Θύελλα αντιδράσεων είχαν προκαλέσει το 2019 οι δηλώσεις του προέδρου της Βραζιλίας Ζαΐρ Μπολσονάρου, όταν σε συνέντευξή του, εμφανίστηκε υπέρμαχος της παιδικής εργασίας, προβάλλοντας μάλιστα ως παράδειγμα τον εαυτό του για να υπερασπιστεί τη συγκεκριμένη θέση του.
Θύελλα αντιδράσεων είχαν προκαλέσει το 2019 οι δηλώσεις του προέδρου της Βραζιλίας Ζαΐρ Μπολσονάρου, όταν σε συνέντευξή του, εμφανίστηκε υπέρμαχος της παιδικής εργασίας, προβάλλοντας μάλιστα ως παράδειγμα τον εαυτό του για να υπερασπιστεί τη συγκεκριμένη θέση του.
«Εργάσθηκα από την ηλικία των 8 ετών, αυτό δεν με έβλαψε καθόλου και σήμερα είμαι αυτός που είμαι», είχε αναφέρει χαρακτηριστικά. «Η αριστερά μού επιτίθεται επειδή υπερασπίζομαι την κουλτούρα της εργασίας για τα παιδιά μας από την πιο μικρή ηλικία. Αν είχα υπερασπιστεί την πρώιμη σεξουαλικότητα ή τη χρήση ναρκωτικών, οι οπαδοί της αριστεράς θα με επικροτούσαν. Αυτή είναι η αλήθεια!», είχε γράψει στο Twitter.
Ωστόσο, η βραζιλιάνικη νομοθεσία απαγορεύει την εργασία στους κάτω των 16 ετών, εκτός από τους μαθητευόμενους, οι οποίοι μπορούν να αρχίζουν στα 14 τους.
Με παρέμβασή της τότε, η υπουργός για θέματα Γυναικών και για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, Νταμάρες Άλβες, είχε επιχείρησε να βάλει ένα τέλος στο «παραλήρημα» Μπολσονάρου, λέγοντας πως «Κοιτάξτε, η γενιά μας εργάσθηκε νωρίς, εγώ εργάσθηκα πολύ νωρίς, οι γονείς μας εργάσθηκαν πολύ νωρίς, όμως αυτό δεν σημαίνει πως θα αποποινικοποιήσουμε την παιδική εργασία. Είμαστε βέβαιοι πως η εργασία των παιδιών είναι παραβίαση δικαιωμάτων, πως δεν μπορεί να επιτραπεί».
Αξίζει να σημειωθεί ότι παρόλο που οι δηλώσεις Μπολσονάρου, δεν απέκτησαν πολλούς υποστηρικτές, σύμφωνα με τα δεδομένα του Εθνικού Ινστιτούτου Στατιστικών (IBGE), στη Βραζιλία εργάζονται σχεδόν 2,5 εκατομμύρια ανήλικοι ηλικίας από 5 έως 17 ετών.
«Επιδημία» αυταρχικών κυβερνήσεων
Το πρόβλημα όμως δεν εντοπίζεται μόνο εντός Βραζιλίας, που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μια χώρα με ένα έντονο χάσμα ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις και άνιση κατανομή πλούτου, που πολλές φορές οδηγεί σε ακραίες ενέργειες.
Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας το περασμένο φθινόπωρο, η παιδική εργασία βρίσκεται σε ανοδική πορεία παγκοσμίως και η αύξηση αυτή ξεκίνησε πολύ πριν η πανδημία covid-19 επιδεινώσει την κατάσταση.
Λίγο πριν ο Μπολσονάρου προβεί σε αυτές τις δυσάρεστες και ακραίες δηλώσεις, περισσότερες από δώδεκα οργανώσεις κατά της παιδικής εργασίας από την Κεντρική και τη Νότια Αμερική, είχαν συγκεντρωθεί στην Κόστα Ρίκα για να συζητήσουν το πρόβλημα και να κάνουν σχέδια για το 2021, το έτος που έχει οριστεί από τον ΟΗΕ για την εξάλειψη της παιδικής εργασίας.
Εντούτοις, η άνοδος αυταρχικών κυβερνήσεων στη Λατινική και Κεντρική Αμερική απείλησε χρόνια προόδου, με τους ακτιβιστές να δηλώνουν κατηγορηματικά ότι δεν είναι εύκολο υπό αυτό το καθεστώς να κινηθούν σε θετική κατεύθυνση, με μόνη εξαίρεση την Κόστα Ρίκα, που η κυβέρνησή της φιλοδόξει να είναι η πρώτη χώρα στον κόσμο, που θα εξαλείψει την παιδική εργασία.
Αυτή η τάση, ωστόσο, δεν περιορίζεται στην Αμερική. Η άνοδος ακροδεξιών κυβερνήσεων, «επιτίθενται» σε βασικές πολιτικές ελευθερίες, με την παιδική εργασία να βρίσκεται στην ατζέντα των ηγετών, μαζί με τις υπόλοιπες παραβιάσεις ανθρωπίνων και εργασιακών δικαιωμάτων.
Παγκόσμια κινητοποίηση
Την ίδια ώρα, ο ΟΗΕ και η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας (ILO), σχεδιάζουν να προσφέρουν στις δημοκρατικές χώρες την ευκαιρία να απαλλαγούν από αυταρχικούς και δικτάτορες.
Η πρώτη εκστρατεία, που προωθήθηκε από τη Διεθνή Συνδικαλιστική Συνομοσπονδία (ITUC), τη συνδικαλιστική οργάνωση που εκπροσωπεί 200 εκατομμύρια εργαζόμενους παγκοσμίως, είναι το «Παγκόσμιο Ταμείο Κοινωνικής Προστασίας».
Πρόκειται για μια προσπάθεια να βοηθηθούν οι φτωχότερες χώρες, ώστε να προστατευτούν οι περιθωριοποιημένοι εργαζόμενοι, αλλά και να παγιωθεί από τις κυβερνήσεις ένα δίκτυ ασφαλείας στο θέμα της κοινωνικής πολιτικής.
«Πολλές κυβερνήσεις πρέπει επιτέλους να αναγνωρίσουν τον επείγοντα χαρακτήρα της κοινωνικής προστασίας, συμπεριλαμβανομένης της προστασίας από την ανεργία για άτομα που έχουν χάσει τα προς το ζην, τα επιδόματα ασθενείας και την πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη», σημειώνει ο Σάραν Μπάροου, γενικός γραμματέας του ITUC.
Η δεύτερη εκστρατεία, υποστηριζόμενη από ομάδες παιδικής εργασίας σε όλο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης της «Global March» για τα δικαιώματα των παιδιών, αφορά μια έκκληση για ένα «δίκαιο περιβάλλον» και διατάξεις που θα περιελάμβαναν προϋπολογισμό που θα παρείχε καθολική και ποιοτική εκπαίδευση για όλα τα παιδιά.
Με την παιδική εργασία να βρίσκεται ξανά σε άνοδο και την πανδημία να πλήττει εκατοντάδες εκατομμύρια εργαζομένους και τις οικογένειές τους, η υιοθέτηση αυτών των πολιτικών θεωρείται άμεση, κρίσιμη και αναγκαία.
Η πρόκληση της G20
Πέρα από τον ΟΗΕ και τη ILO, η G20, θέτει ακόμα μια πρόκληση για την αντιμετώπιση αυτού του ζητήματος.
Αν και οι φτωχότερες χώρες δοκιμάζονται περισσότερο, το ζήτημα δεν αφορά ανταγωνισμό μεταξύ πλούσιων και φτωχών χωρών, αλλά πρόκειται για τις θεμελιώδεις αξίες της φιλελεύθερης δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων απέναντι σε ολοκληρωτικά καθεστώτα.
Στην Αμερική, το υπουργείο Εργασίας των ΗΠΑ, έχει δεσμευτεί να υποστηρίξει τις οργανώσεις που μάχονται να καταπολεμήσουν την παιδική εργασία. Με τη νέα κυβέρνηση Μπάιντεν να τοποθετεί στην κυβέρνηση πολλές προοδευτικές απόψεις για τα εργασιακά και ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά και μετά από την κριτική που έχει ασκήσει ο ίδιος σε άλλες χώρες για τον τρόπο αντιμετώπισης, θα έχει ενδιαφέρον να δούμε με ποιον τρόπο οι Ηνωμένες Πολιτείες, θα χειριστούν τελικά αυτά τα ευαίσθητα ζητήματα.
Παράλληλα, η Νότια Αφρική, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γερμανία και η Γαλλία είναι μερικές από τις δημοκρατίες που πιθανότατα να μην αντιμετωπίζουν σοβαρό πρόβλημα. Όμως, η G20 συμπεριλαμβάνει και τη Βραζιλία, την Κίνα, τη Ρωσία, τη Σαουδική Αραβία και την Τουρκία, με τον σχετικό πλούτο τους, να μην σχετίζεται σε καμία περίπτωση με τα καταπιεστικά καθεστώτα τους.
Θα προχωρήσουν άραγε οι δημοκρατίες σε προοδευτικές και εναλλακτικές πρακτικές ή θα «λυγίσουν από φόβο» μπροστά στους αυταρχικούς; Οψόμεθα…
Μαρία Βε