Απόψεις
Δευτέρα, 20 Σεπτεμβρίου 2021 09:47

Οικονομία και ελευθερία

Στη Σοβιετική Ένωση για πολλές δεκαετίες εφαρμόστηκε στην οικονομία το μοντέλο του κεντρικού σχεδιασμού. Ένα μοντέλο με δύσκολες και χρονοβόρες διαδικασίες στη λήψη αποφάσεων για την οικονομία, την κατανομή των πόρων και τελικά την παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών. Γράφει ο Δημήτρης Τζάνας.

Από την έντυπη έκδοση

Tου Δημήτρη Τζάνα*

Στη Σοβιετική Ένωση για πολλές δεκαετίες εφαρμόστηκε στην οικονομία το μοντέλο του κεντρικού σχεδιασμού. Ένα μοντέλο με δύσκολες και χρονοβόρες διαδικασίες στη λήψη αποφάσεων για την οικονομία, την κατανομή των πόρων και τελικά την παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών. Απέκλειε την εκδήλωση ιδιωτικής πρωτοβουλίας στην οικονομία, καθώς δεν επιτρεπόταν η κατοχή παραγωγικών μέσων από ιδιώτες, με τον κρατικό σχεδιασμό να αποτελεί τον ρυθμιστή του οικονομικού συστήματος. Ήταν επομένως ένας μηχανισμός λειτουργίας των οικονομικών δραστηριοτήτων που απέκλειε την ελεύθερη δραστηριοποίηση των ατόμων. 

Η ταχεία ανάπτυξη της παραοικονομίας αποτέλεσε τον καταλύτη μιας διαδικασίας, η οποία σε βάθος χρόνου αποκάλυψε την αδυναμία αυτού του συστήματος να παράγει πλούτο, με τις εκτιμήσεις να υπολογίζουν ότι το ΑΕΠ της σοβιετικής οικονομίας ήταν το 1989 το μισό σε σχέση με εκείνο των ΗΠΑ.

Παρά τη θέσπιση φιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων στο σοβιετικό σύστημα μετά το 1985 από τον Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, οι τεράστιες ελλείψεις αγαθών, τα μεγάλα ελλείμματα στον προϋπολογισμό και ο εκρηκτικός πληθωρισμός οδήγησαν στην κατάρρευση του ανελεύθερου μοντέλου λειτουργίας της σοβιετικής οικονομίας το 1989. Στη συνέχεια έγινε  αποδεκτό ότι η φιλελευθεροποίηση της αγοράς ήταν αναγκαία για να οδηγηθεί ξανά η Ρωσική πλέον Ομοσπονδία στην οικονομική ανόρθωση. Με τη διαδικασία αυτή ωστόσο να οδηγεί τα επόμενα χρόνια, από το 1990 ως το 1995, σε μείωση κατά 50% του ΑΕΠ μέχρις ότου επιτευχθεί η σταθεροποίηση της οικονομίας υπό συνθήκες που ενσωμάτωναν πλέον τον οικονομικό φιλελευθερισμό. 

Σε μια άλλη μεγάλη χώρα, την Κίνα, ήταν το 1978 οπότε καταδείχθηκε ότι το μοντέλο του υπαρκτού σοσιαλισμού είχε φτάσει στα όριά του σε σχέση με τη δυνατότητά του να παράγει πλούτο. Ήταν η εποχή που ο Ντενγκ Σιαοπίνγκ και η νέα κινεζική ηγεσία προχώρησαν σε μεταρρυθμίσεις στην οικονομία με κινήσεις προσανατολισμού προς την μικτή οικονομία. Επιτράπηκε η ιδιοκτησία αγροτικής γης για να αυξηθεί η παραγωγικότητα στον αγροτικό τομέα, η ατομική ιδιοκτησία ακινήτων, αλλά κυρίως διαμορφώθηκε ένα φιλικό επιχειρηματικό περιβάλλον, προσβλέποντας σε επενδύσεις από επενδυτές εξωτερικού. Η διείσδυση του οικονομικού φιλελευθερισμού κάτω από την ηγεσία του κυβερνώντος κόμματος οδήγησε στην απογείωση της κινεζικής οικονομίας που για πολλές δεκαετίες κατέγραψε διψήφιους αριθμούς μεγέθυνσης. Οι κατά καιρούς προσπάθειες να υπάρξει επέκταση του οικονομικού φιλελευθερισμού σε πολιτικό πεδίο δεν είχαν αποτέλεσμα, καθώς με σιδηρά πυγμή το Πεκίνο κατέστειλε όλες τις σχετικές απόπειρες, με πιο χαρακτηριστική εκείνη του Ιουνίου του 1989 στην πλατεία Τιενανμέν, κατά την οποία χιλιάδες διαδηλωτές συνελήφθησαν, ενώ άγνωστος παραμένει ο αριθμός των νεκρών. Αν και ο οικονομικός φιλελευθερισμός δεν έφερε μέχρι τώρα και πολιτικές ελευθερίες, το πετυχημένο κινεζικό μοντέλο έφτασε σήμερα να αποτελεί τη μεγάλη απειλή για τις ΗΠΑ, που εκλαμβάνουν την Κίνα ως τον υπ' αριθμόν 1 αντίπαλό τους σε όλα τα πεδία. 

«Όταν μία κοινωνία βάζει την ισότητα μπροστά από την ελευθερία θα καταλήξει να μην έχει τίποτα από τα δύο» έλεγε ο Mίλτον Φρίντμαν, χωρίς πάντως να έχει ακόμα επιβεβαιωθεί η ρήση του ως προς τη διαχρονική της ορθότητα: το ανελεύθερο σοβιετικό μοντέλο κατέρρευσε οδηγώντας σε φτώχεια και ανέχεια τους πολίτες του, ενώ το κινεζικό μοντέλο πέτυχε να ξεπεράσει σε αποτελεσματικότητα τον δυτικό καπιταλισμό, εισάγοντας οικονομικές ελευθερίες και παραμερίζοντας τον πολιτικό πλουραλισμό, ενώ τώρα θα επιδιώξει να βελτιώσει την κατανομή του πλούτου υπέρ των μεσαίων στρωμάτων.

Οι συνθήκες της πανδημίας οδήγησαν σε οικονομική ύφεση όλες τις χώρες του πλανήτη, καθώς παντού εφαρμόστηκαν λιγότερο ή περισσότερο αυστηρά περιοριστικά μέτρα. Παρά το γεγονός ότι η υγειονομική κρίση δεν έχει ακόμα ξεπεραστεί και οι ανατιμήσεις πρώτων υλών και τροφίμων δεν επιτρέπουν τη γρήγορη επάνοδο της παγκόσμιας οικονομίας στην κανονικότητα, οι ρυθμοί μεγέθυνσης είναι ικανοποιητικοί. Με τις χώρες που έχουν λιγότερο δημοκρατικό τρόπο διακυβέρνησης να πετυχαίνουν ικανοποιητικότερες επιδόσεις. Αυτό είναι το αποτέλεσμα της διαδικασίας ταχύτερου εμβολιασμού στις χώρες με περισσότερο δεσποτικά καθεστώτα σε σχέση με τις δυτικές κοινωνίες, όπου η θεσμοθέτηση του υποχρεωτικού εμβολιασμού θεωρείται «αυταρχικό» μέτρο, όπως συμβαίνει στη χώρα μας. 

Είναι λοιπόν φανερό ότι σε αυτή τη φάση ο φιλελευθερισμός δεν συνυφαίνεται με την επιτάχυνση της οικονομικής ανάπτυξης που στην παρούσα φάση δρομολογεί τεκτονικές αλλαγές στην οικονομία, όπως τον ενεργειακό μετασχηματισμό εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής. Την ίδια ώρα, οι αποφάσεις των ΗΠΑ όπως η αποχώρηση από το Αφγανιστάν αλλά και η διαμόρφωση νέων συμμαχιών στο στρατιωτικό πεδίο για την αντιμετώπιση της Κίνας, εν αγνοία μάλιστα της Ευρώπης, διαμορφώνουν νέα γεωστρατηγικά δεδομένα, που προκαλούν αναταράξεις στις αγορές. Μάλιστα, οι αρρυθμίες στην παραγωγική διαδικασία διαμορφώνουν συνθήκες που μοιάζουν με εκείνες της δεκαετίας του 1970. Για τη φιλελεύθερη Ευρώπη τα διλήμματα είναι πλέον πολύ σκληρά, καθώς θα πρέπει σε σύντομο χρονικό διάστημα να αλλάξει δραστικά τη φυσιογνωμία της, τις επιλογές της και τις συμμαχίες της, αναπτύσσοντας μεταξύ άλλων τον δικό της στρατό, προκειμένου να αποφύγει ανεπιθύμητες εξελίξεις. Διαδικασίες που θα φέρουν σε δοκιμασία τη συνοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τον παραδοσιακό πολιτικό φιλελευθερισμό της γηραιάς ηπείρου. 

*Ο κ. Δημήτρης Τζάνας είναι οικονομολόγος