Πολιτική
Τρίτη, 21 Σεπτεμβρίου 2021 13:13

Σωκράτης Φάμελλος: Αρρύθμιστη και με ελλιπείς ελέγχους η αγορά ενέργειας

«Οι υπέρογκες αυξήσεις, ειδικά στο ρεύμα, φέρουν την υπογραφή της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Δεν υπάρχουν απαντήσεις για το τι θα γίνει με τους λογαριασμούς ρεύματος που έρχονται τον Σεπτέμβριο, τι θα γίνει από τον Ιανουάριο (σ.σ.: εάν συνεχιστεί ο “καύσωνας” στις χονδρεμπορικές τιμές ηλεκτρισμού), αν φτάνουν τα 150 εκατ. ευρώ για να καλύψουν τις υπέρογκες αυξήσεις», υπογραμμίζει σε συνέντευξή του στη «Ν» ο τομεάρχης Περιβάλλοντος και Ενέργειας του ΣΥΡΙΖΑ, Σωκράτης Φάμελλος. Ο ίδιος κάνει λόγο για έλλειψη ελέγχου και ρύθμισης στην ελληνική αγορά ενέργειας, ενώ για το νέο «Εξοικονομώ» σχολιάζει ότι όπως έχει δομηθεί δεν θα στηρίξει νοικοκυριά που βρίσκονται σε ενεργειακή φτώχεια. 

Από την έντυπη έκδοση

Του Μιχάλη Χατζηκωνσταντίνου
[email protected]

«Οι υπέρογκες αυξήσεις, ειδικά στο ρεύμα, φέρουν την υπογραφή της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Δεν υπάρχουν απαντήσεις για το τι θα γίνει με τους λογαριασμούς ρεύματος που έρχονται τον Σεπτέμβριο, τι θα γίνει από τον Ιανουάριο (σ.σ.: εάν συνεχιστεί ο “καύσωνας” στις χονδρεμπορικές τιμές ηλεκτρισμού), αν φτάνουν τα 150 εκατ. ευρώ για να καλύψουν τις υπέρογκες αυξήσεις», υπογραμμίζει σε συνέντευξή του στη «Ν» ο τομεάρχης Περιβάλλοντος και Ενέργειας του ΣΥΡΙΖΑ, Σωκράτης Φάμελλος. Ο ίδιος κάνει λόγο για έλλειψη ελέγχου και ρύθμισης στην ελληνική αγορά ενέργειας, ενώ για το νέο «Εξοικονομώ» σχολιάζει ότι όπως έχει δομηθεί δεν θα στηρίξει νοικοκυριά που βρίσκονται σε ενεργειακή φτώχεια. 

Η κυβέρνηση αποδίδει το ράλι των χονδρεμπορικών τιμών ενέργειας -που μετακυλίεται στα τιμολόγια λιανικής μέσω των ρητρών αναπροσαρμογής των προμηθευτών ενέργειας- αποκλειστικά σε διεθνείς παράγοντες. Συμφωνείτε; 

«Αν οφειλόταν μόνο στους διεθνείς παράγοντες η Ελλάδα δεν θα ήταν πρωταθλήτρια στη χονδρεμπορική τιμή ηλεκτρικής ενέργειας τον Αύγουστο. Εξάλλου, από τον Δεκέμβριο του 2020, όταν η χονδρική τιμή ηλεκτρισμού έφτασε στα 90 ευρώ ανά μεγαβατώρα, ο τότε υπουργός ΠΕΝ, κ. Χατζηδάκης, δήλωνε πως δεν θα ανεχτεί κερδοσκοπικά “παιχνίδια” στην αγορά ηλεκτρισμού, ενώ χειραγώγηση τιμών έχει καταγγείλει δημόσια και η ενεργοβόρος βιομηχανία. Το φθινόπωρο του 2020, η κυβέρνηση δήλωνε ότι ο ανταγωνισμός και η αγορά θα ρίξουν τις τιμές, αλλά ήρθαν με καθυστέρηση σχεδόν ενός χρόνου να νομοθετήσουν επιπλέον Μηχανισμό Εποπτείας και Παρακολούθησης της Αγοράς από τη ΡΑΕ. Όλα αυτά καταδεικνύουν την έλλειψη ελέγχου και ρύθμισης στην ελληνική αγορά ενέργειας, πολύ νωρίτερα από την άνοδο των τιμών, αλλά και τις αδυναμίες και την προχειρότητα της κυβέρνησης και το σχέδιό της, που είναι μόνο να εκμεταλλευτούν τα ρυθμιστικά κενά οι επιτήδειοι. Οι υπέρογκες αυξήσεις, ειδικά στο ρεύμα, φέρουν την υπογραφή της κυβέρνησης Μητσοτάκη, που δεν έλαβε καμία μέριμνα για τους καταναλωτές, νοικοκυριά και επιχειρηματικότητα. Σε αντίστιξη με την περίοδο διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ που οι τιμές ρεύματος δεν αυξήθηκαν ούτε κατά ένα ευρώ, στηρίζοντας την οικονομία και την κοινωνία».

Πώς κρίνετε το πακέτο των μέτρων που εξήγγειλε η κυβέρνηση για τη θωράκιση των καταναλωτών από τις ανατιμήσεις στις τιμές του ρεύματος; Είναι επαρκές; Τι άλλα μέτρα θα μπορούσαν να ληφθούν για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα;

«Δυστυχώς ούτε η κυβέρνηση δεν έχει καταλήξει και κατανοήσει τα μέτρα αυτά, πολλαπλασιάζοντας την ανασφάλεια σε οικονομία και νοικοκυριά. Ο κ. Μητσοτάκης, από το βήμα της ΔΕΘ, δεσμεύτηκε για κάλυψη του 80% των αυξήσεων, ενώ ο αρμόδιος υπουργός, Κ. Σκρέκας, σε μετέπειτα συνέντευξη Τύπου, αναίρεσε αυτή τη δέσμευση και μίλησε μόνο για “ελάφρυνση” της τάξης των 9 ευρώ τον μήνα. Η κυβέρνηση, αλλά δυστυχώς και η κοινωνία, δεν γνωρίζουν ποιο θα είναι τελικά το ύψος των αυξήσεων, ενώ οι χονδρεμπορικές τιμές κινούνται σε ακόμη υψηλότερα επίπεδα από του Αυγούστου (όπου η μέση χονδρεμπορική διαμορφώθηκε στα 121,72 ευρώ ανά μεγαβατώρα). Δεν υπάρχουν απαντήσεις για το τι θα γίνει με τους λογαριασμούς που έρχονται τον Σεπτέμβριο, τι θα γίνει με όλες τις επιχειρήσεις που είναι εκτός μέτρων, τι θα γίνει από τον Ιανουάριο, αν τα 150 εκατ. ευρώ επαρκούν για να καλύψουν τις υπέρογκες αυξήσεις και βέβαια από ποια έργα κλιματικής πολιτικής θα λείψουν. Η κυβέρνηση, διά του κ. Σκρέκα, περιορίστηκε σε παραινέσεις και ευχές προς τους παρόχους για να απορροφήσουν τις αυξήσεις, 4 μέρες μετά την εξαγγελία του κ. Μητσοτάκη. Από την άλλη όμως σπεύδει να εκχωρήσει τα βασικά ενεργειακά εργαλεία της χώρας, το δίκτυο φυσικού αερίου και το δίκτυο διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, καθιστώντας την ελληνική κοινωνία και οικονομία αδύναμη και αφύλακτη στην κρίσιμη ενεργειακή μετάβαση».

Θεωρείτε αποτελεσματική την εποπτεία της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από τη ΡΑΕ;

«Οι αυξήσεις αποτελούν πολιτική επιλογή της κυβέρνησης Μητσοτάκη, ξεκινώντας από τον Σεπτέμβριο του 2019 όταν επέβαλε αυξήσεις στη ΔΕΗ που κόστισαν 500 εκατ. ευρώ στην κοινωνία. Στη συνέχεια, επέτρεψε τη χειραγώγηση τιμών και την αισχροκέρδεια, ιδίως το πρώτο εξάμηνο του 2020, όταν μέσα στην πανδημία είχαν καταρρεύσει οι τιμές καυσίμων. Τον Απρίλιο του 2020, όταν η ΔΕΗ πουλούσε 110 ευρώ ανά μεγαβατώρα, με τη χονδρική τιμή να φτάνει μόλις στα 28 ευρώ, οι μειώσεις δεν μετακυλίστηκαν στους καταναλωτές. Τώρα τους μεταφέρεται το σύνολο των αυξήσεων! Η αγορά ηλεκτρισμού έμεινε αρρύθμιστη, με επιλογή της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Τον Νοέμβριο του 2020, η εκκίνηση του Target Model έγινε πρόχειρα, γεγονός που οδήγησε σε “παιχνίδια” που κόστισαν, τότε, πάνω από 100 εκατομμύρια ευρώ στους καταναλωτές. Παρότι αναδείξαμε πολλές φορές το θέμα στη Βουλή, δεν υπήρξε πολιτική βούληση εκ μέρους της κυβέρνησης να παρέμβει, ενώ και η Ρυθμιστική Αρχή και η Επιτροπή Ανταγωνισμού δεν παρενέβησαν άμεσα. Από την άλλη, η κυβέρνηση περιόρισε τις αρμοδιότητες της ΡΑΕ ως προς την κατανομή των εσόδων από τα δικαιώματα εκπομπών, ενώ με μεγάλη καθυστέρηση έφερε ρύθμιση για Μηχανισμό Παρακολούθησης και Εποπτείας της Αγοράς, που δεν έχει τεθεί ακόμη σε λειτουργία». 

Ακούγεται από ολοένα και περισσότερες πλευρές ότι «η πράσινη μετάβαση θα είναι ακριβή». Πώς μπορεί να πρασινίσει το ενεργειακό μίγμα χωρίς υπέρμετρη επιβάρυνση των τελικών καταναλωτών; 

«Ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ έχει ξεκαθαρίσει ότι η Πολιτεία πρέπει να αναλάβει τον σχεδιασμό και την ευθύνη της πράσινης μετάβασης, για όλη την ελληνική κοινωνία και οικονομία, ώστε κανείς να μη μείνει πίσω. Άρα χρειαζόμαστε ισχυρή Πολιτεία, σχέδιο, αλλά και διαφάνεια και κανόνες στην αγορά ενέργειας, που να εξασφαλίζει την πρόσβαση πολιτών και επιχειρήσεων στην ενέργεια και όχι να λειτουργεί σε συνθήκες Άγριας Δύσης, όπως την οδηγεί ο κ. Μητσοτάκης. Και φυσικά με πλουραλισμό, και όχι ολιγοπώλια που κάνουν παιχνίδια τιμών, με ενεργό συμμετοχή όλων των φορέων της Περιφέρειας στην αγορά ενέργειας, μέσω των Ενεργειακών Κοινοτήτων, που επίσης πάγωσε η Ν.Δ.

Το σχέδιο ψευτο-απολιγνιτοποίησης του κ. Μητσοτάκη έχει αποδειχθεί κούφιο. Μας οδηγεί σε ιδιωτικές μονάδες φυσικού αερίου, υψηλό κόστος ηλεκτρισμού, αύξηση ενεργειακής εξάρτησης και σκοτεινό μέλλον για τις λιγνιτικές περιοχές. 
Θυμίζω ότι η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ δημιούργησε πρώτη στην Ευρώπη Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης, Ταμείο Επανασυνδέσεων για τους πιο ευάλωτους και πρότυπο νόμο για τις Ενεργειακές Κοινότητες, που δίνουν λύση στην τοπική ανάπτυξη και στην καταπολέμηση της ενεργειακής φτώχειας.
Η Ελλάδα έχει μια μεγάλη ευκαιρία, με τη δυνατότητα αξιοποίησης του Ταμείου Ανάκαμψης, για ασφαλή και γρήγορη ενεργειακή και κλιματική μετάβαση. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη κάνει ό,τι μπορεί για να χάσουμε αυτή την ευκαιρία, γιατί η μόνη της προτεραιότητα είναι οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης να πάνε στους ημέτερους της εξουσίας».  

Πώς αξιολογείτε το Σχέδιο Δράσης για την Ενεργειακή Ένδεια που κατατέθηκε πρόσφατα για δημόσια διαβούλευση και το νέο «Εξοικονομώ»;

«Εκτός από μέτρα που είχαν θεσπιστεί και εφαρμοστεί από τον ΣΥΡΙΖΑ εν μέσω μνημονίου, αύξηση έκπτωσης δικαιούχων ΚΟΤ και Ταμείο Επανασυνδέσεων, δεν έχουμε εντοπίσει μέτρα για την ενίσχυση των ευάλωτων νοικοκυριών στο Σχέδιο Δράσης για την Ενεργειακή Ένδεια του ΥΠΕΝ, που να είναι άμεσα υλοποιήσιμα. Οι δράσεις ενημέρωσης και εκπαίδευσης σε ευάλωτα νοικοκυριά που αντιμετωπίζουν την ενεργειακή φτώχεια, δυστυχώς, δεν πληρώνουν τους υψηλούς λογαριασμούς ρεύματος.
Στην τελευταία προκήρυξη του “Εξοικονομώ” η κυβέρνηση κατάφερε να προκαλέσει μόνο αρνητικές αντιδράσεις στους μηχανικούς, στους προμηθευτές και στους πολίτες. Μεγάλος αριθμός ωφελούμενων έμειναν εκτός, ενώ η υλοποίηση των δράσεων αμφισβητείται από το κύμα ακρίβειας. 

Στον νέο οδηγό, η μοριοδότηση για τα εισοδηματικά κριτήρια είναι πολύ χαμηλή και έτσι όπως έχει δομηθεί δεν θα στηρίξει νοικοκυριά που βρίσκονται σε ενεργειακή φτώχεια. Κινδυνεύει επίσης να μειώσει την ταχύτητα εκταμίευσης και υλοποίησης. Επειδή πιστεύουμε στην ουσία του προγράμματος για την καταπολέμηση της ενεργειακής φτώχειας, την εξοικονόμηση της ενέργειας και την ανάπτυξη της οικονομίας, λυπόμαστε που το ΥΠΕΝ, για ακόμα μια φορά, κλείνει τα μάτια και τα αυτιά στην πραγματικότητα».