τα πράγματα συνήθως είναι πολύ πιο απλά, γράφει η Έφη Τριήρη.
Από την έντυπη έκδοση
Της Έφης Τριήρη
[email protected]
«Αντάρα» την είπαν οι αναλυτές. Και όπως φαίνεται, έχουν δίκαιο. Ο δείκτης Εμπορευμάτων του Dow Jones ενισχύθηκε 70% από τις αρχές του έτους έως τον Ιούνιο, όμως το ράλι άρχισε έκτοτε να ξεθυμαίνει. Ορισμένες πρώτες ύλες, όπως το λίθιο, συνεχίζουν την ανιούσα. Άλλα πάλι «καυτά» εμπορεύματα βρίσκονται σε αντίστροφη πορεία, όπως το σιδηρομετάλλευμα που έχει βουλιάξει 45% από τα υψηλά των μέσων Ιουλίου, όπως η ξυλεία, που έχει απολέσει 63% της αξίας της από τις αρχές Μαΐου. Τα πράγματα συνήθως είναι πολύ πιο απλά. Τη δεκαετία του 2000, η εκρηκτική άνοδος της Κίνας πυροδότησε έναν «σουπερκύκλο» εμπορευμάτων, μία παρατεταμένη περίοδο υψηλών τιμών. Όταν ο ρυθμός ανάπτυξης της Κίνας επιβραδύνθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 2010, ο «κύκλος» έκλεισε. Η διαφορά είναι ότι σήμερα δεν υπάρχει ένας παράγοντας που να καθοδηγεί την άνοδο των τιμών, με προσφορά και ζήτηση να πλήττονται από μία σειρά κρίσεων βραχυπρόθεσμου ορίζοντα που συνδέονται με απρόβλεπτο τρόπο, δημιουργώντας μία αίσθηση χάους.
Τρία πράγματα ευθύνονται για αυτό. Πρώτον, ο ευμετάβλητος χαρακτήρας της οικονομικής ανάκαμψης. Η Κίνα ανέκαμψε δυναμικά στις αρχές του έτους, για να «φρενάρει» απότομα τους τελευταίους μήνες. Οι ΗΠΑ βρίσκονται σε πλήρη δυναμική, η Ευρώπη υπολείπεται και πολλές αναδυόμενες έχουν μείνει ακόμη πιο πίσω. Όλο αυτό δημιουργεί μία ξαφνική ζήτηση για πρώτες ύλες, την ώρα όμως που παραγωγοί και μεταφορές δεν μπορούν να λειτουργήσουν στο έπακρο λόγω των μεταλλάξεων του κορονοϊού. Αντιπροσωπευτικό παράδειγμα, η τιμή του χαλκού ανέβηκε στα ύψη λόγω της ζήτησης αλλά και επειδή κάποια μεταλλεία στη Λατινική Αμερική έκλεισαν λόγω πανδημίας.
Δεύτερον, οι κυβερνήσεις επιταχύνουν την πράσινη μετάβαση, γεγονός που δημιουργεί ζήτηση για ξυλεία και μέταλλα που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή αιολικών και ηλιακών πάρκων, καθώς και για φυσικό αέριο. Όμως, είναι και οι φυσικές καταστροφές ως απόρροια της κλιματικής αλλαγής που ώθησαν τις τιμές καφέ, και όχι μόνο, σε άνοδο 22% από τις αρχές Ιουλίου.
Τρίτον, η γεωπολιτική περιπλέκει την κατάσταση. Η Αυστραλία, μεταλλευτικός και αγροτικός «γίγαντας», έκανε συμμαχία με τις ΗΠΑ για να αναχαιτίσει την Κίνα, τον βασικό της πελάτη, αφού το Πεκίνο επέβαλε εμπάργκο σε εξαγωγές της. Η Ρωσία κατηγορείται για μείωση της προσφοράς φυσικού αερίου στην Ευρώπη για να στηρίξει τον αγωγό της.
Όλα μαζί με αβεβαιότητα, σε ένα εκρηκτικό σκηνικό. Κάποιοι αναλυτές βλέπουν το χάος να συνεχίζεται έως το 2025. Και το ερώτημα που τίθεται είναι θα τελειώσει εκεί; Γιατί, όπως φωνάζουν ειδικοί, μπαίνουμε σε φάση κλιματικών αλλαγών αλλά και πανδημιών, που σημαίνει ότι οι οικονομικοί «κύκλοι» θα παρεκκλίνουν των συνηθισμένων μοτίβων. Αυτό θέλει άλλη αντιμετώπιση, με άλλες πολιτικές γιατί τα χρονικά περιθώρια στενεύουν τόσο για τις οικονομίες όσο και για τους καταναλωτές.