Η δημόσια διάσταση της κρίσης που ξέσπασε μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και του Αρχιεπισκόπου Αμερικής αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας διένεξης από την οποία βγήκαν όλοι χαμένοι, γράφει ο Μιχάλης Χατζηκωνσταντίνου.
Από την έντυπη έκδοση
Του Μιχάλη Χατζηκωνσταντίνου
[email protected]
Η δημόσια διάσταση της κρίσης που ξέσπασε μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και του Αρχιεπισκόπου Αμερικής αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας διένεξης από την οποία βγήκαν όλοι χαμένοι.
Επισκίασε αναίτια το σημαντικό ταξίδι του πρωθυπουργού στην ΗΠΑ, απείλησε να τραυματίσει την εικόνα του Αρχιεπισκόπου Αμερικής και δημιούργησε ατμόσφαιρα διχόνοιας στον ελληνισμό. Η διερεύνηση τυχόν ευθυνών στη μία ή την άλλη πλευρά είναι το τελευταίο που χρειάζεται η χώρα αλλά και η Εκκλησία αυτή τη στιγμή. Εκείνο που προέχει είναι να αναζητηθούν τα αίτια που προκάλεσαν τη δημόσια σύγκρουση, αλλά και να ληφθούν οι απαραίτητες ενέργειες για να μην έχει αρνητικές συνέπειες στο μέλλον.
Σε αυτό το πλαίσιο είναι απαραίτητο να δοθεί μια απάντηση στο εύλογο ερώτημα γιατί η ελληνική κυβέρνηση δεν είχε ενημερωθεί ότι ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής επρόκειτο να παραστεί στις 20 Σεπτεμβρίου στα εγκαίνια του τουρκικού κέντρου (Σπίτι της Τουρκίας) στη Νέα Υόρκη. Σε μια εκδήλωση δηλαδή όπου ήταν πλέον αναμενόμενη η παρουσία του ηγέτη του ψευδοκράτους Ερσίν Τατάρ.
Τι συνέβη;
Πρόκειται για πρόβλημα επικοινωνίας;
Είχαν διαρραγεί από πριν οι σχέσεις Αθήνας και Αρχιεπισκοπής Αμερικής;
Ή απλώς υποτιμήθηκε το ζήτημα;
Επιπλέον, γιατί δεν επιχειρήθηκε να λυθεί το θέμα με έναν ιδιωτικό δίαυλο επικοινωνίας και προτιμήθηκε ως πεδίο αντιπαράθεσης η δημόσια σκηνή και μάλιστα εν μέσω της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ; Περαιτέρω, πώς προετοιμάζεται η ελληνική διπλωματία να απαντήσει σε ενδεχόμενο ισχυρισμό της τουρκικής πλευράς ότι η ελληνική παρουσία στο Τουρκικό Σπίτι νομιμοποιεί την πολιτική υπόσταση της κατεχόμενης Κύπρου;
Το κυριότερο δίδαγμα που πρέπει να προκύψει όμως από αυτή την πρωτοφανή όσο και άχαρη κατάσταση είναι ότι δεν πρέπει να επαναληφθεί.
Η αντιπαράθεση μιας ελληνικής κυβέρνησης με έναν ιεράρχη που ηγείται της Εκκλησίας της Αμερικής αποτελεί εξ ορισμού μια αμοιβαίως επιζήμια συνθήκη. Lose-lose όπως θα λέγαμε αγγλιστί.
Το να ισχυριζόμαστε ότι «δεν υπάρχει θέμα» την επαύριον της κρίσης, εξυπηρετεί μόνον επικοινωνιακές στοχεύσεις. Οι εθνικοί στόχοι εξυπηρετούνται με πράξεις και αναστοχασμό.